Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 28 Ἰουλίου 2019, Στ΄ Ματθαίου (Ματθ. θ΄ 1-8)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐμβὰς ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας — τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.
1. Μὲ πίστη καὶ μετάνοια
Τὴν Κυριακὴ αὐτὴ ἀναγινώσκεται στοὺς Ναούς μας ἡ περικοπὴ τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναοὺμ ἀπὸ τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο. Σ᾿ αὐτὴν ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς μᾶς περιγράφει τὸν παράδοξο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐκεῖνοι ποὺ μετέφεραν τὸν ἄρρωστο, ἐπειδὴ τὸ πλῆθος τοῦ κόσμου τοὺς ἐμπόδιζε νὰ πλησιάσουν τὸν Κύριο μέσα στὸ σπίτι ποὺ δίδασκε, ἀνέβηκαν στὴ στέγη τοῦ σπιτιοῦ, ξεσκέπασαν ἕνα τμῆμα της καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μὲ σχοινιὰ κατέβασαν τὸν παραλυτικὸ μπροστὰ στὸν Κύριο.
Καὶ τότε Ἐκεῖνος «ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν», ὅταν εἶδε τὴν πίστη τους, τοῦ παραλυτικοῦ καὶ ἐκείνων ποὺ τὸν μετέφεραν, εἶπε στὸν παραλυτικό:
–«Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ἔχε θάρρος, παιδί μου. Σοῦ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες.
Μόνο ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος καταγράφει αὐτὰ τὰ ἐνθαρρυντικὰ λόγια, «θάρσει, τέκνον». Γιατί ὅμως τὰ εἶπε ὁ Κύριος; Διότι ὁ παραλυτικὸς ἀγωνιοῦσε μήπως δὲν τὸν δεχόταν ὁ Κύριος ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν του, οἱ ὁποῖες ἦταν ἡ αἰτία τῆς παραλυσίας του. Ὁ Κύριος ὅμως τὸν ἐνίσχυσε χρησιμοποιώντας μάλιστα ἕναν τρυφερὸ χαρακτηρισμό: «παιδί μου».
Ἔτσι μᾶς δέχεται πάντοτε ὅλους. Γι᾿ αὐτὸ κι ἐμεῖς ἂς μὴ διστάζουμε λόγῳ τῶν ἁμαρτιῶν μας νὰ καταφεύγουμε στὸν Κύριο καὶ νὰ Τοῦ διατυπώνουμε τὰ αἰτήματά μας. Ὁ Κύριος πράγματι προκαλεῖ δέος σὲ ὅποιον Τὸν πλησιάζει μὲ συναίσθηση, διότι εἶναι ὁ πανάγιος καὶ παντέλειος Θεός. Ἀλλὰ εἶναι καὶ «ὁ πρᾷος καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ», ὁ προσηνής, ὁ φίλος τῶν ἁμαρτωλῶν (βλ. Ματθ. ια΄ [11] 29, 19).
Μόνο νὰ Τὸν πλησιάζουμε μὲ πίστη, μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγάπη Του, μὲ διάθεση νὰ ὑπακούσουμε στὶς ἐντολές Του. Νὰ Τὸν πλησιάζουμε μὲ μετάνοια γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Τότε μᾶς θεωρεῖ οἰκείους Του, παιδιά Του, ἀκόμη καὶ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς.
Τίποτε ἄλλο δὲν ἑλκύει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας ὅσο ἡ ταπείνωση, ἡ συντριβή, ἡ συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἡ διάθεση διορθώσεως. Καὶ τότε θ᾿ ἀκοῦμε κι ἐμεῖς τὴ γλυκύτατη φωνή, τὸν ἐνθαρρυντικὸ λόγο ποὺ διαλύει κάθε σύννεφο ἀπελπισίας: «Θάρσει, τέκνον»· ἔχε θάρρος, παιδί μου!
