ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (19/10)

Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Παρ. ε΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. ι΄ 1-15)

Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα, καὶ ἀπέστει­λεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶ­σαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤ­­­μελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι. 2 ἔλεγεν οὖν πρὸς αὐτούς· ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅ­­πως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ. 3 ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ ἀπο­στέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν μέσῳ λύκων. 4 μὴ βαστάζετε βαλλάντιον, μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήμα­τα, καὶ μηδένα κατὰ τὴν ὁ­­­δὸν ἀσπάσησθε. 5 εἰς ἣν δ᾿ ἂν οἰκίαν εἰσέρχησθε, πρῶτον λέγετε· εἰρήνη τῷ οἴκῳ τούτῳ. 6 καὶ ἐὰν ᾖ ἐκεῖ υἱὸς εἰρή­νης, ἐπαναπαύσεται ἐπ᾿ αὐ­­­τὸν ἡ εἰρήνη ὑμῶν· εἰ δὲ μήγε, ἐφ᾿ ὑμᾶς ἐπανακάμ­ψει. 7 ἐν αὐτῇ δὲ τῇ οἰκίᾳ μένε­τε ἐσθίοντες καὶ πίνοντες τὰ παρ᾿ αὐτῶν· ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐ­­τοῦ ἐστι· μὴ μεταβαίνετε­ ἐξ οἰκίας εἰς οἰκίαν. 8 καὶ εἰς ἣν ἂν πόλιν εἰσέρχησθε καὶ δέχωνται ὑμᾶς, ἐσθίετε τὰ παρατιθέμενα ὑ­μῖν, 9 καὶ θεραπεύετε τοὺς ἐν αὐ­τῇ ἀσθενεῖς, καὶ λέγετε αὐ­τοῖς· ἤγγικεν ἐφ᾿ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 10 εἰς ἣν δ᾿ ἂν πόλιν εἰσέρχησθε καὶ μὴ δέχωνται ὑ­μᾶς, ἐξελθόντες εἰς τὰς πλατείας αὐτῆς εἴπατε· 11 καὶ τὸν κονιορτὸν τὸν κολληθέντα ἡμῖν ἀπὸ τῆς πόλεως ὑμῶν εἰς τοὺς πόδας ἡμῶν ἀπομασσόμεθα ὑμῖν· πλὴν τοῦτο γινώσκετε, ὅτι ἤγγικεν ἐφ᾿ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 12 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι Σοδόμοις ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνε­κτότερον ἔσται ἢ τῇ πόλει ἐ­­κείνῃ. 13 οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδά· ὅτι εἰ ἐν Τύ­ρῳ καὶ Σιδῶνι ἐγένοντο αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν ὑ­­μῖν, πάλαι ἂν ἐν σάκκῳ καὶ σποδῷ καθήμενοι μετε­νό­ησαν. 14 πλὴν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἀ­­­νε­κτότερον ἔσται ἐν τῇ κρίσει ἢ ὑμῖν. 15 καὶ σύ, Καπερναούμ, ἡ ἕ­­­­ως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως ᾅδου καταβιβασθή­σῃ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

