Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Τετ. ζ΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. ια΄ 42-46)
42 ἀλλ᾿ οὐαὶ ὑμῖν τοῖς Φαρισαίοις, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ πήγανον καὶ πᾶν λάχανον, καὶ παρέρχεσθε τὴν κρίσιν καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι, κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι. 43 οὐαὶ ὑμῖν τοῖς Φαρισαίοις, ὅτι ἀγαπᾶτε τὴν πρωτοκαθεδρίαν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς. 44 οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἐστὲ ὡς τὰ μνημεῖα τὰ ἄδηλα, καὶ οἱ ἄνθρωποι περιπατοῦντες ἐπάνω οὐκ οἴδασιν. 45 Ἀποκριθεὶς δέ τις τῶν νομικῶν λέγει αὐτῷ· διδάσκαλε, ταῦτα λέγων καὶ ἡμᾶς ὑβρίζεις. 46 ὁ δὲ εἶπε· καὶ ὑμῖν τοῖς νομικοῖς οὐαί, ὅτι φορτίζετε τοὺς ἀνθρώπους φορτία δυσβάστακτα, καὶ αὐτοὶ ἑνὶ τῶν δακτύλων ὑμῶν οὐ προσψαύετε τοῖς φορτίοις.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
42 Ἀλίμονο ὅμως σέ σᾶς τούς Φαρισαίους, διότι δίνετε στό ναό τό ἕνα δέκατο ἀπό τόν δυόσμο καί ἀπό τό πήγανο καί ἀπό κάθε χορταρικό, παραβαίνετε ὅμως μέ ἀδιαφορία τή δικαιοσύνη καί τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Τά τελευταῖα αὐτά ἔπρεπε πρωτίστως νά τηρεῖτε, κι ἀφοῦ τά κάνετε αὐτά, τότε νά μήν ἀφήνετε κι ἐκεῖνα. 43 Ἀλίμονο σέ σᾶς τούς Φαρισαίους, διότι ἀγαπᾶτε νά κάθεστε στά πρῶτα καθίσματα μέσα στίς συναγωγές, γιά νά διακρίνεστε ἀπ’ τούς ἄλλους, καί σᾶς ἀρέσει νά σᾶς χαιρετοῦν μέ σεβασμό στίς ἀγορές. 44 Ἀλίμονό σας, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριτές, διότι εἶστε σάν τούς τάφους πού δέν φαίνονται. Καί οἱ ἄνθρωποι πού ἀνύποπτοι περπατοῦν πάνω ἀπό τούς τάφους αὐτούς, δέν τό γνωρίζουν αὐτό καί μολύνονται χωρίς νά τό καταλάβουν. Διότι σύμφωνα μέ τό νόμο ὅποιος ἀγγίξει τάφο γίνεται ἀκάθαρτος. Ἔτσι κι ἐσεῖς, εἶστε γεμάτοι κακία, πού τήν κρύβετε μέ τήν ὑποκρισία· κι ἐκεῖνοι πού σᾶς πλησιάζουν ἀνύποπτοι, μολύνονται καί διαφθείρονται. 45 Τότε τοῦ ἀποκρίθηκε κάποιος ἀπό ἐκείνους πού σπούδαζαν τό νόμο καί παρουσιάζονταν ὅτι τόν γνωρίζουν: Διδάσκαλε, μ’ αὐτά πού λές γιά τούς Φαρισαίους βρίζεις κι ἐμᾶς τούς νομικούς. 46 Καί ὁ Ἰησοῦς εἶπε: Ἀλίμονο καί σέ σᾶς τούς νομικούς. Διότι φορτώνετε τούς ἀνθρώπους μέ φορτία βαριά, πού δύσκολα σηκώνονται, κι ἐσεῖς οἱ ἴδιοι οὔτε μ’ ἕνα ἀπό τά δάχτυλά σας δέν ἀγγίζετε τά φορτία αὐτά. Μέ τίς παραδόσεις δηλαδή καί τά ἄλλα ἔθιμά σας μεταβάλατε τό νόμο σέ βαρύ φορτίο. Κι ἐνῶ ἐσεῖς βρίσκετε τρόπους νά ξεφεύγετε τίς δυσβάστακτες αὐτές ὑποχρεώσεις, ἀναγκάζετε τούς ἄλλους νά σηκώνουν τό βαρύτατο φορτίο τους.