Ἀπόστολος: 16 Αὐγ. ζήτει Σαβ. προ τῶν Φώτων (Α΄ Τιμ. γ΄ 13-δ΄ 5)
13 οἱ γὰρ καλῶς διακονήσαντες βαθμὸν ἑαυτοῖς καλὸν περιποιοῦνται καὶ πολλὴν παρρησίαν ἐν πίστει τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. 14 Ταῦτά σοι γράφω ἐλπίζων ἐλθεῖν πρός σε τάχιον· 15 ἐὰν δὲ βραδύνω, ἵνα εἰδῇς πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι, ἥτις ἐστὶν ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος, στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας. 16 καὶ ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ.
δ΄ 1 Τὸ δὲ Πνεῦμα ρητῶς λέγει ὅτι ἐν ὑστέροις καιροῖς ἀποστήσονταί τινες τῆς πίστεως, προσέχοντες πνεύμασι πλάνοις καὶ διδασκαλίαις δαιμονίων, 2 ἐν ὑποκρίσει ψευδολόγων, κεκαυστηριασμένων τὴν ἰδίαν συνείδησιν, 3 κωλυόντων γαμεῖν, ἀπέχεσθαι βρωμάτων ἃ ὁ Θεὸς ἔκτισεν εἰς μετάληψιν μετὰ εὐχαριστίας τοῖς πιστοῖς καὶ ἐπεγνωκόσι τὴν ἀλήθειαν. 4 ὅτι πᾶν κτίσμα Θεοῦ καλόν, καὶ οὐδὲν ἀπόβλητον μετὰ εὐχαριστίας λαμβανόμενον· 5 ἁγιάζεται γὰρ διὰ λόγου Θεοῦ καὶ ἐντεύξεως.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
13 Ζητῶ κι ἀπ’ αὐτούς, ὅπως ζήτησα κι ἀπό τούς ἐπισκόπους, νά κυβερνοῦν καλά τά σπίτια τους, διότι ἐκεῖνοι πού διακόνησαν καλά στά ποιμαντικά τους καθήκοντα, ἀποκτοῦν καλό βαθμό καί προάγονται σέ ἐπισκόπους. Ἀποκτοῦν ἀκόμη καί πολλή παρρησία νά διακηρύττουν καί νά ὁμολογοῦν τήν πίστη πού ἔχουμε ὅλοι ὅσοι βρισκόμαστε σέ κοινωνία μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. 14 Σοῦ γράφω αὐτά μέ τήν ἐλπίδα νά ἔλθω κοντά σου πολύ γρήγορα. 15 Ἐάν ὅμως ἀργήσω νά ἔλθω, σοῦ τά γράφω γιά νά γνωρίζεις πῶς πρέπει κανείς νά ζεῖ καί νά συμπεριφέρεται στό σπίτι καί τήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ, δηλαδή στήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ζωντανός καί ὄχι νεκρός σάν τά εἴδωλα. Καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ στύλος καί τό στερεό θεμέλιο πού ὑποβαστάζει τήν ἀλήθεια. 16 Καί πράγματι, κατά κοινή ὁμολογία ὅλων τῶν πιστῶν, εἶναι μεγάλο τό μυστήριο τῆς ἀληθινῆς πίστεως, πού ἀποκαλύφθηκε καί παραδόθηκε ἀπό τόν Θεό ὡς θησαυρός αἰώνιος στήν Ἐκκλησία. Δηλαδή, ὁ Θεός φανερώθηκε σαρκωμένος, ἀποδείχθηκε ἀληθινός Μεσσίας μέ τό Πνεῦμα πού ἐνεργοῦσε σημεῖα μέσα ἀπ’ αὐτόν, ἔγινε ὁρατός στούς ἀγγέλους, κηρύχθηκε ἀνάμεσα στούς ἐθνικούς, πιστεύθηκε στόν κόσμο ὡς Θεάνθρωπος, ἀναλήφθηκε μέ δόξα.
δ΄ 1 Κι ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ὡς στύλος καί στερεό θεμέλιο τῆς ἀλήθειας περιφρουρεῖ καί διακηρύττει τό μεγάλο αὐτό μυστήριο τῆς εὐσέβειας, τό Ἅγιον Πνεῦμα λέει ρητῶς μέ τό στόμα τῶν προφητῶν τῆς Ἐκκλησίας του ὅτι στούς ἔσχατους χρόνους θά ἀποστατήσουν μερικοί ἀπό τήν πίστη καί θά δίνουν προσοχή σέ ἀνθρώπους πού θά κατέχονται ἀπό πνεύματα πλάνης, καί σέ διδασκαλίες πού θά ἐμπνέονται ἀπό δαιμόνια. 2 Θά δίνουν προσοχή σέ ἀπατεῶνες πού λένε ψέματα ἀπό ὑποκρισία κι ἔχουν καυτηριασμένη καί ἀναίσθητη τή συνείδησή τους. 3 Οἱ ὑποκριτές κι ἀσυνείδητοι αὐτοί θά ἐμποδίζουν τούς ἀνθρώπους νά ἔρχονται σέ γάμο καί θά τούς διδάσκουν νά ἀπέχουν ἀπό φαγητά πού τά δημιούργησε ὁ Θεός γιά νά τά τρῶνε καί νά τόν εὐχαριστοῦν οἱ πιστοί καί προοδευμένοι στήν τέλεια γνώση τῆς ἀλήθειας. 4 Πραγματικά εἶναι πλάνη νά ἀποφεύγει κανείς ὁρισμένα φαγητά ὡς δῆθεν ἀκάθαρτα. Διότι κάθε τι πού ἔκανε ὁ Θεός εἶναι καλό, καί τίποτε δέν πρέπει νά πετᾶμε ὡς ἀκάθαρτο καί ἀπορριπτέο, ἀρκεῖ νά τό χρησιμοποιοῦμε μέ εὐγνωμοσύνη καί εὐχαριστία πρός τόν Θεό πού μᾶς τό ἔδωσε. 5 Καί δέν εἶναι ἀκάθαρτο καί ἀπόβλητο, διότι γίνεται ἅγιο μέ τό λόγο καί τήν προσευχή πού ἀπευθύνουμε στό Θεό πρίν ἀπό τό φαγητό μας.