ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (9/2)

Εὐαγγέλιον: ἡμέρας, Σαβ. ιζ΄ ἑβδ. Ματθαίου (Ματθ. κε΄ 1-13)

Τότε ὁμοιωθήσεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦ­σαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν ἐ­­­ξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. 2 πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραί. 3 αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ᾿ ἑαυτῶν ἔλαιον· 4 αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν. 5 χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐ­­­κάθευδον. 6 μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ. 7 τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκό­­σμησαν τὰς λαμπάδας αὐ­­τῶν. 8 αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται. 9 ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι λέγουσαι· μήποτε οὐκ ἀρκέσει ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς. 10 ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα. 11 ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν. 12 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀ­­μὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑ­­μᾶς. 13 γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀν­­θρώπου ἔρχεται.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

Τότε, ὅταν δηλαδή ἔλθει ὁ Μεσσίας κατά τή δευτέ­ρα του παρουσία, ἡ ἔλευση αὐτή τῆς οὐράνιας βα­­σι­λεί­ας του καί ὅσα θά συμβοῦν τότε θά μοιάζουν μέ ὅ,τι ἔγινε σέ δέκα παρθένες. Αὐτές λοιπόν, ἀ­φοῦ πῆ­ραν τά λυχνάρια τους, βγῆκαν νά ὑποδεχθοῦν τό γαμ­πρό, πού θά ἐρχόταν τή νύχτα νά παραλάβει τή νύφη. 2 Πέντε ὅμως ἀπ’ αὐτές ἦταν φρόνιμες καί μυαλωμένες, ἐνῶ οἱ πέντε ἄλλες ἦταν ἀσυλλόγιστες καί ἀνόητες. 3 Καί οἱ ἀνόητες αὐτές, ὅταν πῆραν τά λυχνάρια τους, δέν πῆραν μαζί τους καί λάδι. 4 Οἱ φρόνιμες ὅμως μαζί μέ τά ἀναμμένα λυχνάρια τους πῆραν καί λάδι στά εἰδικά δοχεῖα τους. 5 Ἐπειδή ὅμως ἀργοῦσε τή νύχτα νά ἔλθει ὁ γαμπρός, νύσταξαν ὅλες καί κοιμοῦνταν. 6 Κατά τά μεσάνυχτα ὅμως ἀκούστηκε φωνή μεγάλη: Ἰδού, ὁ γαμπρός ἔρχεται· βγεῖτε νά τόν προϋπαντήσετε. 7 Τότε σηκώθηκαν ὅλες οἱ παρθένες ἐκεῖνες καί ἑτοί­μασαν καί τακτοποίησαν τά λυχνάρια τους. 8 Οἱ ἀνόητες ὅμως εἶπαν στίς φρόνιμες: Δῶστε μας ἀπό τό λάδι σας, διότι τά λυχνάρια μας σβήνουν. 9 Ἀλλά οἱ φρόνιμες ἀποκρίθηκαν: Δέν μποροῦμε νά σᾶς δώσουμε, διότι ὑπάρχει φόβος νά μή φθάσει τό λά­δι καί γιά μᾶς καί γιά σᾶς. Πηγαίνετε καλύτερα σ’ ἐκεί­νους πού πουλοῦν καί ἀγοράστε γιά τά λυχνάρια σας. 10 Ὅταν ὅμως αὐτές πήγαιναν νά ἀγοράσουν, ἦλθε ὁ γαμπρός. Καί οἱ ἕτοιμες παρθένες μπῆκαν μαζί του στήν αἴθουσα τοῦ γάμου κι ἔκλεισε ἡ θύρα. 11 Ὕστερα ὅμως φθάνουν καί οἱ ὑπόλοιπες παρθένες κι ἄρχισαν νά λένε: Κύριε, κύριε, ἄνοιξέ μας. 12 Αὐτός ὅμως τούς ἀποκρίθηκε: Ἀληθινά σᾶς λέω, δέν σᾶς γνωρίζω. 13 Τό συμπέρασμα λοιπόν τῆς παραβολῆς εἶναι ὅτι πρέπει νά εἶστε προνοητικοί, μέ τήν ψυχή σας πάντοτε νά λάμπει ἀπό τό φῶς τῆς ἀρετῆς καί ἐφοδιασμένοι μέ τό λάδι τῆς ἐσωτερικῆς θερμότητος καί δυνάμεως. Αὐτό θά σᾶς τό προμηθεύει ἡ σταθερή ἐπικοινωνία σας μέ τόν Θεό. Κι ἔτσι νά περιμένετε τόν ἐρχομό τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί Νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας Χρι­στοῦ, ἄγρυπνοι καί ἕτοιμοι πάντοτε. Διότι δέν ξέρετε τήν ἡμέρα οὔτε τήν ὥρα πού θά ἔλθει, γιά νά εἰσέλθετε μα­ζί του στήν εὐφροσύνη, τήν εὐτυχία καί τή χαρά τῶν γά­μων του.