Ἡ ἀγάπη στήν Πατρίδα μας

Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 21 Ἰουλίου 2019 (ε΄ ἐπιστολῶν,  Ρωμ. ι΄ 1-10)

Ἀδελφοί, ἡ μὲν εὐδοκία τῆς ἐμῆς καρδίας καὶ ἡ δέησις ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ­ὑ­­­­­­­πὲρ τοῦ ᾿Ισραήλ ἐστιν εἰς σωτηρίαν· μαρτυρῶ γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν, ἀλλ᾿ οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν. ἀγνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ δικαιοσύ­νην, καὶ τὴν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν. τέλος γὰρ νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι. Μωϋσῆς γὰρ γράφει τὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ τοῦ νόμου, ὅτι ὁ ποιήσας αὐτὰ ἄνθρωπος ζήσεται ἐν αὐτοῖς· ἡ δὲ ἐκ πίστεως δικαιοσύνη οὕτω λέγει· μὴ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου, τίς ἀναβήσεται εἰς τὸν οὐρανόν; τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν καταγαγεῖν· ἢ τίς καταβήσεται εἰς τὴν ἄβυσσον; τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ἀναγαγεῖν. ἀλλὰ τί λέγει; ἐγγύς σου τὸ ρῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου· τοῦτ᾿ ἔστι τὸ ρῆμα τῆς πίστεως ὃ κηρύσσομεν. ὅτι ἐὰν ὁμολογήσῃς ἐν τῷ στόματί σου Κύριον ᾿Ιησοῦν, καὶ πιστεύσῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου ὅτι ὁ Θεὸς αὐτὸν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, σωθήσῃ· καρδίᾳ γὰρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν.

«Ἡ εὐδοκία τῆς ἐμῆς καρδίας… ὑπὲρ τοῦ Ἰσραήλ ἐστιν εἰς σωτηρίαν»

Ἀνοίγει τὴν καρδιά του ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος κι ἀφήνει νὰ ξεχυθεῖ ὁ πλούσιος σὲ αἰσθήματα στοργῆς ἐσωτερικός του κόσμος. Ἔκδηλη διακρίνουμε τὴ συγκίνησή του καθὼς ἀναφέρεται στοὺς ὁμοεθνεῖς του Ἰσραηλίτες ποὺ δὲν πίστεψαν στὸν Μεσσία Χριστὸ κι ἔμειναν μακριὰ ἀπὸ τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Γι’ αὐτὸ καὶ μὲ πόνο ψυχῆς γράφει: «Ἡ εὐδοκία τῆς ἐμῆς καρδίας καὶ ἡ δέησις ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ τοῦ Ἰσραήλ ἐστιν εἰς σωτηρίαν», δηλαδή, ἡ σφοδρὴ ἐπιθυμία καὶ εὐαρέσκεια τῆς καρδιᾶς μου καὶ ἡ προσευχὴ ποὺ ἀπευθύνω στὸν Θεὸ γιὰ τοὺς Ἰσραηλίτες – παρὰ τὴν ἀπιστία ποὺ δείχνουν – εἶναι νὰ σωθοῦν.

Ὁ ἀποκαλυπτικὸς αὐτὸς λόγος τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου μᾶς δίνει τὴν ἀφορμὴ νὰ δοῦμε πῶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος φανέρωνε τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς συμπατριῶτες του καὶ πῶς καλούμαστε κι ἐμεῖς νὰ ἐκδηλώνουμε τὴν ἀγάπη μας αὐτή.

1. Ἡ ἀγάπη τοῦ ἀπ. Παύλου γιὰ τοὺς συμπατριῶτες του

Μὲ ἔκπληξη καὶ θαυμασμὸ στέκεται καν­εὶς μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ναί! Ὁ μέγας Παῦλος ποὺ διέτρεξε ὅλη τὴν οἰκουμένη γιὰ νὰ διαδώσει τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου‧ αὐτὸς ποὺ διεκήρυξε ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ὑπάρχουν φυλετικὲς διακρίσεις‧ αὐτός, ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν, ποτὲ δὲν ξεχνοῦσε τὴν ­πατρίδα του. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι μὲ σεμνὴ καύχηση ἀνέφερε συχνὰ τὴν καταγωγὴ καὶ τὴν ἐθνικότητά του: «Ἐγὼ ἄνθρωπος μέν εἰμι Ἰουδαῖος Ταρσεύς, τῆς Κιλικίας οὐκ ἀσήμου πόλεως πολίτης» (Πράξ. κα΄ 39, κβ΄ 3). Μάλιστα δὲν ἔπαυσε ν’ ἀγαπᾶ τοὺς συμπα­τρι­ῶτες του ἀκόμη καὶ τότε ποὺ αὐτοὶ τὸν ­πλή­γωναν μὲ τὴν ἀχάριστη συμ­περιφορά τους καὶ τοὺς σκληροὺς διω­γμοὺς ἐναντίον του…

Τὸ πιὸ συγκλονιστικὸ ὅμως εἶναι ὅτι ἡ ἔν­τονη ἀγάπη καὶ τὸ διαρκὲς ἐνδιαφέρον του γιὰ τοὺς ὁμοεθνεῖς του τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ γράψει τοὺς ἑξῆς συγκινητικοὺς λόγους: «Ηὐ­­χόμην γὰρ αὐτὸς ἐγὼ ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα» (Ρωμ. θ΄ 3). Δηλαδή: Θὰ εὐχόμουν ἐγώ, ποὺ ­τίποτε δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὲ χωρίσει ἀπὸ τὸν Χριστό, νὰ χωρισθῶ ἀπὸ Αὐτὸν γιὰ πάντα, ἐὰν ἦταν δυνατὸν νὰ γίνει αὐτό, γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι εἶναι φυσικοὶ συγγενεῖς μου.

