Μοναδικὴ ἀλήθεια καὶ ἀλάνθαστο κριτήριο

Στὸν κόσμο μας κυκλοφοροῦν διά­­φο­ρες ἰδέες καὶ διδασκαλίες, ἀν­θρώ­πινα διανοητικὰ κατασκευά­σματα καὶ σκέψεις. Συχνὰ τὶς δια­τυπώνουν ἄνθρωποι ποὺ διακρίνονται γιὰ τὴν ὀξύνοιά τους καὶ τὴν κριτική τους ἱκανότητα. Μὲ τὰ διανοητικά τους χαρίσματα ὄντως συλλαμβάνουν ἰδέες συναρπαστικὲς ποὺ ἴσως μέχρι τὴν ἐποχή τους νὰ μὴν εἶχαν ἐπισημανθεῖ.

Δὲν εἶναι ὅμως λίγες οἱ φορὲς ποὺ μεταγενέστεροι διανοητὲς ἀνατρέπουν αὐτὲς τὶς σπουδαῖες ἰδέες καὶ διαψεύδουν τοὺς προγενέστερους. Καὶ εἶναι φυσικὸ αὐτὸ μέχρις ἑνὸς σημείου, διότι τὸ ἀνθρώπινο διανοητικὸ κατασκεύασμα εἶναι πάντοτε ἀτελὲς καὶ ἐπιδέχεται ἀμφισβήτηση, συμ­πλήρωση, διόρθωση ἢ ἀκόμα καὶ διάψευση.

Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἡ μοναδικὴ ἀλήθεια ποὺ δὲν ἀνατρέπεται οὔτε διαψεύδεται καὶ ταυτόχρονα ἀποτελεῖ ἀλάνθαστο κριτήριο γιὰ καθετὶ ποὺ ἐμφανίζεται στὸν κόσμο. Εἶναι τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι ἐπινόημα ἀνθρώπου, δὲν περιέχει σκέψεις καὶ διδασκα­λίες ἀνθρώπινες. Εἶναι θεϊ­κὴ διδασκαλία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι ἡ ἀπόλυτη καὶ μοναδικὴ ἀλήθεια, ὁ ἀπλανὴς ὁδηγὸς τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων.

«Σᾶς γνωστοποιῶ, ἀδελφοί», γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Χριστιανοὺς τῆς περιοχῆς τῆς Γαλατίας, «ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ σᾶς κήρυξα δὲν ἀπο­τελεῖ ἀνθρώπινη ἐπινόηση. Διότι ὄχι μόνο οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι, ἀλλὰ κι ἐγὼ δὲν τὸ παρέλαβα, οὔτε τὸ διδάχθηκα ἀπὸ κάποιον ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸ παρέλαβα μὲ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἀπευθείας μοῦ φανέρωσε καὶ μοῦ ἀποκάλυψε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό» (Γαλ. α´ 11-12).

Καὶ οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι ποὺ διδάχθηκαν τὸ Εὐαγγέλιο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό μας καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ κλήθηκε ἀργότερα καὶ τοῦ τὸ ἀποκάλυψε μὲ θαυμαστὸ τρόπο ὁ Κύριος, τὸ ἴδιο Εὐαγγέλιο, τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ κήρυξαν. Ἀλλὰ καὶ οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης αὐτὰ ποὺ τοὺς φανέρωνε ὁ Θεὸς δίδασκαν, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔλεγαν: «Τάδε λέγει Κύριος…».

Ὅλα ὅσα περιέχει ἡ Παλαιὰ καὶ ἡ Καινὴ Διαθήκη εἶναι ἀποκάλυψη Θεοῦ. Δὲν εἶ­ναι ἐπινόηση ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ ἀλήθεια ποὺ φωτίζει, ἁγιάζει καὶ σώζει τὸν ἄνθρωπο.

Εἶναι «τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰω. α´ 9). Στὸν Χριστὸ ὑπάρχουν κρυμμένοι ὅλοι οἱ θησαυροὶ τῆς σωτηριώδους σοφίας καὶ τῆς γνώσεως, καὶ μόνο Αὐτὸς τοὺς φανερώνει στοὺς ἐπιδεκτικοὺς καὶ ἄξιους ἀνθρώπους (Κολασ. β´ 3). Ἀπὸ Αὐτὸν πηγάζει καὶ παρέχεται στοὺς ἀνθρώπους ἡ ἀληθινὴ σοφία. «Κύριος δίδωσι σοφίαν, καὶ ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ γνῶσις καὶ σύν­εσις» (Παρ. β΄ 6 ): Ὁ Κύριος χαρίζει τὴ σοφία καὶ ἀπὸ Αὐτὸν πηγάζει ἡ γνώση τῆς ἀλήθειας καὶ ἡ σύνεση.

Ἂς διδάσκουν ὅ,τι θέλουν οἱ ἄνθρωποι. Ἂς λένε καὶ ἂς γράφουν μὲ ἐντυπωσιακὲς ἐκφράσεις ὅ,τι αὐτοὶ θεωροῦν σπουδαῖο γιὰ τὰ διάφορα θέματα τῆς ζωῆς. Ὅλα αὐτὰ ἔχουν μόνο σχετικὴ ἀξία. Αὔριο μπορεῖ νὰ ἀποδειχθοῦν λανθασμένα. Μόνο ὅσα συμφωνοῦν μὲ τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀνυπέρβλητος θεῖος Διδάσκαλος τῆς ἀλήθειας, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, θὰ μείνουν. Ὅ,τι εἶναι ἀντίθετο πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο, ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ σβήσει.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι «μακάριοι οἱ ἐξερευνῶντες τὰ μαρτύρια αὐτοῦ»· τρισ­ευτυχισμένοι ὅσοι ἐξετάζουν μὲ ἐνδιαφέρον καὶ εὐλάβεια τὶς μαρτυρίες τοῦ Κυρίου, τὰ θεῖα λόγια, γιὰ νὰ τὰ μάθουν καὶ νὰ τὰ ἐφαρμόζουν στὴ ζωή τους. Αὐτοὶ «ἐν ὅλῃ καρδίᾳ ἐκζητήσουσιν αὐτόν»· μὲ ὅλη τους τὴν καρδιὰ θὰ ἀναζητήσουν νὰ βροῦν τὸν Κύριο καὶ νὰ Τὸν γνωρίσουν (Ψαλ. ριη´ [118] 2).

Τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τὴ γνωρίσαμε ἀσφαλῶς κι ἐμεῖς. Νὰ εὐχαριστοῦμε συν­εχῶς τὸν Κύριο γι᾿ αὐτό. Γιὰ τὸ ἅγιο καὶ ἱερὸ Εὐαγγέλιό Του ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε. Ἀλλὰ καὶ νὰ τὸ μελετοῦμε καὶ νὰ τὸ γνωρίζουμε πληρέστερα. Νὰ τὸ βιώνουμε καθημερινά, ὥστε «ἀξίως τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ» νὰ ζοῦμε (Φιλιπ. α´ 27). Καὶ μὲ ὁδηγὸ αὐτὸ νὰ βαδίζουμε τὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας.