Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 4 Νοεμβρίου 2018 (κγ΄ Κυριακῆς: Ἐφεσ. β΄ 4-10)
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι· καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ. τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς, οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν.
«Αὐτοῦ ἐσμεν ποίημα»
Ἡ σωτηρία δὲν εἶναι δικό μας κατόρθωμα, ἀλλὰ τῆς θείας Χάριτος – αὐτὸ διακηρύσσει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα. Ὁ Θεός, γράφει, ἀπὸ τὴν πολλή Του ἀγάπη δὲν μᾶς ἄφησε δούλους τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου, ἀλλὰ μὲ τὴν ἐνανθρώπηση καὶ τὸ ἔργο τοῦ Υἱοῦ Του μᾶς ζωντάνευσε πνευματικά, μᾶς ἀνέστησε μαζὶ μὲ τὸν Υἱό Του καὶ μᾶς κάθισε μαζί Του στὰ ἐπουράνια. Μὲ ἄλλα λόγια ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ἦταν ἀνάσταση καὶ ὕψωση τῆς δικῆς μας φύσεως. Διότι, καταλήγει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, εἴμαστε δικό Του δημιούργημα.
Τί ὅμως ἀκριβῶς σημαίνει τὸ ὅτι εἴμαστε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ;
1. Οἱ δύο δημιουργίες
«Αὐτοῦ ἐσμεν ποίημα». Οἱ ἄνθρωποι δὲν εἴμαστε δημιουργήματα τῆς τύχης, κάποιας τυφλῆς μοίρας, καταδικασμένα νὰ ζοῦν μέσα σὲ βάσανα καὶ θλίψεις. Εἴμαστε δημιουργήματα τῆς ἀγάπης τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Μᾶς δημιούργησε ὁ Θεὸς «ἐκ τοῦ μὴ ὄντος», ἀπὸ τὸ μηδέν. Καὶ μᾶς ἔπλασε ἐπειδὴ ἐλεύθερα τὸ θέλησε, ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη, γιὰ νὰ ζοῦμε αἰώνια εὐτυχισμένοι κοντά Του.
Ὡστόσο, σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς ἑρμηνευτές, ὁ θεῖος Ἀπόστολος στὸ παραπάνω χωρίο ἀναφέρεται κυρίως στὴν ἀναδημιουργία μας. Ὁ Θεός, ὅπως ἤδη εἴπαμε, ἀπὸ τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του δὲν παρέβλεψε τὸ ἐξαχρειωμένο κτίσμα Του, ἀλλὰ οἰκονόμησε τὴ σωτηρία μας, τὴν ἀναγέννησή μας διὰ τοῦ Υἱοῦ Του.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σχολιάζει σχετικά: Πραγματικὰ πρόκειται γιὰ ἄλλη δημιουργία. Μᾶς ἔφερε ἀπὸ τὸ μὴ ὂν στὸ εἶναι, ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη. Ὡς πρὸς αὐτὸ ποὺ ἤμασταν πρίν, πεθάναμε, πέθανε δηλαδὴ ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος μέσα μας· καὶ γίναμε αὐτὸ ποὺ δὲν ἤμασταν. Ἄρα δημιουργία εἶναι αὐτό, καὶ δημιουργία ἄξια μεγαλύτερης τιμῆς ἀπὸ τὴν προηγούμενη. Διότι ἀπὸ τὴν πρώτη δημιουργία ἀποκτήσαμε τὴ ζωή, ἐνῶ ἀπὸ τὴ δεύτερη «τὸ καλῶς ζῆν», τὴν εὐτυχισμένη ζωή(*).
2. Ἡ νέα ζωή: κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ
Ἀλλὰ ποιὰ εἶναι αὐτὴ ἡ καινούργια, ἡ ἀνώτερη, ἡ εὐτυχισμένη ζωή; Ἡ ἀπάντηση βρίσκεται στὸ κείμενο τοῦ ἀποστολικοῦ μας Ἀναγνώσματος: «κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Εἴμαστε ἀναδημιουργημένοι γιὰ νὰ ζοῦμε ἑνωμένοι μὲ τὸν Χριστό. Ἡ νέα ζωὴ εἶναι ἡ ζωὴ τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Χριστό, καὶ δι᾿ Αὐτοῦ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, μὲ ὁλόκληρη τὴν Ἁγία Τριάδα! Πότε ἔγινε δυνατὸν αὐτό; Τότε, μὲ τὸ ἀπολυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Κυρίου· ἀπὸ τότε ἡ Ἐκκλησία Του, ἡ ὁποία προχωρᾶ μέσα στοὺς αἰῶνες καὶ ἀνακαινίζει τὸν παλιωμένο κόσμο, συνδέει μὲ τὸν Χριστὸ ὅποια ψυχὴ εἰλικρινὰ Τὸν ἀναζητᾶ καὶ Τὸν θέλει, πιστεύει καὶ ὑποτάσσεται σ᾿ Αὐτόν.
Ὁ σκοπὸς δὲ αὐτῆς τῆς ἑνώσεώς μας μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι τὰ ἀγαθὰ ἔργα. Μᾶς ἀναγέννησε «ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς», σημειώνει ὁ Ἀπόστολος, γι᾿ αὐτὰ μᾶς προετοίμασε ὁ Θεός, ὥστε νὰ πορευθοῦμε μὲ αὐτὰ καὶ ἔτσι νὰ εἰσέλθουμε στὴ Βασιλεία Του.
***
Ἡ σωτηρία μας εἶναι ἔργο τῆς θείας Χάριτος. Ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας μας ἀνήκει στὸν Θεό. Ἐκεῖνος θέλησε. Καὶ Ἐκεῖνος τὴν ἐργάστηκε. Ἦταν ἀδύνατο νὰ ἀναγεννηθοῦμε ἀπὸ μόνοι μας, νὰ σηκωθοῦμε ἀπὸ τὴν πτώση μας μὲ τὶς δικές μας δυνάμεις. Ἀλλὰ καὶ ἡ νέα ζωὴ εἶναι ζωὴ τῆς Χάριτος. Ἔγκειται στὴ σύνδεση καὶ στὴν ὅλο καὶ βαθύτερη ἕνωσή μας μὲ τὸν Κύριο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ τὸ τέλος; Πάλι τῆς θείας Χάριτος. Ἡ αἰώνια ζωὴ τῆς θεοκοινωνίας! Ὀφείλουμε βαθιὰ εὐγνωμοσύνη στὸν Κύριο γιὰ τὶς ἀσύλληπτες εὐεργεσίες Του καὶ ἔμπρακτη ἐκδήλωσή της μὲ τὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε καὶ ἐμεῖς νὰ ζήσουμε τὴ μόνη ἀληθινὴ πραγματικότητα, τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες.
(*) «Ὄντως κτίσις ἑτέρα ἐστίν· ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παρήχθημεν. Ὅπερ ἦμεν πρότερον, ἀπεθάνομεν, τουτέστιν, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος· ὅπερ οὐκ ἦμεν πρότερον, ἐγενόμεθα. Ἄρα κτίσις τὸ πρᾶγμά ἐστι, καὶ τῆς ἑτέρας τιμιωτέρα· ἐξ ἐκείνης μὲν γὰρ τὸ ζῆν, ἐκ δὲ ταύτης τὸ καλῶς ζῆν ἡμῖν περιγέγονεν» (Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ὁμιλία Δ´ εἰς τὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολήν, § γ´, PG 62, 34).