«Βάλε ἐμένα στὴ βαλίτσα σου!»

Εἶναι καταξιωμένος στὴν ἐπιστήμη του ὁ Ἀρίστος. Δὲν περιορίστηκε στὶς βασικὲς σπουδὲς τῆς Ἰατρικῆς, ἀλλὰ ταξίδεψε στὸ ἐξωτερικό, διακρίθηκε σὲ πρωτοποριακὰ προγράμματα καὶ ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα, δίκαια ἔλαβε τὴ θέση τοῦ Καθηγητῆ στὸ Πανεπιστήμιο. Τὸ χάρισμά του νὰ ὁμιλεῖ, ἡ μεταδοτικότητά του ἀλλὰ καὶ ἡ ὑψηλὴ ἐπιστημονική του κατάρτιση τὸν κάνουν περιζήτητο. Τὸν καλοῦν ἀπ’ ὅλο τὸν κόσμο σὲ συνέδρια καὶ διαλέξεις, σεμινάρια καὶ ἐκπαιδευτικὰ προγράμματα. Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ ταξίδια ἀποτελοῦν συχνὸ φαινόμενο στὴν καθημερινή του ζωή.

Σπουδαῖος Καθηγητὴς ὁ Ἀρίστος. Κι ὅμως, αὐτὸς ὁ Καθηγητὴς ποὺ παραδίδει μαθήματα σὲ ὅλο τὸν κόσμο, πῆρε τὸ καλύτερο μάθημα ἀπὸ ἕνα ἑπτάχρονο κοριτσάκι· τὴ Μαρία, τὴ μικρὴ κορούλα του ποὺ πηγαίνει μόλις στὴ Β΄ Δημοτικοῦ, εἶναι ὅμως ἡ μεγαλύτερη στὴν ἡλικία ἀπὸ τὰ ἄλλα δύο παιδιά του.

Ἡ ἀφορμὴ δόθηκε κάποια μέρα, λίγο πρὶν φύγει γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ ἐπαγγελματικά του ταξίδια στὴν Ἱσπανία, ὅπου θὰ ἔμενε πέντε ἡμέρες. Ὅλα ἦταν ἕτοιμα γιὰ τὸ ταξίδι, ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα, τὸ πιὸ δύσκολο: τὸν ἀποχαιρετισμὸ τῶν παιδιῶν. Τόσο ὁ ἴ­­διος ὅσο καὶ ἡ σύζυγός του ἔχουν ἀγώνα κάθε φορά, προκειμένου νὰ βροῦν κάτι πρωτότυπο νὰ ποῦν στὰ παιδιὰ γιὰ νὰ τὰ γλυκάνουν καὶ νὰ μὴ στενοχωρηθοῦν.

Τελευταῖα ὁ Ἀρίστος εἶχε ἀρχίσει νὰ ἐφαρμόζει μιὰ πρωτότυπη ἰδέα ποὺ ἄρεσε πολὺ στὰ παιδιά. Τοὺς ἔλεγε:

–Αὔριο θὰ φύγω. Δῶστε μου κάτι δικό σας νὰ τὸ βάλω μέσα στὴ βαλίτσα μου. Θὰ τὸ πάρω μαζί μου καὶ θὰ σᾶς τὸ φέρω ὅταν ἐπιστρέψω. Ἔτσι, ὅπου κι ἂν εἶμαι, θὰ αἰσθάνομαι ὅτι σᾶς ἔχω κοντά μου.

Πράγματι, τὰ παιδιὰ ἔκαναν ὅ,τι τοὺς εἶπε ὁ πατέρας. Τὴν πρώτη φορὰ ἡ Μαρία ἔδωσε μιὰ δική της ζωγραφιά, ὁ Πέτρος τὸ αὐτοκίνητο μὲ τὴ σειρήνα κι ἡ Μαργαρίτα τὸ ἀγαπημένο της ἀρκουδάκι.

Τὸ ἴδιο ἔγινε καὶ σὲ ἑπόμενα ταξίδια. Κάθε φορά, τὰ παιδιὰ ἀναζητοῦσαν κάποιο ἀντικείμενο νὰ δώσουν στὸν πατέρα τους.