Αὐτὸ τὸ ἐξαίρετο παράδειγμα φιλοπατρίας τοῦ ἀποστόλου Παύλου μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ χριστιανικὴ πίστη δὲν καταργεῖ τὴν ­ἀγά­πη στὴν πατρίδα, ἀλλὰ τῆς δίνει νόημα βα­θύτερο καὶ οὐσιαστικότερο. Πῶς ­μποροῦ­­­με λοι­­­πὸν κι ἐμεῖς ὡς πιστοὶ χριστιανοὶ νὰ ἐκ­­­δη­λώνουμε τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὴν πατρίδα;

2. Ἡ δική μας ἀγάπη στὴν Πατρίδα

Μιὰ λέξη εἶναι αὐτὴ ποὺ φανερώνει τὴν ἀγάπη στὴν ὕψιστη μορφή της: ἡ θυσία. Μᾶς τὸ εἶπε ὁ Κύριος: «Μείζονα ταύτης ἀ­­­γάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (Ἰω. ιε΄ 13). Μεγαλύτερη ἀγάπη πρὸς τοὺς φίλους του καν­εὶς δὲν ἔχει ἀπ’ αὐτήν, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ νὰ προσφέρει καὶ νὰ θυσιάσει τὴ ζωή του γιὰ χάρη τῶν φίλων του. Ἐφόσον λοιπὸν ἀγαποῦμε τὴν Πατρίδα μας, ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀναλάβουμε κόπους καὶ δαπάνες γιὰ χάρη τοῦ κοινοῦ καλοῦ, ἀκόμη καὶ νὰ θυσιάσουμε τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, ἂν χρειαστεῖ!

Ἐπιπλέον ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν Πατρίδα ἐκ­­­δηλώνεται καὶ μὲ τὴν προσευχή μας γι’ αὐ­­τήν. Ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπηύθυνε δέηση πρὸς τὸν Θεὸν «ὑπὲρ τοῦ Ἰσραήλ», ἔτσι κι ἐμεῖς ἔχουμε χρέος νὰ προσευχόμαστε θερμὰ γιὰ τὴν Πατρίδα μας καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ χαρίζει στὸ Ἔθνος μας εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια, καί – τὸ κυριότερο – μετάνοια! Ἄλλωστε καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία εὔχεται στὴ θεία Λειτουργία ὄχι μόνο «ὑπὲρ τοῦ σύμπαντος κόσμου» ἀλλὰ καὶ εἰδικὰ «ὑπὲρ τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν ἔθνους». 

Τέλος, τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὴν ­Πατρίδα τὴν φανερώνουμε καὶ μὲ τὴν ἐνάρετη καὶ ἁγία ζωή μας. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος συμβουλεύει σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολές του: «Τὴν πατρίδα τίμησον, καὶ τῇ ἀρετῇ βοήθησον» (ΕΠΕ 7, 52). Εἶναι τιμὴ καὶ ἐγγύηση γιὰ τὴν πατρίδα νὰ ἀνατρέφει ἀνθρώπους μὲ ἀρετὴ καὶ ἁγιότητα. Ὅσο ἔχουμε πιστοὺς χριστιανούς ποὺ προσεύχονται, μετανοοῦν καὶ ἀγωνίζονται, τὸ Ἔθνος μας δὲν κινδυνεύει. Θὰ ζεῖ καὶ θὰ μεγαλουργεῖ μὲ τὴ βοήθεια καὶ τὴ δύναμη τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ.

❁ ❁ ❁

Βεβαίως δὲν εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸ μοναδικὸ παράδειγμα φιλοπατρίας. Τὸ ἀξεπέραστο πρότυπο καὶ στὸ θέμα τῆς ἀ­­γάπης πρὸς τὴν Πατρίδα εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωὴ καὶ δράση του ἔδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ σωτηρία τῶν συμπατριωτῶν του. Καὶ τὸ πιὸ συγκινητικό: ὅταν κάποτε ἀντίκρισε τὴν πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ, ἔκλαψε μὲ λυγμοὺς γι’ αὐτήν, διότι γνώριζε τὸ οἰκτρὸ τέλος ποὺ θὰ εἶχε ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας της…

Ἂς ἀναλογιστοῦμε κι ἐμεῖς τὴν εὐθύνη μας κι ἂς ἀφήσουμε τὸ δάκρυ καὶ τὸ ­στεναγμό μας νὰ γίνουν προσευχὴ θερμὴ πρὸς τὸν παντοδύναμο καὶ πανάγαθο Θεό, γιὰ νὰ κά­­νει καὶ πάλι τὸ θαῦμα του καὶ νὰ σώσει τὸ Ἔθνος μας. Αὐτὸς εἶναι ἡ μόνη μας ἐλπίδα!