ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (17/7)

Εὐαγγέλιον: τῆς ἁγίας, Δευτ. ιε΄ ἑβδ. Ματθαίου (Μαρκ. ε΄ 24-34)

24 καὶ ἀπῆλθε μετ᾿ αὐτοῦ· καὶ ἠκολούθει αὐτῷ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. 25 Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ρύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, 26 καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπα­νή­σασα τὰ παρ᾿ ἑαυτῆς πάν­τα, καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖ­σα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα, 27 ἀκούσασα περὶ τοῦ Ἰη­σοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· 28 ἔλεγε γὰρ ἐν ἑαυτῇ ὅτι ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι. 29 καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς, καὶ ἔγνω τῷ σώματι ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. 30 καὶ εὐθέως ὁ Ἰησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐ­τοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐ­­­πιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ ἔλε­γε· τίς μου ἥψατο τῶν ἱμα­­τίων; 31 καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· βλέπεις τὸν ὄ­­­­χλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις τίς μου ἥψατο; 32 καὶ περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. 33 ἡ δὲ γυνὴ φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ᾿ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. 34 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· θύγατερ,­ ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕ­­­παγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑ­­γιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

24 Κι ὁ Ἰησοῦς πῆγε μαζί του. Πολύς λαός τότε ἄρχισε νά τόν ἀκολουθεῖ καί τόν στρίμωχναν ἀπ’ ὅλα τά μέ­ρη. 25 Ἀνάμεσά τους ἦταν καί μιά γυναίκα πού ἔπασχε δώδεκα χρόνια ἀπό αἱμορραγία, 26 ἡ ὁποία ταλαιπωρήθηκε πολύ ἀπό τήν κακή θεραπεία πολ­λῶν ἰατρῶν καί ξόδεψε ὅλη τήν περιουσία της χω­­­ρίς νά ἔχει καμία βελτίωση σέ τίποτε, ἀλλά μᾶλλον πρός τό χειρότερο πήγαινε. 27 Αὐτή ὅταν ἄκουσε γιά τόν Ἰησοῦ ὅτι ἐνεργεῖ θαυματουργικές θεραπεῖες, ἦλθε μέσα ἀπ’ τόν κόσμο πίσω του κι ἄγγιξε τό ἔνδυμά του. 28 Διότι ἔλεγε μέσα της ὅτι καί μόνο ν’ ἀγγίξω τά ἐ­ν­δύ­ματά του, θά σωθῶ ἀπ’ τήν ἀσθένειά μου. 29 Κι ἀμέσως σταμάτησε ἡ αἱμορραγία της, καί κατάλαβε ἀπό τή μεταβολή πού πῆρε τό σῶμα της ὅτι θεραπεύθηκε ἀπό τήν ἀρρώστια πού τήν βασάνιζε. 30 Ἀμέσως τότε ὁ Ἰησοῦς πληροφορήθηκε ἐσωτερικά ἀπό τή θεία του φύση τή δύναμη πού βγῆκε ἀπ’ αὐτόν, κι ἀφοῦ στράφηκε πρός τό λαό εἶπε: Ποιός ἄγγιξε τά ἐνδύματά μου; 31 Οἱ μαθητές του ὅμως τοῦ ἔλεγαν: Βλέπεις ὅτι ὁ κόσμος σέ στριμώχνει ἀπ’ ὅλα τά μέρη, κι ἐσύ λές, ποιός μέ ἄγγιξε; 32 Ἀλλά ὁ Ἰησοῦς παρατηροῦσε γύρω γιά νά δεῖ ἐκείνη πού τό ἔκανε αὐτό. 33 Ἡ γυναίκα τότε μέ φόβο καί τρόμο, ἐπειδή γνώριζε τή θεραπεία πού τῆς εἶχε γίνει, ἦλθε κι ἔπεσε γονατιστή μπροστά του καί τοῦ εἶπε ὅλη τήν ἀλήθεια. 34 Κι αὐτός τῆς εἶπε: Κόρη μου, ἡ πίστη πού εἶχες ὅτι θά θεραπευόσουν ἐάν ἄγγιζες τό ἔν­δυ­μά μου, σέ ἔχει σώσει ἀπό τήν ἀσθένειά σου. Πήγαινε στό καλό εἰρηνική καί ἥσυχη καί νά εἶσαι πάντα ὑγιής ἀπό τήν ἀρρώστια πού σέ βασάνιζε.