Στὶς 14 Σεπτεμβρίου ἑορτάζουμε μὲ λαμπρότητα τὴ μεγάλη Ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Ὅλος ὁ μήνας Σεπτέμβριος εἶναι ὁ μήνας τοῦ Σταυροῦ. Ἡ ἱερὴ Ὑμνολογία τοῦ Σταυροῦ, τὰ ἱερὰ Ἀναγνώσματα καὶ οἱ Κυριακὲς Πρὸ τῆς Ὑψώσεως καὶ Μετὰ τὴν Ὕψωσιν, ποὺ δορυφοροῦν τὴν Ἑορτή, ὑπογραμμίζουν τὴν ἐπισημότητά της.
Ὁ Σταυρὸς μέχρι τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Κυρίου μας ἦταν ὄργανο τοῦ πιὸ ἀτιμωτικοῦ θανάτου. Ἦταν «τὸ ξύλον τῆς αἰσχύνης». Ἀλλὰ ἀπὸ τότε ποὺ ἔγινε θυσιαστήριο ἐπάνω στὸ ὁποῖο ὁ Χριστὸς προσέφερε τὸν Ἑαυτό Του θυσία γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἁγιάσθηκε καὶ ὀνομάζεται «τρισμακάριστον ξύλον»! «Ὢ ξύλον τοῦ Σταυροῦ, σὺ τῇ ἀληθείᾳ εἶσαι πολλῶν μακαρισμῶν ἄξιον· διότι ἐπάνω εἰς ἐσὲ ἐτανύσθη κατὰ τὰς χεῖρας καὶ (τούς) πόδας καὶ καθ᾿ ὅλον τὸ σῶμα ὁ γλυκὺς Ἰησοῦς Χριστός, ὁ τῶν αἰώνων ὑπάρχων Βασιλεύς, καὶ πάντων τῶν ὄντων Κύριος, καὶ διὰ μέσου σου ἔπεσε πτῶμα ἐλεεινὸν καὶ ἀξιοδάκρυτον ὁ διάβολος», ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (Ἑορτοδρόμιον, Ἑρμηνεία εἰς τὸν κανόνα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ᾠδὴ Ε΄).
Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ «ἔγινε θεμέλιο μεγάλης εὐλογίας γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα, κτύπημα θανατηφόρο κατὰ τοῦ διαβόλου, χαλινάρι τῶν δαιμόνων, φίμωτρο τῆς δυνάμεως τῶν ἐχθρῶν… Κατήργησε τὸν θάνατο, συνέτριψε τὶς χάλκινες πύλες τοῦ Ἅδη, τσάκισε τὶς σιδερένιες ἀμπάρες του, ἔκοψε τὰ νεῦρα τῆς ἁμαρτίας, κατέπαυσε τὴ μάστιγα ποὺ βασάνιζε τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἄνοιξε τὶς πύλες τοῦ Οὐρανοῦ, «τοὺς μισουμένους φίλους ἐποίησεν, εἰς τὸν Οὐρανὸν ἐπανήγαγεν, ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου ἐκάθισε τὴν ἡμετέραν φύσιν», κηρύττει ὁ μεγαλύτερος ἱεροκήρυκας τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (Κατὰ Ἰουδαίων Ὁμ. Γ΄, δ΄, PG 48, 867).
Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ ἁγιότερο σύμβολο τῆς πίστεώς μας, τὸ σύμβολο τῆς σωτηρίας μας. Ὅλα τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁλοκληρώνονται μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴ σφραγίδα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ὅλες οἱ ἱερατικὲς εὐλογίες εἶναι σταυρικές. Ὅλοι οἱ ἱεροὶ ναοί, τὰ ἱερὰ σκεύη, τὰ ἱερὰ ἄμφια ἁγιάζονται μὲ τὸν Τίμιο Σταυρό. Δὲν νοεῖται λειτουργικὴ πράξη ἢ σύναξη τῶν πιστῶν χωρὶς τὴ σφραγίδα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ τὸν Σταυρὸ ἔχουμε χαραγμένο ἐπάνω μας καὶ τὸν περιφέρουμε σὰν ἄλλη στήλη θριάμβου, σημειώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος (PG 48, 826). Μὲ τὸν Σταυρὸ ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας στὸν Χριστό, ἐκδηλώνουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας γιὰ τὴ σωτηρία ποὺ μᾶς χάρισε καὶ ζητοῦμε τὴν εὐλογία του καὶ τὴ δύναμή του γιὰ τὴν καθημερινὴ καὶ τὴν αἰώνια πορεία μας.
Μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ σφραγίζουμε τὸ σῶμα μας, τὰ σπίτια μας, τὰ πράγματά μας, τοὺς χώρους τῆς ἐργασίας μας, τὰ πάντα. Εἶναι τόσο εὐρύτατη ἡ χρήση τοῦ Σταυροῦ, τόσο στὴ λειτουργικὴ ὅσο καὶ στὴν καθημερινή μας ζωή, ποὺ δὲν ὑπερβάλλουμε ἐὰν ποῦμε ὅτι, ὅπου κι ἂν στρέψει κανεὶς τὰ βλέμματά του, βλέπει Σταυρό: στοὺς τρούλους τῶν ἐκκλησιῶν, στοὺς τάφους τῶν κοιμητηρίων, στοὺς δρόμους, στὶς ἀγορές, στὶς βραχονησίδες, στὶς βουνοκορφές, στὰ πλοῖα καὶ στὰ αὐτοκίνητα ποὺ ταξιδεύουν, παντοῦ δεσπόζει ὁ Σταυρός. «Πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης ὁ Σταυρὸς ὑπὲρ τὸν ἥλιον διαλάμπει»!
Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ ἀνίκητο ὅπλο τῶν Χριστιανῶν. «Κύριε, ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν Σταυρόν σου ἡμῖν δέδωκας. Φρίττει γὰρ καὶ τρέμει, μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν» (Στιχηρὸν ἀναστάσιμον Αἴνων πλ. δ΄ ἤχου)! Ὁ διάβολος φρίττει καὶ τρέμει μπροστὰ στὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ.
Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ συντρίβει τοὺς δαίμονες, σώζει τοὺς ἀνθρώπους, κατέστησε ἀμετακίνητους στὸ ἀγαθὸ τοὺς ἀγγέλους, ἀνακαινίζει ὅλη τὴν κτίση. «Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ δόξα τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ, ἡ ἀγαλλίαση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ στολίδι τῶν ἀγγέλων, ἡ ἀσφάλεια τῆς Ἐκκλησίας… τὸ φῶς ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης» (PG 49, 396-97). «Σταυρός, ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης· Σταυρός, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας…» (Ἐξαποστειλάριον Ἑορτῆς).
Ἡ σωτηρία διὰ τοῦ Σταυροῦ. Τί ἄλλο εὐφροσυνότερο! Καὶ ἡ ἀνύψωση διὰ τοῦ Σταυροῦ. Τί ἄλλο θαυμασιότερο! Καὶ ἡ θέωση διὰ Σταυροῦ. Τί ἄλλο ἐρασμιότερο! «Ἡ ζωηφόρος Σου πλευρά… τὴν Ἐκκλησίαν Σου, Χριστέ, ὡς λογικὸν ποτίζει Παράδεισον… τὸν κόσμον ἀρδεύουσα, τὴν κτίσιν εὐφραίνουσα…» (Τροπάριον Μακαρισμῶν Μ. Πέμπτης).
Νά γιατί πανηγυρίζουμε οἱ πιστοὶ στὴ γιορτὴ τοῦ Σταυροῦ: διότι ὅλες οἱ εὐλογίες ποὺ ἀπολαμβάνουμε ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας πηγάζουν ἀπὸ τὸν πανσεβάσμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας. «Ἀπὸ θανάτου γεγόναμεν ἀθάνατοι… Ταῦτα τοῦ Σταυροῦ τὰ κατορθώματα» (PG 49, 396). Τί νὰ ἀνταποδώσουμε στὸν Κύριό μας γιὰ ὅλα ὅσα μᾶς χάρισε; «Τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίῳ περὶ πάντων, ὧν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν;».