Τὸ ἴδιο λοιπὸν τοὺς ζήτησε ὁ Ἀρίστος καὶ τώρα ποὺ ἐπρόκειτο πάλι νὰ φύγει.

–Λοιπόν, τί θὰ μοῦ δώσετε νὰ βάλω στὴ βαλίτσα μου;

Ἔτρεξαν πρῶτα τὰ μικρὰ νὰ βροῦν ὅ,τι μποροῦσαν καλύτερο. Ἦλθε στὸ τέλος καὶ ἡ Μαρία. Αὐτὴ δὲν κρατοῦσε τίποτε.

–Ἐσύ; ρώτησε μὲ ἀπορία ὁ πατέρας. Δὲν θὰ μοῦ δώσεις κάτι νὰ πάρω μαζί μου, Μαρία;

–Μπαμπά… αὐτὴ τὴ φορὰ σκέφτηκα κάτι ἄλλο. Θὰ σοῦ τὸ πῶ: Σκέφτηκα νὰ βάλεις ἐμένα μέσα στὴ βαλίτσα σου!

–Ἐσὺ εἶσαι μεγάλη πιά, δὲν χωρᾶς μέ­σα! ἀπάντησε ὁ πατέρας, χαμογελών­τας λίγο ἀμήχανα. Ὡστόσο, εἶχε πάρει τὸ μάθημά του…

***

Ἡ Μαρία, μὲ τὸν τρόπο της, ἐξέφρασε αὐτὸ ποὺ θέλουν ὅλα τὰ παιδιά: νὰ εἶναι διαρκῶς κοντά τους ὁ πατέρας. Πράγματι, δὲν εἶναι σπάνιο τὸ πρόβλημα τῆς ἀπουσίας τοῦ πατέρα ἀπὸ τὸ σπίτι. Κυριότερη αἰτία εἶναι ἡ πολύωρη ἀπασχόληση στὴ δουλειά, ἡ ὁποία τὸν ἀναγκάζει νὰ λείπει ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ. Ὑπάρχουν πατεράδες ποὺ οἱ μόνες λέξεις ποὺ ἀνταλλάσσουν μὲ τὰ παιδιά τους εἶναι τὸ «καλημέρα» καὶ τὸ «καληνύχτα». Πῶς λοι­πὸν θὰ οἰκοδομηθεῖ σωστὴ σχέση μεταξύ τους; Κι ὅταν τὸ παιδὶ γίνει ἔφηβος, πῶς θὰ μπορεῖ νὰ ἐμπιστευθεῖ ἕναν πατέρα ποὺ σχεδὸν δὲν τὸν γνωρίζει;…

Τὰ παιδιὰ θέλουν τὸν πατέρα κοντά τους ὄχι μόνο γιὰ νὰ παίζει μαζί τους, ἀλλὰ κυρίως γιὰ νὰ δίνει λύσεις σὲ δύσκολες καταστάσεις, νὰ τοὺς μεταδίδει τὴν πείρα του, νὰ τοὺς ἀνοίγει νέους δρόμους καὶ ὁρίζοντες. Κοντά του αἰσθάνονται ἀσφάλεια, σταθερότητα, ἀλάθητη καθοδήγηση. Εἰδικοὶ μελετη­τὲς τῆς ψυχολογίας καὶ τῆς κοινωνιολογίας ὁμολογοῦν ὅτι τὰ παιδιὰ ἔχουν ἀνάγκη τὸν πατέρα τους, ὅσο καὶ τὴ μητέρα. Ἡ μητέρα ὡς γυναίκα, μὲ τὴν τρυφερότητά της ἱκανοποιεῖ κυρίως τὶς συναισθηματικές τους ἀνάγκες, ἐνῶ ὁ πα­τέρας μὲ τὴ στιβαρότητά του, τὰ βοηθάει νὰ ὡριμάζουν καὶ νὰ ἀναλαμβάνουν εὐθύνες(*).

