Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 22 Ἰουλίου 2018, η΄ Ματθαίου (Ματθ. ιδ΄ 14-22)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν. ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. ὁ δὲ εἶπε· φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε. καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
1. ΑΠΟΡΡΟΦΗΜΕΝΟΙ
Ὁ Κύριος βρίσκεται σὲ ἔρημο τόπο. Τὸν συντροφεύουν χιλιάδες λαοῦ. Δὲν ὑπολογίζουν τὸν κόπο τῆς ὁδοιπορίας οὔτε οἱ ἄνδρες, ἀλλὰ οὔτε καὶ οἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά. Ἔψαξαν νὰ Τὸν βροῦν. Ὥσπου Τὸν ἀνακάλυψαν μέσα στὴν ἐρημιά. Σὲ λίγο ἡ ἔρημος ἔγινε πολυάνθρωπη πολιτεία. Ὅλοι ἀφωσιωμένοι στὸν μεγάλο Διδάσκαλο. Ὅλη τὴν ἡμέρα βλέπουν πολλὰ ἐκπληκτικὰ θαύματά του καὶ ἀκοῦν τὴν ὑπέροχη διδασκαλία του. Πῶς ὅμως τόσες ὧρες ἐκεῖ μέσα στὴν ἐρημιὰ νηστικοὶ δὲν διαμαρτύρονται, δὲν φεύγουν ἀπὸ κοντά Του, δὲν ψάχνουν νὰ βροῦν κάτι γιὰ φαγητό; Καὶ μάλιστα οἱ μάννες μὲ τὰ μικρὰ παιδιά, ποὺ δὲν εἶναι εὔκολο τόσες ὧρες νὰ μένουν ἥσυχα σ’ ἕνα τέτοιο πολυάνθρωπο πλῆθος; Τὸ ἔχουμε ποτὲ σκεφθῆ αὐτό; Τὰ πλήθη δὲν φεύγουν! Διότι περισσότερο κυριαρχεῖ μέσα τους ὁ πόθος καὶ ἡ ἀφοσίωσί τους στὸν Μεσσία. Ἀγαποῦν τὸν Χριστό. Λαχταροῦν νὰ Τὸν ἔχουν διαρκῶς κοντά τους, νὰ βλέπουν τὰ θαύματά του, νὰ ἀκοῦν ὧρες πολλὲς σαγηνευμένοι τὶς οὐράνιες ἀλήθειες του. Ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ μὴ φύγουν ποτέ, νὰ μένουν γιὰ πάντα δίπλα Του. Μικροὶ καὶ μεγάλοι, πέντε χιλιάδες ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ πόσες ἄλλες γυναῖκες καὶ παιδιά. Γι’ αὐτό, ἐνῶ πλησιάζει νὰ βραδιάσῃ, κανεὶς δὲν διαμαρτύρεται. Καὶ ὁ Κύριος ἐπιβραβεύει τὴν ἀφοσίωσι τοῦ πλήθους. Μέσα στὸν ἔρημο τόπο ὁ Δημιουργὸς καὶ συντηρητὴς τῆς κτίσεως, ποὺ διατρέφει ὅλη τὴν πλάσι, ἀφοῦ τόσες ὧρες αὐτοὶ πόθησαν τὴν πνευματικὴ τροφὴ τοῦ θείου λόγου, Αὐτὸς θὰ τοὺς προσφέρῃ καὶ τὴν ὑλικὴ τροφή. Θὰ κάνῃ τὸ θαῦμα. Καὶ διδάσκει ἔτσι κι ἐμᾶς νὰ ἐπιζητοῦμε μὲ πόθο ἱερὸ πρῶτα τὴν Βασιλεία του, πρῶτα τὰ πνευματικά, πρῶτα τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, καὶ ὅλα τὰ καθημερινά, τὰ οἰκονομικά, οἰκογενειακὰ καὶἄλλα θέματά μας, θὰ τὰ φροντίζῃ Ἐκεῖνος καὶ θὰ τὰ ἐπιλύῃ μὲ τρόπο θαυμαστό.
2. ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Ὁ Κύριος λοιπὸν ζητεῖ νὰ Τοῦ φέρουν τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο ψάρια ποὺ βρῆκαν ἐκείνη τὴν ὥρα οἱ μαθηταί. Τὰ πῆρε στὰ χέρια του καί, ἀφοῦ ὕψωσε τὰ μάτια του στὸν οὐρανό, εὐχαρίστησε τὸν οὐράνιο Πατέρα του. Ἀνέβλεψε ὁ Κύριος στὸν οὐρανὸ τιμῶντας καὶ εὐχαριστῶντας τὸν οὐράνιο Πατέρα του. Ἀνέβλεψε γιὰ νὰ δώσῃ τὴν οὐράνια εὐλογία στοὺς ἄρτους καὶ στὰ ψάρια, ἀλλὰ καὶ στὰ ἀμέτρηταπλήθη ποὺ προσέχουν ἐκστατικὰ τὴν δοξολογητικὴ αὐτὴ προσευχὴ τοῦ Κυρίου. Ἀνέβλεψε στὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ διδάξῃ καὶ σὲ ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν αἰώνων καὶ τῶν ἐποχῶν ὅτι πρὶν ἀπὸ κάθε γεῦμα μας ποτὲ δὲν πρέπει νὰ προχωροῦμε γιὰ φαγητὸ πρὶν εὐχαριστήσουμε τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ὁ χορηγὸς τῆς τροφῆς, καὶ νὰ ἑλκύσουμε τὴν εὐλογία αὐτὴ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν οὐρανό. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ εὐχαριστήρια ἐνατένισι τοῦ Κυρίου θὰ πρέπει νὰ μένῃ βαθιὰ χαραγμένη στὴ σκέψι μας κάθε φορὰ ποὺ ξεκινοῦμε τὸ φαγητό μας. Νὰ αἰσθανώμαστε τὴν ἀόρατη εὐλογία τοῦ Κυρίου μας. Νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ ὥρα ἀπὸ τὴν καθημερινότητά μας, ἀλλὰ εἶναι ὥρα ἱερή. Εἶναι ὥρα ποὺ εἶναι δίπλα μας ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ εὐλογεῖ ὄχι μόνο τὸ φαγητὸ ἀλλὰ καὶ τὸ σπίτι μας καὶ τὴν οἰκογένειά μας καὶ τὴν ζωή μας. Εἶναι ἡ ὥρα ποὺ ἡ οἰκογένεια συνδέεται στενὰ καὶ ἱερὰ ὄχι μόνο μεταξύ της ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν δωρεοδότη καὶ συντηρητὴ τῆς ζωῆς μας Κύριο.
3. ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΕΥΜΑΤΑ
Ὁ Κύριος, ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν οὐράνιο Πατέρα του, ἔκοψε κατόπιν τὰ ψωμιά, καὶ τὰ ἔδινε στοὺς μαθητάς, κι αὐτοὶ στὰ πλήθη. Κι ἔφαγαν ὅλοι καὶ χόρτασαν, καὶ οἱ μαθηταὶ γέμισαν δώδεκα κοφίνια μὲὅ,τι περίσσεψε. Γιατί ὅμως ὁ Κύριος ἐπιτέλεσε τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔτσι, ὥστε νὰ ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ φάγουν ὅλοι ὅσο θέλουν, νὰ χορτάσουν ὅλοι, ἀλλὰ καὶ νὰ περισσέψουν τροφές; Θὰ μποροῦσε ἀσφαλῶς νὰ πολλαπλασιάσῃ τὶς τροφὲς τόσο, ὅσο ἀκριβῶς ἦταν ἀπαραίτητο. Ὁ Κύριος ἀσφαλῶς κάτι θέλει νὰ μᾶς διδάξῃ. Βέβαια τὰ περισσεύματα τῶν τροφῶν ἦσαν πειστήρια ἀτράνταχτα τοῦ θαύματος. Δὲν περίσσεψαν ὁλόκληρα ψωμιὰ ἀλλὰ κομμάτια ἀπὸ ψωμιά, τὰ ὁποῖα ἦσαν τὰ ἀπομεινάρια τῶν πέντε ἄρτων. Ὁ ὄγκος τῶν περισσευμάτων ἦταν πολὺ μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν ὄγκο τῶν πέντε ἄρτων. Τὰ περισσεύματα λοιπὸν πιστοποιοῦσαν τὸ θαῦμα, ἕνα θαῦμα πολὺ ἐντυπωσιακό. Ὅμως ὁ Κύριος ἐπιπλέον θέλει νὰ μᾶς ἀποκαλύψῃ ὅτι, ὅταν χορηγῇ τὰ ἀγαθά του – τὰ ὑλικά, πολὺ δὲ περισσότερο τὰ πνευματικά – τὰ παρέχει πλούσια, τὰ μοιράζει ἀφειδώλευτα. Ὑπάρχει ὅμως κι ἕνας ἀκόμη λόγος. Ἀναφέρει ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὅτι ἡ περισυλλογὴ τῶν περισσευμάτων ἔγινε κατὰ παραγγελίαν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος λοιπὸν μὲ τὴν ἐντολὴ ποὺ ἔδωσε, θέλει νὰ μᾶς διδάξῃ ὅτι τὶς τροφὲς ποὺ περισσεύουν ἔχουμε κι ἐμεῖς χρέος νὰ τὶς διατηροῦμε· δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ τὶς πετᾶμε στὰ σκουπίδια, διότι εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ. Καὶ μάλιστα τὴν στιγμὴ ποὺ ἀμέτρητοι πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα, τί λόγο θὰ δώσουμε στὸν Θεό, ὅταν σπαταλοῦμε καὶ πετοῦμε τὶς τροφὲς μὲ τόση εὐκολία;