2. Προστάζει, καὶ γίνεται
Ὁ Κύριος στὴ συνέχεια, ἀποστομώνοντας τοὺς Γραμματεῖς ποὺ Τὸν κατηγοροῦσαν ἀπὸ μέσα τους ὡς βλάσφημο, εἶπε στὸν παραλυτικό:
–«Ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου». Σήκω ὄρθιος, πάρε στοὺς ὤμους σου τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου.
«Καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ». Καὶ πράγματι ἐκεῖνος σηκώθηκε καὶ πῆγε στὸ σπίτι του.
Ἕνα πρόσταγμα, ἕνας λόγος, κι ἀμέσως ἔγινε πράξη. Εἶπε ὁ Κύριος: Σήκω καὶ πήγαινε· καὶ ὄντως σηκώθηκε καὶ πῆγε, ὅπως τὸν διέταξε ὁ Κύριος· ἀμέσως· τόσο εὔκολα! Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ μας, ἄπειρη, τέλεια, θαυμαστή. Μὲ τὴ λογικὴ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ κατανοήσει πῶς αὐτὴ ἐνεργεῖ· μόνο μὲ τὴν πίστη τὴν ἀντιλαμβάνεται καὶ τὴ γεύεται στὴ ζωή του.
Μὲ τέτοια διάθεση νὰ καταφεύγουμε σ᾿ Ἐκεῖνον, στὸν «ἰατρὸν τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν», μὲ πίστη ὄχι μόνο στὴν ἀγάπη καὶ συγκατάβασή Του, ὅπως ἐπισημάναμε παραπάνω, ἀλλὰ καὶ στὴν ἄπειρη δύναμή Του. Νὰ Τοῦ ἀναφέρουμε τὸν πόνο μας, τὴ δυσκολία μας, κι Ἐκεῖνος θὰ ἀπαντᾶ, κατὰ τὸ συμφέρον βέβαια τῆς ψυχῆς μας. Διότι δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀδύνατο στὸν Θεό, κανένα ἐμπόδιο ἀνυπέρβλητο, καμία ἀσθένεια ἀνίατη. Προστάζει, καὶ γίνεται ἀμέσως!
3. Δοξολογία γιὰ τὶς δωρεές Του
Τὰ παρόντα πλήθη εἶδαν καὶ θαύμασαν «καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις»· δόξασαν τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος ἔδωσε μέσῳ τοῦ Χριστοῦ τέτοια δυνατότητα στοὺς ἀνθρώπους, δηλαδὴ τοῦ νὰ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες τους καὶ νὰ θεραπεύονται μὲ ἕνα λόγο ἀθεράπευτες ἀρρώστιες τοῦ σώματος.
Ὅσοι εἶδαν τὸ θαῦμα καὶ δὲν ἦταν τυφλωμένοι ἀπὸ τὴ ζήλεια ὅπως οἱ Γραμματεῖς, χάρηκαν, διότι δόθηκε στοὺς ἀνθρώπους τέτοια δυνατότητα, τέτοια Χάρι. Χάρηκαν καὶ δόξασαν τὸν Θεό.
Τέτοια βέβαια θαύματα γίνονται καὶ σήμερα στὴν Ἐκκλησία μας. Θεραπεύονται πολλοὶ ἀπὸ ποικίλες ἀρρώστιες καὶ ὅλων μας συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες στὸ Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Μεγάλοι ἐγκληματίες μετανοοῦν καὶ σώζονται. Ἄνθρωποι ἄθεοι καὶ ἀσεβεῖς βρίσκουν τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Πολλοί, φθονεροὶ σὰν τοὺς Γραμματεῖς, χλευάζουν καὶ εἰρωνεύονται τὴν Ἐκκλησία σ᾿ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις. Ἐμεῖς ὅμως ἂς δοξάζουμε τὸν Θεὸ ὁλόψυχα, ποὺ καὶ στὴν ἐποχή μας ἐνεργεῖ μεγάλα θαύματα μέσῳ τῶν ἁγίων Του. Καὶ ἐπιτελεῖ τόσες νεκραναστάσεις ψυχῶν μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὴν εἰλικρινὴ ἐξομολόγηση!