Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Πέμ. α΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λουκ. δ΄ 16-22)
16 Καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Ναζαρέτ, οὗ ἦν τεθραμμένος, καὶ εἰσῆλθε κατὰ τὸ εἰωθὸς αὐτῷ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τὴν συναγωγήν, καὶ ἀνέστη ἀναγνῶναι. 17 καὶ ἐπεδόθη αὐτῷ βιβλίον Ἡσαΐου τοῦ προφήτου, καὶ ἀναπτύξας τὸ βιβλίον εὗρε τὸν τόπον οὗ ἦν γεγραμμένον· 18 Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, 19 κηρῦξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν. 20 καὶ πτύξας τὸ βιβλίον ἀποδοὺς τῷ ὑπηρέτῃ ἐκάθισε· καὶ πάντων ἐν τῇ συναγωγῇ οἱ ὀφθαλμοὶ ἦσαν ἀτενίζοντες αὐτῷ. 21 ἤρξατο δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι σήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν. 22 καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσήφ;
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
16 Ἔπειτα ἦλθε στή Ναζαρέτ, ἐκεῖ ὅπου εἶχε ἀνατραφεῖ καί εἶχε μεγαλώσει. Κι ὅπως συνήθιζε ἀπό τήν παιδική του ἀκόμη ἡλικία, μπῆκε τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου στή συναγωγή καί σηκώθηκε ἀπό τή θέση του γιά νά διαβάσει κάποια προφητική περικοπή ἀπό τή Βίβλο. 17 Καί τοῦ παρέδωσαν τό βιβλίο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα. Ξεδίπλωσε τότε τό βιβλίο πού ἦταν τυλιγμένο σέ κυλινδρικό σχῆμα καί βρῆκε τό μέρος ἐκεῖνο ὅπου ἦταν γραμμένο τό ἑξῆς: 18 Τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου μένει καί ἀναπαύεται σέ μένα τόν Μεσσία, γιά νά συνεργάζεται μαζί μου στό σωτηριῶδες ἔργο μου. Καί μένει τό Πνεῦμα αὐτό σέ μένα, διότι ὁ Κύριος μέ ἔχρισε ὡς ἄνθρωπο καί μέ ἀπέστειλε νά κηρύξω τό εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας σ’ ἐκείνους πού στεροῦνται τή χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι πνευματικά φτωχοί καί βρίσκονται σέ ἄθλια κατάσταση. Μέ ἔστειλε νά θεραπεύσω ἐκείνους πού ἡ καρδιά τους ἔχει συντριβεῖ ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας. 19 Μέ ἔστειλε νά κηρύξω ἄφεση καί ἐλευθερία στούς δούλους καί αἰχμάλωτους τῆς ἁμαρτίας καί νά χαρίσω τό φῶς σ’ ἐκείνους πού ἔχουν τυφλωμένο τό νοῦ τους ἀπό τό σκοτισμό τῶν παθῶν. Μέ ἔστειλε νά ἐλευθερώσω ἀπό κάθε ἐνοχή ἐκείνους πού ἔχουν καταπληγωθεῖ καί συντριβεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία. Μέ ἔστειλε νά κηρύξω καί νά ἀναγγείλω τήν ἔναρξη τῆς νέας περιόδου, ἡ ὁποία εἶναι ἀρεστή στό Θεό καί ἐπιθυμητή στούς ἀνθρώπους· διότι τήν περίοδο αὐτή πραγματοποιεῖται ἀπό τόν Μεσσία ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. 20 Κι ἀφοῦ τύλιξε τό βιβλίο, τό ἔδωσε πάλι στόν ὑπηρέτη τῆς συναγωγῆς καί κάθισε γιά νά ἐξηγήσει καί νά ἀναπτύξει τήν περικοπή πού διάβασε. Καί τά μάτια ὅλων ὅσων ἦταν στή συναγωγή εἶχαν στραφεῖ μέ πολύ ἐνδιαφέρον καί προσοχή σ’ αὐτόν. 21 Ἄρχισε λοιπόν νά τούς λέει ὅτι σήμερα πραγματοποιήθηκε καί ἐπαληθεύθηκε ἡ προφητεία αὐτή μέ τό κήρυγμα πού ἀκούγεται τή στιγμή αὐτή στά αὐτιά σας ἀπό μένα, στόν ὁποῖο ἀναφέρεται ἡ προφητεία αὐτή. 22 Καί ὅλοι ὅσοι ἄκουσαν τήν ἐξήγηση τῆς προφητείας πού στή συνέχεια ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, ὁμολογοῦσαν ὅτι κήρυξε ἐξαίρετα. Καί ἀποροῦσαν γιά τά λόγια πού ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα του καί ἦταν γεμάτα μέ θεία χάρη καί γλυκύτητα· κι ἔλεγαν: Περίεργο! Δέν εἶναι αὐτός ὁ γιός τοῦ Ἰωσήφ, πού μέχρι χθές ἐργαζόταν σάν ἕνας ἀπό μᾶς;