Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 31 Μαρτίου 2019, Γ΄ Νηστειῶν (τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, Μάρκ. η΄ 34 – θ΄ 1)
Εἶπεν ὁ Κύριος ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.
1. Τὸ φρόνημα τῆς τέλειας αὐταπαρνήσεως
Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Ἡ ψυχή μας σήμερα πάλλεται ἀπὸ συγκίνηση, καθὼς προσκυνοῦμε τὸν Τίμιο Σταυρὸ γιὰ νὰ συνεχίσουμε ἀνανεωμένοι τὸν ἱερὸ ἀγώνα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἀκούσαμε τὰ λόγια τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Πίστεώς μας: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει ὡς μαθητής μου, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του “καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ” – ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του – καὶ ἂς μὲ ἀκολουθεῖ μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου».
«Ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ». Σήμερα ὅταν λέμε «αὐτὸς σηκώνει σταυρό», ἐννοοῦμε ὅτι περνᾶ δοκιμασία· ἢ ὅταν λέμε «σηκώνει τὸν σταυρό του», ἐννοοῦμε ὅτι ἀντιμετωπίζει μὲ πίστη καὶ ὑπομονὴ τὴ δοκιμασία ποὺ ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς στὴ ζωή του. Ὁ λόγος ὅμως τοῦ Κυρίου «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» ἔχει ἄλλη σημασία. Σημαίνει: ἂς σηκώνει τὸν σταυρὸ μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἐκτελεσθεῖ. Διότι οἱ κατάδικοι ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ κουβαλοῦν τὸν σταυρὸ στὸν ὁποῖο θὰ σταυρώνονταν μέχρι τὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως.
Ὁ σταυρὸς ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων ἦταν ὄργανο φρικτῆς καταδίκης, τὸ σκληρότερο εἶδος θανατικῆς ἐκτελέσεως. Λέει λοιπὸν ὁ Κύριος: Ὅποιος θέλει νὰ γίνει μαθητής μου, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του σὲ τέλειο βαθμό, ἂς εἶναι ἀποφασισμένος νὰ ὑποστεῖ κάθε θυσία, ἀκόμη καὶ τὸν πιὸ βασανιστικὸ θάνατο, τὸν σταυρικό. Αὐτὸ εἶναι τὸ φρόνημα τοῦ ἀληθινοῦ μαθητῆ τοῦ Κυρίου.
Δηλαδὴ εἴμαστε μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ὅταν ἡ καρδιά μας λέει: «Θέλω νὰ καθαρισθῶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὅ,τι κι ἂν μοῦ κοστίσει» ἤ· «καλύτερα νὰ πεθάνω παρὰ νὰ ἁμαρτήσω»! Ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ πλησιάζουμε συνεχῶς σ᾿ αὐτὸ τὸ φρόνημα.
2. Πόθος γιὰ ζωὴ
Ἀλλὰ γιατί ὁ Κύριος εἶναι τόσο ἀπόλυτος; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ ἀμέσως παρακάτω: «Τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο, ἐὰν ὑποθέσουμε ὅτι κερδίσει ὅλο αὐτὸν τὸν ὑλικὸ κόσμο, ἀλλὰ χάσει τὴν ψυχή του, ἡ ὁποία ὡς πνευματικὴ καὶ αἰώνια εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπὸ αὐτόν; Ἢ τί θὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς του γιὰ νὰ τὴν ἐξαγοράσει ἀπὸ τὴν αἰώνια ἀπώλεια;».
Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ ἀληθινὴ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἡ ψυχὴ σώζεται ὅταν εἶναι ἑνωμένη μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸ ποὺ τὴν χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἁμαρτία. Στὴν παρούσα σύντομη ζωὴ ὁ ἄνθρωπος διαλέγει ἂν θὰ ζήσει κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ κατὰ τὸ δικό του ἐγωιστικὸ θέλημα.
