Ὅταν θέλει ὁ Θεός

Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 23 Σεπτεμβρίου 2018 (Τοῦ Προδρόμου: Γαλ. δ΄ 22-27)

Ἀδελφοί, Ἀβραὰμ δύο υἱοὺς ἔσχεν, ἕνα ἐκ τῆς παιδίσκης καὶ ἕνα ἐκ τῆς ἐλευθέρας. ἀλλ’ ὁ μὲν ἐκ τῆς παιδίσκης κατὰ σάρκα γεγέννηται, ὁ δὲ ἐκ τῆς ἐλευθέρας διὰ τῆς ἐπαγγελίας. ἅτινά ἐστιν ἀλληγορούμενα. αὗται γάρ εἰσι δύο διαθῆκαι, μία μὲν ἀπὸ ὄρους Σινᾶ, εἰς δουλείαν γεννῶσα, ἥτις ἐστὶν Ἄγαρ· τὸ γὰρ Ἄγαρ Σινᾶ ὄρος ἐστὶν ἐν τῇ Ἀραβίᾳ, συστοιχεῖ δὲ τῇ νῦν Ἱερουσαλήμ, δουλεύει δὲ μετὰ τῶν τέκνων αὐτῆς· ἡ δὲ ἄνω Ἱερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν, ἥτις ἐστὶ μήτηρ πάντων ἡμῶν. γέγραπται γάρ· εὐφράνθητι στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα, ρῆξον καὶ βόησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα· ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα.

«Εὐφράνθητι στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα»

Σήμερα γιορτάζουμε τὴ Σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Γι᾿ αὐτό, τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε, εἶναι τῆς ἑορτῆς. Τὸ ἀνάγνωσμα κλείνει μὲ μία προφητεία τοῦ Ἡσαΐα, ποὺ ξεκινᾶ μὲ τὰ λόγια ποὺ προτάξαμε: Νὰ εὐφρανθεῖς ἐσὺ ποὺ ἤσουν στείρα. Ὡς πρὸς τὴ σημερινὴ ἑορτή, ὁ λόγος αὐτὸς ἀναφέρεται στὴν δικαία Ἐλισάβετ, τὴ μητέρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἡ ὁποία ἦταν στείρα, δὲν μποροῦσε νὰ κάνει παιδιά, καὶ μὲ τὴν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ συνέλαβε τὸν ἅγιο Ἰωάννη.

Ἂς δοῦμε πῶς ἐφαρμόσθηκε ὁ λόγος αὐτὸς στὴν Ἐλισάβετ καὶ τί πρέπει νὰ σημάνει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας.

1. Τὸ μήνυμα τοῦ Ἀρχαγγέλου

Οἱ δίκαιοι Ζαχαρίας καὶ Ἐλισάβετ ἦταν ἕνα πολὺ εὐλογημένο ζευγάρι, ἄμεμπτοι στὴ ζωή τους, ἀκριβεῖς τηρητὲς ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ὅμως ἄτεκνοι, καθὼς ἡ Ἐλισάβετ ἦταν στείρα, καὶ ἤδη ἦταν γέροντες. Τὰ πράγματα ὅμως ἄλλαξαν μὲ τὴν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ζαχαρίας ἦταν ἱερέας. Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ἐφημερίας του, ἐνῶ θυμίαζε μέσα στὸν Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων, τοῦ ἐμφανίσθηκε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ὁ ὁ­ποῖος τοῦ ἀνήγγειλε εὐχάριστο μήνυμα: ὅτι ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχή του καὶ θὰ τοῦ ἔδινε παιδί, τὸ ὁποῖο θὰ εἶχε πολλὴ θεία Χάρι ἤδη ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του καὶ θὰ γινόταν μεγάλος, σπουδαῖος ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων.

Ὁ Ζαχαρίας δίστασε καὶ ἀποκρίθηκε στὸν Ἀρχάγγελο:

–Πῶς θὰ γίνει αὐτό; Ἐγὼ καὶ ἡ γυναίκα μου εἴμαστε πιὰ γέροντες. Εἴμαστε σὲ ἡλικία κατὰ τὴν ὁποία δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε παιδί.

Τότε ὁ Ἀρχάγγελος τοῦ ἐπέβαλε ἐπιτίμιο λόγῳ τῆς ὀλιγοπιστίας του: νὰ μείνει ἄφωνος μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς γεννήσεως τοῦ γιοῦ του. Ὁ δίκαιος μετὰ τὸ τέλος τῆς ἐφημερίας του ἐπέστρεψε στὸ σπίτι του. Ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες πράγματι συνέλαβε ἡ Ἐλισάβετ. Γιὰ πέντε μῆνες ἔκρυβε τὸν ἑαυτό της ἀπὸ συστολὴ γιὰ τὴν ἐγκυμοσύνη της· ἀλλὰ ὅταν πιὰ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ κρύβεται, ἔλεγε σὲ ὅσους τὴ συνέχαιραν, ὅτι νά, ἔτσι, σ᾿ αὐτὴ τὴν ἡλικία, μὲ ἐπισκέφθηκε ὁ Θεὸς καὶ μὲ ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴν ἀτεκνία (βλ. Λουκ. α´ 5-25). Τὸ θαῦμα συγκλόνισε ὅλη τὴν περιοχή: Μιὰ στείρα γερόντισσα νὰ γεννήσει παιδί!

