ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (28/12)

Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Παρ. ιε΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Μρ. ιβ΄ 1-12)

Καὶ ἤρξατο αὐτοῖς ἐν πα­ραβολαῖς λέγειν· ἀμπε­λῶνα ἐφύτευσεν ἄνθρω­πος καὶ περιέθηκε φραγμὸν καὶ ὤρυξεν ὑπολήνιον καὶ ᾠκο­δόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπε­δήμησε. 2 καὶ ἀπέστειλε πρὸς τοὺς γεωργοὺς τῷ καιρῷ δοῦ­λον,­ ἵνα παρὰ τῶν γεωργῶν λάβῃ ἀπὸ τοῦ καρποῦ τοῦ ἀμπελῶνος. 3 καὶ λαβόντες αὐτὸν ἔδειραν καὶ ἀπέστειλαν κενόν. 4 καὶ πάλιν ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς ἄλλον δοῦλον· κἀκεῖνον λιθοβολήσαντες ἐκεφαλαίωσαν καὶ ἀπέστειλαν ἠτιμωμένον. 5 καὶ πάλιν ἄλλον ἀπέστει­λε· κἀκεῖνον ἀπέκτειναν, καὶ πολλοὺς ἄλλους, οὓς μὲν δέροντες, οὓς δὲ ἀποκτέννοντες. 6 ἔτι οὖν ἕνα υἱὸν ἔχων, ἀγαπητὸν αὐτοῦ, ἀπέστειλε καὶ αὐτὸν ἔσχατον πρὸς αὐ­­τοὺς λέγων ὅτι ἐντραπήσον­ται τὸν υἱόν μου. 7 ἐκεῖνοι δὲ οἱ γεωργοί, θεασάμενοι αὐτὸν ἐρχόμενον, πρὸς ἑαυτοὺς εἶπον ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτόν, καὶ ἡμῶν ἔσται ἡ κληρονομία. 8 καὶ λαβόντες ἀπέκτειναν αὐτὸν καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος. 9 τί οὖν ποιήσει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος; ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωρ­γοὺς τούτους, καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις. 10 οὐδὲ τὴν γραφὴν ταύτην­ ἀνέγνωτε, λίθον ὃν ἀπεδο­κίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· 11 παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕ­τη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφ­­θαλμοῖς ἡμῶν; 12 Καὶ ἐζήτουν αὐτὸν κρα­τῆσαι, καὶ ἐφοβήθησαν τὸν ὄχλον· ἔγνωσαν γὰρ ὅτι πρὸς αὐτοὺς τὴν παραβολὴν εἶπε. καὶ ἀφέντες αὐτὸν ἀπῆλθον.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

