Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 30 Δεκεμβρίου 2018, Κυρ. μετά τα Χριστούγεννα (Γαλ. α΄ 11-19)
Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι᾿ ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν ποτε ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ, ὅτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον ἐν τῷ ᾿Ιουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου παραδόσεων. Ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ αἵματι, οὐδὲ ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα πρὸς τοὺς πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον εἰς Ἀραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς Δαμασκόν. ῎Επειτα μετὰ ἔτη τρία ἀνῆλθον εἰς ῾Ιεροσόλυμα ἱστορῆσαι Πέτρον, καὶ ἐπέμεινα πρὸς αὐτὸν ἡμέρας δεκαπέντε· ἕτερον δὲ τῶν ἀποστόλων οὐκ εἶδον εἰ μὴ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.
«Εὐδόκησεν ὁ Θεός… ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοὶ»
Μᾶς ἀξίωσε καὶ φέτος ὁ Κύριος νὰ γιορτάσουμε τὴν κατὰ σάρκα Γέννησή Του. Ψάλαμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ ὅτι «ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους ὁ Σωτὴρ ἡμῶν», μᾶς ἐπισκέφθηκε ὁ Σωτήρας καὶ Λυτρωτής μας. Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ κλίμα, σήμερα, Κυριακὴ μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν, τιμοῦμε τρεῖς μεγάλους Ἁγίους, κατὰ σάρκα συγγενεῖς τοῦ Κυρίου: τὸν προφητάνακτα Δαβίδ, πρόγονο τοῦ Κυρίου, τὸν μνήστορα Ἰωσήφ, κατὰ νόμον προστάτη τῆς Παναγίας καὶ τοῦ Ἰησοῦ, καὶ τὸν ἀδελφόθεο Ἰάκωβο, γιὸ τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ προηγούμενο γάμο του, πρὶν μνηστευθεῖ τὴν Θεοτόκο. Τὸ Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα μάλιστα ἐπελέγη πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Ἰακώβου, διότι περιέχει τὸ ὄνομά του. Σ᾿ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει γιὰ τὴ μεταστροφή του στὴν ἀληθινὴ πίστη. «Εὐδόκησε ὁ Θεὸς ν᾿ ἀποκαλύψει καὶ σ᾿ ἐμένα τὸν Υἱό Του», γράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος.
Μὲ ἀφορμὴ αὐτὸ τὸ χωρίο, ἂς δοῦμε πῶς ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτει τὸν Υἱό Του στὴν προσωπικὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων καὶ τί συνέπειες ἔχει αὐτὸ γιὰ τὸν καθένα μας.
1. Εἶναι μυστήριο
Ὅταν ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτει τὸν Υἱό Του στὸν ἄνθρωπο, Τὸν καθιστᾶ ὁρατὸ ὄχι στὰ σωματικά του μάτια, ἀλλὰ στὰ πνευματικά. Ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Μὲ αὐτὴν ὁ ἄνθρωπος ἀντιλαμβάνεται ὅτι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, εἶναι Θεός, καὶ εἶναι ὁ προσωπικός του Σωτήρας, τὸν Ὁποῖο καλεῖται νὰ ἀγαπήσει ὁλοκληρωτικά, νὰ παραδώσει σ᾿ Αὐτὸν τὴ ζωή του.
Πῶς ἀκριβῶς γίνεται αὐτό; Πρόκειται γιὰ μυστήριο ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε παρὰ ἐλάχιστα. Μπορεῖ ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ νὰ γίνει κάποτε μέσα ἀπὸ μιὰ μεγάλη δοκιμασία: ἕνα παραλίγο θανατηφόρο ἀτύχημα, μία ὀδυνηρὴ ἀσθένεια, μία μεγάλη ἀδικία ἢ ἀποτυχία – ἐμπειρίες ποὺ συγκλονίζουν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ὁδηγοῦν σὲ βαθὺ προβληματισμό. Τότε ἔρχεται ἡ θεία Χάρις, τότε τοῦ ἀποκαλύπτεται ὁ Θεὸς καὶ τὸν καλεῖ νὰ ζήσει συνειδητὴ χριστιανικὴ ζωή.
Ἄλλοτε ἡ ἀποκάλυψη γίνεται στὴν καθημερινότητα τοῦ ἀνθρώπου ἀπρόσμενα, μέσα ἀπὸ ἕνα ἀδιαμφισβήτητο θαῦμα. Ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἀπὸ περιέργεια πῆγε νὰ προσκυνήσει τὸ Τίμιο Ξύλο, ἀλλὰ μία ἀόρατη δύναμη τὴν ἐμπόδισε νὰ εἰσέλθει στὸν Ναό. Αὐτὸ στάθηκε ἀφορμὴ νὰ ἀλλάξει τελείως ζωή, ἀπὸ τὴν ἄκρα ἀσωτία νὰ περάσει στὴν ἄκρα ἄσκηση.
