Μὲ ἐνέργειες ποὺ ξάφνιασαν πολλοὺς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο δρομολογεῖ τὸ τελευταῖο διάστημα τὴ διαδικασία παροχῆς αὐτοκεφαλίας στὴν Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, θεωρώντας ὅτι ἔτσι θὰ δώσει λύση στὴ δεινὴ ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση τῆς μεγάλης αὐτῆς χώρας, ἡ ὁποία μετὰ τὴν κατάρρευση τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως σπαράσσεται ἀπὸ σχίσματα.
Οἱ ἐνέργειές του προκάλεσαν τὴ βίαιη ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, ἡ ὁποία προχώρησε σὲ πρωτοφανεῖς ἐνέργειες εἰς βάρος του. Ἔτσι ὄχι μόνο διέκοψε τὴν κοινωνία μὲ αὐτό, ἀλλὰ καὶ ἀπαγόρευσε στοὺς πιστούς της νὰ μετέχουν στὰ Μυστήρια τῶν ἐξαρτώμενων ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Ἐκκλησιῶν, ἀκόμη καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐνῶ ἐκπρόσωποί της διεκήρυξαν ὅτι δὲν τὸ ἀναγνωρίζουν ὡς πρωτόθρονο μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Τὸ ζήτημα ἔχει πυροδοτήσει πολλὲς συζητήσεις καὶ ἑκατέρωθεν ἀντιπαραθέσεις, ἀρκετὲς ὑποκινούμενες μὲ ποικίλους τρόπους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας μὲ σκοπὸ νὰ πλήξει τὸ κύρος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Γιὰ τὸ πολὺ σοβαρὸ αὐτὸ θέμα δημοσίευσε τελευταῖα εἰδικὴ μελέτη ὁ καθηγητὴς κ. Βλάσιος Φειδᾶς μὲ τίτλο «Ἡ Συνοδικὴ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (1686) καὶ ἡ Αὐτοκεφαλία τῆς Ἐκκλησίας Οὐκρανίας», στὴν ὁποία μὲ ἰσχυρὴ ἐπιχειρηματολογία τονίζει ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἔχει ὄχι μόνο τὴ δυνατότητα ἀλλὰ καὶ τὴν ὑποχρέωση νὰ φροντίσει γιὰ τὴ λύση τοῦ προβλήματος τῆς Οὐκρανίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ καταλήγοντας γράφει ὅτι: «ἡ μόνη κανονικὴ ὁδὸς γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ἐσωτερικῆς ἑνότητας τοῦ διεσπασμένου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος τῆς δεινῶς δοκιμαζομένης μεγάλης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας εἶναι, ὅπως καὶ σὲ ὅλες τὶς ἄλλες αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τῶν νεωτέρων χρόνων, ἡ ἄμεση ἀνακήρυξη τῆς Αὐτοκεφαλίας».
Ὁπωσδήποτε τὸ πρόβλημα παρουσιάζεται δυσεπίλυτο. Ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὰ ἐπικίνδυνα οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὀφείλουμε νὰ προσέξουμε νὰ μὴ συνεργήσουμε σὲ ὑπονόμευση τῆς θέσεώς του, τὴν ὁποία ὕπουλα ἐπιβουλεύεται ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας. Μία Ἐκκλησία μὲ παπιστικὴ νοοτροπία, ἡ ὁποία βαυκαλίζεται μὲ τὴν ὑπερφίαλη ἰδέα τῆς Τρίτης Ρώμης καὶ ἡ ὁποία, τόσο κατὰ τὴν τσαρική, ὅσο καὶ κατὰ τὴν κομμουνιστικὴ περίοδο ἦταν ὑποχείρια τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, καὶ τέτοια δυστυχῶς παραμένει σὲ μεγάλο βαθμὸ ἀκόμη καὶ σήμερα. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ τὴν ἔχει κάνει ἀντιπαθητικὴ σὲ μεγάλο τμῆμα τοῦ οὐκρανικοῦ λαοῦ.
Ἐπιθυμία μας καὶ εὐχή μας ἂς εἶναι νὰ εἰρηνεύσει ἡ Ἐκκλησία, οἱ ὅποιες δὲ ἀντιθέσεις νὰ λυθοῦν μὲ εἰρηνικὸ τρόπο καὶ πάντα σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τὴ διαχρονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀναγνωρίζουν τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο πρωτόθρονη Ἐκκλησία στὴν Ὀρθοδοξία, μὲ τὴν καίρια εὐθύνη καὶ ἀποστολὴ νὰ διαφυλάσσει τὴν ἑνότητα τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν καὶ τὴν ἀκρίβεια τῆς Πίστεως.