2. Ὅλα δυνατὰ στὸν Θεὸ

Ὁ Τίμιος Πρόδρομος εἶναι κορυφαία μορφὴ στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Ἡ ζωή του ἀπὸ τὴν πρώτη ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος της εἶναι μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη. Ὑπάρχει ὅμως κάτι ἀπὸ τὰ γεγονότα τῆς γεννήσεώς του ποὺ μποροῦμε νὰ τὸ κρατήσουμε γιὰ τὴ δική μας ζωή: τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἀδιέξοδα γιὰ τὸν Θεό.

Οἱ δίκαιοι ἦταν γέροντες, ἡ Ἐλισάβετ ἦταν στείρα. Ἡ φύση ἦταν ἀδύναμη. Ἡ Χάρις ὅμως, δηλαδὴ ἡ ἐνέργεια τοῦ Θε­οῦ, εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ φύση. Οἱ προσ­ευχὲς τοῦ ζεύγους εἰσακούσθηκαν, ὁ Θε­ὸς θέλησε, τὸ θαῦμα ἔγινε.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ στὴ ζωή μας, στὸν ἀγώνα μας, στὰ ἀδιέξοδα καὶ στὶς ἀπελπιστικὲς καταστάσεις ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι γιὰ τὸν Θεὸ ὅλα εἶναι κατορθωτά. Ἂς μὴ θέλουμε νὰ λύσουμε τὰ προβλήματά μας μὲ τὶς δικές μας μόνο δυνάμεις. Ὁπωσδήποτε ὀφείλουμε νὰ κάνουμε πάντοτε ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμᾶς. Ἀλλὰ ἡ ἐλπίδα μας ἂς εἶναι πρωτίστως στὸν Πατέρα μας, ὁ Ὁποῖος μᾶς φροντίζει μὲ τέλεια ἀγάπη καὶ εἶναι πάνσοφος καὶ παντοδύναμος.

Ὅταν τὰ πράγματα φθάσουν σὲ ἀδιέξ­οδο, «τότε μάλιστα ἔλπιζε», τότε πιὸ πο­­λὺ νὰ ἐλπίζεις, γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Διότι τότε ὁ Θεὸς δείχνει τὴ δύναμή Του, ὅταν χαθεῖ ἡ ἐλπίδα γιὰ κάθε ἀνθρώπινη βοήθεια. Καὶ καταλήγει ὁ ἅγιος Πατήρ: Μὴν προσέχεις λοιπὸν στὴ φύση τῶν πραγμάτων, ἡ ὁ­ποία προκαλεῖ ἀπόγνωση, ἀλλὰ στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νὰ δώσει αἴσια ἔκβαση στὸ ἀδιέξοδό μας(*).

Αὐτὴ ἐξάλλου εἶναι ἡ ἐπίμονη προτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας στὰ παιδιά της: «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Ὁ καθένας νὰ ἐμπιστευθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς ἄλλους καὶ ὅλη τὴ ζωή του στὸν Χριστὸ τὸν Θεό μας.

***

Ἕνα δισταγμὸ ἐξέφρασε ὁ Ζαχαρίας στὸν Ἀρχάγγελο γιὰ τὴν ἀπόκτηση παιδιοῦ, καθὼς εἶχε στραμμένη τὴν προσ­οχή του στὰ ἀνθρώπινα δεδομένα καὶ ὄχι στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ· καὶ ὁ Ἀρχάγγελος τοῦ ἐπέβαλε ὡς ἐπιτίμιο τὴν ἀφωνία! Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀμφιβάλλουμε γιὰ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ὅλα τὰ κάνει εὔκολα καὶ μᾶς ἔδωσε ὑπόσχεση ὅτι ποτὲ δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει. Ἔπειτα ἡ ἴδια ἡ ἐποχή μας, ἐποχὴ κρίσεως, ἀναταραχῶν καὶ ἀνασφάλειας, μᾶς διδάσκει νὰ στηρίζουμε τὴν ἐλπίδα μας μόνο στὸν Κύριο τῆς ἱστορίας. Ἂς τὸ ἀποφασίσουμε λοιπόν.

(*) «Ὅταν εἰς ἀπορίαν τὰ πράγματα ἐμπέσῃ, τότε μάλιστα ἔλπιζε. Τότε γὰρ μάλιστα ὁ Θεὸς ἐπιδείκνυται τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν, οὐκ ἐκ προοιμίων, ἀλλ᾽ ὅταν τὰ παρὰ τῶν ἀνθρώπων ἀπογνωσθῇ. Οὗτος γὰρ τῆς τοῦ Θεοῦ βοηθείας ὁ καιρός» (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἐξήγησις εἰς τὸν ΡΙΖ´ Ψαλμόν, PG 55, 332).