Ἄλλοτε ἡ ἀποκάλυψη γίνεται μέσα ἀπὸ τὴ συνάντηση μὲ ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο, μέσα ἀπὸ ἕνα προσκύνημα ἢ ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἴσως καὶ ἑνὸς μόνο χωρίου, ἀπὸ τὴν ἀκρόαση ἑνὸς κηρύγματος, ἀπὸ μιὰ κατανυκτικὴ θεία Λειτουργία… Εἶναι ἀμέτρητοι οἱ δρόμοι μέσα ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἔρχεται ὁ Θεὸς στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ χαρίζει τὸ πιὸ μεγάλο δῶρο: τὸ νὰ γνωρίσει τὴν ἀλήθεια, ὅτι ὄντως ὑπάρχει Θεός, καὶ νὰ αἰσθανθεῖ τὸ μεγαλεῖο Του, νὰ ζήσει στὴ ζεστὴ ἀγκαλιὰ τῆς ἀγάπης Του.
2. Εὐγνωμοσύνη, ἀνταπόκριση στὴ δωρεὰ
Ἀπὸ τὰ παραπάνω, ἴσως ὅλοι μας θυμηθήκαμε ἐκείνη τὴν εὐλογημένη ὥρα κατὰ τὴν ὁποία καὶ ἐμεῖς νιώσαμε τὸ ἄγγιγμα τοῦ Θεοῦ. Πόσο εὐγνώμονες πρέπει νὰ εἴμαστε ἀπέναντί Του γι᾿ αὐτὴ τὴν ἀνεκτίμητη εὐεργεσία! Δισεκατομμύρια ἄλλοι ἄνθρωποι δὲν ἔχουν ἀξιωθεῖ αὐτῆς τῆς δωρεᾶς, «κρίμασιν οἷς οἶδεν ὁ Κύριος», γιὰ λόγους ποὺ γνωρίζει μόνο Ἐκεῖνος. Λοιπόν, κάθε μέρα τῆς ζωῆς μας νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ τὸ ὅτι μᾶς ἀπεκάλυψε τὸν Ἑαυτό του καὶ τὸ θέλημά Του.
Ὅμως ἡ μεγάλη αὐτὴ εὐλογία δημιουργεῖ καὶ εὐθύνες. Εἶναι ἕνα τάλαντο, ποὺ ὀφείλουμε νὰ πολλαπλασιάσουμε· νὰ καλλιεργήσουμε ζωντανὴ σχέση μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Κι αὐτὸ γίνεται μὲ τὴν προσευχή, μὲ τὴ μελέτη τοῦ λόγου Του, μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὴν κάθαρση ἀπὸ τὴν ποικίλη ἁμαρτία, ἡ ὁποία ἀδυνατίζει τὸν σύνδεσμό μας μαζί Του, μὲ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του, μὲ τὴ συνειδητὴ συμμετοχή μας στὰ ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα τὴ θεία Κοινωνία. Ἔτσι θὰ Τὸν γνωρίζουμε περισσότερο, ἔτσι θὰ Τὸν ζοῦμε πιὸ ἔντονα στὴν καρδιά μας καὶ θὰ γινόμαστε περισσότερο δικοί Του.
Ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια τοῦ ἀγώνα, τὸ ἀναμενόμενο εἶναι νὰ αὐξάνει «ἡ ἐπίγνωσις τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ» καὶ ἡ ἀγάπη μας πρὸς Ἐκεῖνον. Ἐὰν κάτι τέτοιο δὲν γίνεται, θὰ πρέπει νὰ προβληματισθοῦμε μήπως ἡ χριστιανική μας ζωὴ ἔχει καταντήσει τυπικὴ θρησκευτικότητα.
***
Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, ἀρχικά, ἐνῶ ἀναγνώριζε τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου, δὲν εἶχε πιστέψει ὅτι Αὐτὸς ἦταν ὁ Μεσσίας. Μετὰ ὅμως ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστάντος σ᾿ ἐκεῖνον, πίστεψε ἀνεπιφύλακτα καὶ ἀνταποκρίθηκε πλήρως στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ζώντας μὲ ἀκρίβεια τὴ χριστιανικὴ ζωή. Εἶχε πολὺ μεγάλο κύρος στὴν πρώτη Ἐκκλησία, ἀκόμη καὶ μεταξὺ τῶν ἄπιστων Ἰουδαίων. Ἐξελέγη δὲ ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ὡς ὁ πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, τῆς Ἐκκλησίας ἐκείνης στὴν ὁποία ὑπῆρχε θαυμαστὴ ἑνότητα μεταξὺ τῶν μελῶν της καὶ ἁγιότητα. Εἴθε μὲ τὶς πρεσβεῖες του νὰ ζοῦμε ἔτσι, ὥστε νὰ φανερώνεται πάντοτε ὁ Κύριος μέσα στὶς καρδιές μας.