Μετά ἀπό αὐτά ὁ Κύριος διάλεξε καί ἀνακήρυξε δημόσια κι ἄλλους ἑβδομήντα μαθητές, καί τούς ἔστειλε δύο – δύο μαζί πρίν ἀπ’ αὐτόν σέ κάθε πόλη καί τόπο πού θά πήγαινε κι αὐτός. 2 Καί τούς ἔλεγε: Τά ὥριμα στάχυα γιά θερισμό εἶναι πολλά, ἀλλά οἱ ἐργάτες πού θά τά θερίσουν εἶναι λίγοι. Πολλοί δηλαδή εἶναι οἱ καλοδιάθετοι νά δεχθοῦν τό Εὐαγγέλιο καί νά σωθοῦν, λίγοι ὅμως εἶ­­­­­­ναι οἱ πνευματικοί ἐργάτες πού θά ὑπηρετήσουν στό πνευ­­ματικό αὐτό ἔργο. Παρακαλέστε λοιπόν τόν Θεό, πού εἶναι ὁ κύριος καί ὁ ἰδιοκτήτης τῆς ἕτοιμης γιά θερισμό σπο­ρᾶς, νά βγάλει καί νά στείλει ἐργάτες στό θερι­σμό του. 3 Πηγαίνετε κι ἐσεῖς τώρα γιά τήν ἐπιτέλεση τοῦ θείου αὐτοῦ ἔργου καί ἐπιτελέστε το μέ θάρρος καί καρτερία. Ἰδού ἐγώ σᾶς ἀποστέλλω σάν ἀρνιά ἥμερα ἀνάμεσα σέ αἱμοβόρους λύκους. Διότι μ’ αὐτούς μοιάζουν οἱ ἐχ­­­­­θροί τοῦ Εὐαγγελίου, πού εἶναι κυριευμένοι ἀπό τά ἄγρια πάθη τῆς κακίας. 4 Μήν παίρνετε μαζί σας πουγγί γιά χρήματα, οὔτε ταξιδιωτικό σάκο γιά τροφές, οὔτε ὑποδήματα, ἀλλά νά ἀρ­­­κεῖστε σ’ αὐτά πού φορᾶτε. Καί μή χάνετε τήν ὥρα σας στό δρό­μο σταματώντας γιά νά χαιρετήσετε κά­­­ποι­ον πού συναντήσατε. 5 Καί σ’ ὅποιο σπίτι μπαίνετε, πρῶτα νά λέτε: Ἄς ἔλθει εἰρήνη σ’ ὅλους ὅσους κατοικοῦν στό σπίτι αὐτό. 6 Κι ἄν βέβαια στό σπίτι αὐτό ὑπάρχει κάποιος εἰρη­νι­κός ἄνθρωπος, πού νά εἶναι ἄξιος τῆς εὐλογίας σας αὐ­­τῆς, ἡ εὐχή σας θά πιάσει καί ἡ εἰρήνη πού τοῦ εὐχη­θή­κατε θά μείνει μέσα του καί θά ἐπαναπαυθεῖ σ’ αὐτόν. Δι­αφορετικά ἡ εἰρήνη σας θά ἐπιστρέψει πάλι σέ σᾶς καί θά ἀπολαύσετε ἐσεῖς τήν εἰρήνη πού εὐχηθήκατε. 7 Στό σπίτι πού μπήκατε, ἐκεῖ νά μένετε. Ἐκεῖ νά τρῶτε καί νά πίνετε ὅ,τι σᾶς προσφέρουν οἱ οἰκο­δε­σπότες. Αὐ­τοί ἄς ἀναλαμβάνουν τά ἔξοδα τῆς συν­τη­ρήσεώς σας. Διότι εἶστε ἐργάτες πού ἐργάζεσθε γιά τήν πνευματική ὠφέλεια τῶν ἀνθρώπων, καί εἶναι δίκαιο νά παίρνει ὁ ἐρ­γάτης τό μισθό τῆς ἐργασίας του. Εἶναι ­δίκαιο λοιπόν νά συντηρεῖσθε κι ἐσεῖς ἀπ’ αὐτούς. ­Διότι γιά τή δική τους πνευματική ὠφέλεια κοπιάζετε. Καί μήν πηγαίνετε ἀπ’ τό ἕνα σπίτι στό ἄλλο, ἀλλάζοντας διαμονή. 8 Σ’ ὅποια πόλη μπαίνετε καί σᾶς δέχονται οἱ κάτοι­κοί της, νά τρῶτε ὅ,τι σᾶς προσφέρουν, χωρίς νά ζη­τᾶτε περισσότερο ἤ διαφορετικό φαγητό. 9 Καί νά θεραπεύετε τούς ἀρρώστους πού ὑπάρχουν στήν πόλη αὐτή. Καί νά τούς λέτε: Πλησίασε κι ἔφθασε σέ σᾶς ἡ πνευματική βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτή μέ τήν Ἐκκλησία πού θά ἱδρύσει ὁ Μεσσίας θά καλεῖ καί θά ἑλκύει τούς ἀνθρώπους σέ οὐράνια ζωή. Ἑτοιμασθεῖτε νά τή δεχθεῖτε. 10 Καί σ’ ὅποια πόλη μπαίνετε καί δέν σᾶς δέχονται οἱ κάτοικοι, βγεῖτε στίς πλατεῖες της καί πέστε δημοσίως, γιά νά σᾶς ἀκούσουν ὅλοι: 11 Καί τή σκόνη πού κόλλησε στά πόδια μας ἀπ’ τό χῶμα τῆς πόλεώς σας τή σκουπίζουμε καί τήν ἀφή­νου­με γιά σᾶς. Δέν θέλουμε τίποτε δικό σας νά μείνει πάνω μας καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε καμία σχέση μαζί σας. Ἕνα ὅμως νά ξέρετε, ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ πλησίασε καί εἶναι κοντά σας. Κι ἀλίμονο σ’ αὐτούς πού δέν τήν δέχονται. 12 Σᾶς βεβαιώνω ὅτι τήν ἡμέρα ἐκείνη τῆς Κρίσεως ὁ Θεός θά κρίνει μέ μεγαλύτερη ἐπιείκεια καί θά ἐπι­βάλει πιό ὑποφερτή τιμωρία στά Σόδο­μα πα­ρά στήν πόλη ἐκείνη πού δέν δέχθηκε τούς ἀπε­σταλ­μέ­νους μου. 13 Ἀλίμονό σου, Χοραζίν· ἀλίμονό σου, Βηθσαϊδά. Δι­ότι ἐάν στίς εἰδωλολατρικές πόλεις τῆς Τύρου καί Σι­δῶ­νος, πού ἦταν φημισμένες γιά τήν κακία τους, εἶχαν γίνει τά θαύματα πού ἔγιναν σέ σᾶς, ἀπό καιρό οἱ κάτοικοί τους θά ἄφηναν κάθε ἄλλο ἔργο τους καί θά εἶχαν μετανοήσει καθισμένοι στή γῆ μέ συντριβή κι ἔχοντας τά σύμβολα καί ἐμβλήματα τοῦ πένθους, φορώντας δηλαδή σάκο καί βάζοντας στάχτη πάνω στά κεφάλια τους. 14 Ἀλλά στούς κατοίκους τῆς Τύρου καί τῆς Σιδῶνος θά ἐπιβληθεῖ ἐπιεικέστερη τιμωρία τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως παρά σέ σᾶς. 15 Κι ἐσύ, Καπερναούμ, πού ἔγινες κατοικία τοῦ ἐναν­θρω­πήσαντος Κυρίου καί γι’ αὐτό ὑψώθηκες δοξασμένη μέχρι τόν οὐρανό, θά κατεβεῖς ντροπιασμένη μέχρι τόν Ἅδη. Τά ἴδια λοιπόν θά πάθουν κι ἐκεῖνοι πού δέν θά δεχθοῦν καί τό δικό σας κήρυγμα.