Ἐπίγεια δόξα, πλοῦτος καὶ ἡδονή: Αὐτὰ ἐπιδιώκει καὶ θεοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι πρόσκαιρα, καὶ ἡ ἀπόλαυσή τους προσωρινή. Ἡ ψυχὴ ἀντίθετα εἶναι αἰώνια, καὶ ἡ ζημία της ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἔχει αἰώνιες συνέπειες. Καὶ δὲν συμφέρει νὰ βλάψουμε τὴν ψυχή μας γιὰ χάρη ὁποιουδήποτε ἀγαθοῦ αὐτοῦ τοῦ κόσμου ἢ καὶ ὅλων μαζί.
Ἑπομένως πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις γιὰ τὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ γιὰ τὸν ὁλοένα στενότερο σύνδεσμό μας μὲ τὸν Κύριο. Κι αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν τέλεια ὑπακοή μας στὸ θέλημά Του, μὲ ὁποιοδήποτε τίμημα. Γι᾿ αὐτὴ τὴν ὑπακοὴ συμφέρει κάθε θυσία. Εἶναι λοιπὸν πολὺ λογικὸ καὶ ἀληθινὸ τὸ προσκλητήριο τῆς αὐταπαρνήσεως ποὺ μᾶς ἀπευθύνει ὁ Κύριος. Τὸ φρόνημα τῆς τέλειας αὐταπαρνήσεως, ποὺ μᾶς ζητᾶ, εἶναι οὐσιαστικὰ ἡ στέρεη ἀπόφαση καὶ ὁ εἰλικρινὴς πόθος γιὰ τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴν αἰώνια.
3. Ἀπόφαση ὁμολογίας
Ὅποιος θέλει νὰ εἶναι μαθητὴς τοῦ Κυρίου, ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ βρεθεῖ στὴν ἀνάγκη νὰ διαχωρίσει φανερὰ τὴ θέση του ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός του· νὰ ὁμολογήσει τὴν πίστη του. Διότι «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α´ Ἰω. ε´ 19). Ὅλος ὁ κόσμος, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία καὶ τὴν ἐπίδραση τοῦ πονηροῦ πνεύματος.
Ὁ πιστὸς βέβαια δὲν προκαλεῖ, δὲν κάνει ἐπίδειξη τῆς εὐσέβειάς του, ἀλλὰ καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κρυφτεῖ. Ἡ φανέρωση ὅμως τῆς εὐσεβοῦς ζωῆς του συχνὰ προκαλεῖ τὸ μίσος τοῦ κόσμου, τῶν ἀνθρώπων ποὺ ὄχι ἀπὸ ἄγνοια ἀλλὰ συνειδητὰ ἀκολουθοῦν τὴ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας, διότι ἀποτελεῖ ἔλεγχο τῆς δικῆς τους ἀσέβειας. Μόνο ὅποιος ἔχει τέλεια αὐταπάρνηση, αὐτός, ἐνδυναμούμενος ἀπὸ τὸν Κύριο, δὲν θὰ ντραπεῖ νὰ ὁμολογήσει Ἐκεῖνον καὶ τὴ διδασκαλία Του μὲ λόγια καὶ μὲ πράξεις στὴ σύγχρονή του ἀποστατημένη γενιὰ τῶν ἀνθρώπων…
Ὁ Σταυρὸς δείχνει τὸν δρόμο τῆς ἀκριβοῦς πνευματικῆς ζωῆς, ποὺ ἀκολούθησαν οἱ ἅγιοι Μάρτυρες καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι. Ἀπὸ ποῦ ἀντλοῦσαν δύναμη καὶ ἄντεξαν ὅλοι αὐτοί; Ἀπὸ τὸν Σταυρό. Λοιπὸν ἂς μελετοῦμε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. Ἂς τὸν φέρουμε πάντοτε στὸν λαιμό μας, ἂς τὸν σημειώνουμε συχνὰ μὲ εὐλάβεια πάνω στὸ σῶμα μας, γιὰ νὰ μᾶς προστατεύει καὶ νὰ μᾶς ἁγιάζει. Πρωτίστως ὅμως ἂς τὸν ἔχουμε ὡς φρόνημα καὶ τρόπο ζωῆς, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.