Κι ἄρχισε νά τούς λέει μέ παραβολές: Ἕνας ἄν­θρω­πος φύτεψε ἀμπέλι καί ἔβαλε τριγύρω ἀπό αὐτό ἕνα φράχτη. Κι ἔσκαψε κάτω ἀπό τό πατητήρι μιά στέρνα, γιά νά μαζεύεται ἐκεῖ ὁ μοῦστος, κι ἔκτισε ἕναν πύργο γιά νά μένουν σ’ αὐτόν οἱ φύλακες καί οἱ ἐργάτες. Μετά τό ἐμ­πι­στεύθηκε σέ γεωργούς καί ἀναχώρησε σέ ἄλλη χώρα. Ὁ Θεός δηλαδή ἑτοίμασε καί ἐπιμελήθηκε ὡς δικό του λαό τόν ἰουδαϊκό λαό. Καί ἐμπιστεύθηκε τό λαό αὐτό στούς ἀρχιερεῖς καί τούς ἄρχοντες γιά νά τόν καλλιεργήσουν, ὥστε νά παραγάγει ἔργα πίστεως καί ἀρετῆς. 2 Καί στήν κατάλληλη ἐποχή τῆς σοδειᾶς ἔστειλε στούς γεωργούς κάποιο δοῦλο γιά νά παραλάβει ἀπ’ αὐτούς τό μερίδιο ἀπ’ τόν καρπό τοῦ ἀμ­πε­λιοῦ. Ἔστει­λε δηλαδή ὁ Θεός τήν πρώτη σειρά τῶν προ­­φητῶν γιά νά διαπιστώσουν τά ἔργα τῆς ἀρετῆς τά ὁποῖα ὄφειλε σάν καλλιεργημένο ἀμπέλι νά καρποφορήσει ὁ λαός πού τόσο εὐνοήθηκε ἀπό τόν Θεό. 3 Αὐτοί ὅμως ἔπιασαν τόν δοῦλο αὐτόν, τόν ἔδειραν καί τόν ἔδιωξαν μέ ἀδειανά χέρια. Ἡ πρώτη σειρά τῶν προφητῶν στάλθηκε στόν ἰσραηλιτικό λαό μάταια καί χωρίς κανένα θετικό ἀποτέλεσμα. 4 Καί πρόσθεσε ὁ Θεός καί δεύτερη ἀποστολή. Ἔστειλε πάλι στούς γεωργούς ἄλλο δοῦλο. Κι ἐκεῖνον τόν λιθο­βόλησαν, τοῦ ἔσπασαν τό κεφάλι καί τόν ἔδιωξαν ἀτι­­­μασμένο. Καί τή δεύτερη λοιπόν ἀποστολή τῶν προ­­φη­τῶν οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων τήν κακομεταχειρί­στηκαν περισσότερο ἀπ’ τήν πρώτη. 5 Καί πρόσθεσε καί τρίτη ἀποστολή καί ἄλλες. Ἔστειλε δηλαδή πάλι κι ἄλλο δοῦλο. Κι ἐκεῖνον τόν σκότωσαν καί πολλούς ἄλλους τούς κακομεταχειρίστηκαν. Ἄλ­λους τούς ἔδειραν κι ἄλλους τούς σκότωσαν. 6 Εἶχε λοιπόν ἀκόμη ἕνα, τόν γιό του τόν ἀγαπημένο. Τούς ἔστειλε λοιπόν στό τέλος κι αὐτόν λέγοντας ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί πρέπει τουλάχιστον νά ντραποῦν τό γιό μου. Ἔστειλε λοιπόν καί τόν Υἱό του, τόν Ἰησοῦ Χριστό. 7 Οἱ γεωργοί ὅμως ἐκεῖνοι εἶπαν μεταξύ τους ὅτι αὐ­τός εἶναι ὁ κληρονόμος. Ἐλᾶτε νά τόν σκοτώσουμε, καί θά εἶναι δική μας ἡ κληρονομιά. Ἀνενόχλητοι πλέ­ον θά ἐξουσιάζουμε τή συναγωγή καί θά τήν ἐκ­με­ταλ­λευ­ό­μαστε. 8 Κι ἀφοῦ τόν ἔπιασαν, τόν σκότωσαν, καί τό σῶμα του τό ἔβγαλαν καί τό πέταξαν ἔξω ἀπό τό ἀμπέλι. 9 Τί θά τούς κάνει λοιπόν ὁ ἰδιοκτήτης τοῦ ἀμ­­πε­­­­λιοῦ; Θά ἔλθει καί θά ἐξολοθρεύσει τούς γεωργούς αὐτούς καί θά δώσει τό ἀμπέλι σέ ἄλλους. Καί πράγ­­ματι, ἀφοῦ ἐξολόθρευσε τούς Ἰουδαίους καί κα­τέ­στρεψε μέ τούς Ρωμαίους τήν Ἱερουσαλήμ, παρέδωσε τό ἀμπέλι του στό νέο Ἰσραήλ τῆς χάριτος, στούς Ἀποστόλους καί τούς διαδόχους τους, γιά νά τό καλ­λιερ­γοῦν καρπο­φόρα. 10 Καί συνέχισε ὁ Κύριος: Δέν διαβάσατε οὔτε κἄν τό λόγο αὐτό τῆς Ἁγίας Γραφῆς: Λίθο πού ἀπέρριψαν καί πέταξαν ὡς ἄχρηστο καί ἀκατάλληλο οἱ κτίστες, αὐτός ἔγινε ἡ κεφαλή ὅλης τῆς οἰκοδομῆς, ἀκρογωνιαῖος λίθος καί στερεό ἀγκωνάρι της; 11 Ἡ τοποθέτηση αὐτή τοῦ λίθου ἔγινε ἀπ’ τόν Κύριο καί εἶναι θαυμαστή στά μάτια μας, στά μάτια τῶν πι­στῶν. Δηλαδή, ἐνῶ ἐσεῖς μέ ἀπορρίψατε ὡς ἀκατάλ­λη­­­λο λίθο στήν οἰκοδομή τοῦ Θεοῦ, ἐγώ ἔγινα κεφαλή ὅλης τῆς οἰκοδομῆς καί συνένωσα τούς λαούς σέ μία Ἐκ­κλη­σία. Τό θαυμαστό αὐτό γεγονός στά μάτια ὅλων τῶν πιστῶν ἔγινε ἀπό μένα, τόν Κύριο. 12 Οἱ ἀρχιερεῖς τότε ζητοῦσαν νά τόν συλλάβουν, διότι κατάλαβαν ὅτι γι’ αὐτούς εἶπε τήν παραβολή. Ἀλλά φοβήθηκαν τό λαό. Κι ἔτσι τόν ἄφησαν κι ἔφυγαν.