Ὁ ρόλος τοῦ πατέρα εἶναι ἀναντικατάστατος. Δὲν ἀρκεῖ νὰ ὑπάρχει ἁπλῶς κάποιος γιὰ νὰ φυλάγει τὰ παιδιά, ἡ μητέρα ἢ κάποιο ἄλλο πρόσωπο. Τὰ παιδιὰ πάν­τα θὰ ἀναζητοῦν τὸν πατέρα τους.

Εἶναι γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο ἀπαραίτητο ὁ πατέρας νὰ βρίσκεται κοντὰ στὰ παιδιὰ καὶ νὰ ἐξασφαλίζει ποιοτικὸ χρόνο γι’ αὐτά. Ἀκόμη κι ἂν οἱ συνθῆκες ἐργασίας τὸν κρατοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι, ἂς φροντίζει νὰ τοὺς τηλεφωνεῖ τακτικὰ καὶ νὰ ρωτᾶ μὲ ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ ζητήματα ποὺ τὰ ἀπασχολοῦν. Τὸ εἰλικρινὲς ἐνδιαφέρον του θὰ φανεῖ ἐπίσης ἄν, τὶς ἔστω λίγες ὧρες ποὺ εἶναι στὸ σπίτι, δὲν τὶς σπαταλᾶ στὴν τηλεόραση, στὸ διαδίκτυο ἢ σὲ ἄλλες προσ­ωπικὲς ἐνασχολήσεις, ἀλλὰ τὶς ἀξιοποιεῖ γιὰ νὰ παίξει μὲ τὰ παιδιὰ, νὰ τοὺς διαβάσει κάτι ὡραῖο ἢ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν ὅλοι μαζί. Θὰ μποροῦσε ἀκόμη νὰ ἐξασφαλίσει λίγο χρόνο γιὰ νὰ εἶναι παρὼν σὲ ἐκδηλώσεις ποὺ γιὰ τὰ παιδιὰ εἶναι σημαντικές, ὅπως π.χ. μιὰ γιορτὴ στὸ Σχολεῖο, ἢ ἕνας ἀθλητικὸς ἀγώνας ὅπου συμμετέχουν τὰ ἴδια.

Σὲ κάθε περίπτωση τὰ παιδιὰ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀντιληφθοῦν ποιοὶ νοιάζονται στ᾿ ἀλήθεια γι’ αὐτά. Κι ὅσο μεγαλώνουν, ὁπωσδήποτε μποροῦν νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι ὁ πατέρας λείπει δικαιολογημένα ὅταν ἐργάζεται. Παράλληλα ὅμως ἀντιλαμβάνονται τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁ πατέρας βάζει σὲ πρώτη προτεραιότητα: τὴ δουλειὰ ἢ τὰ παιδιά;… Γι’ αὐτὸ ὀφείλει πρῶτα ὁ ἴδιος ὁ πατέρας νὰ ἐξετάσει τὸν ἑαυτό του πόσο ἀπαραίτητη εἶναι κάθε φορὰ ἡ ἀπουσία του καὶ ποιὲς εἶναι οἱ προτεραιότητές του.

Ἂς μάθουμε λοιπὸν νὰ ἀφιερώνουμε χρόνο γιὰ τὰ παιδιά. Ὄχι ὡς τυπικὴ ἐκτέλεση ἑνὸς καθήκοντος ἀγωγῆς ἀλλὰ ὡς γνήσια ἔκφραση καρδιᾶς ποὺ νοιάζεται καὶ ἀγαπᾶ. Τὰ παιδιὰ δὲν περιμένουν «νὰ τὰ βάλουμε στὴ βαλίτσα μας», ἀλλὰ στὴν καρδιά μας! 

(*) Ἀλεξάνδρου Κ. Κακαβούλη, Καθηγητῆ Παν­επιστημίου Κρήτης, Συναισθηματικὴ ἀνάπτυξη καὶ ἀγωγή (Ψυχοπαιδαγωγικὴ Α΄), Ἀθήνα 19972, σελ. 318-325.

Περιοδικὸ “Ὁ Σωτήρ”, τεῦχος 2180 (1 Ἰουλ. 2018)