Εὐαγγέλιον: Τετ. ια΄ ἑβδ. Ματθαίου (Ματθ. κγ΄ 29-39)
29 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων, 30 καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. 31 ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. 32 καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν. 33 ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης; 34 διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν, 35 ὅπως ἔλθῃ ἐφ᾿ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου. 36 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην. 37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. 38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ᾿ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
29 Ἀλίμονό σας, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριτές, διότι κτίζετε τούς τάφους τῶν προφητῶν καί στολίζετε τά μνήματα τῶν δικαίων, 30 καί λέτε· ἐάν ζούσαμε ἐμεῖς στίς ἡμέρες τῶν πατέρων μας, δέν θά γινόμασταν συνεργοί καί συνένοχοί τους στό φόνο τῶν προφητῶν. 31 Ἄρα λοιπόν ἐσεῖς οἱ ἴδιοι ὁμολογεῖτε γιά τόν ἑαυτό σας ὅτι εἶστε ἀπόγονοι ἐκείνων πού σκότωσαν τούς προφῆτες καί ἔχετε κακή κληρονομικότητα, ἀπό τήν ὁποία ὅμως δέν φροντίσατε νά ἀπαλλαγεῖτε. 32 Συμπληρῶστε λοιπόν κι ἐσεῖς ἐκεῖνα πού λείπουν ἀκόμη ἀπ’ ὅσα ἄρχισαν νά κάνουν οἱ πρόγονοί σας, ὥστε νά φθάσετε στό ἀκρότατο ὅριο τῆς κακίας. 33 Φίδια, παιδιά γεννημένα ἀπό ὀχιές, γεμάτα κακία καί θανατηφόρο δηλητήριο, τό ὁποῖο κληρονομήσατε κι ἀπ’ τούς προγόνους σας, πῶς εἶναι δυνατόν νά ξεφύγετε ἀπ’ τήν καταδίκη πού θά σᾶς ρίξει στήν κόλαση; 34 Γι’ αὐτό, νά, ἐγώ κάνω τήν τελευταία προσπάθεια νά σᾶς σώσω καί σᾶς ἀποστέλλω προφῆτες καί σοφούς καί γραμματεῖς, τούς ἀποστόλους μου δηλαδή καί τούς διαδόχους τους, πού θά εἶναι φωτισμένοι ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα καί τή διδασκαλία μου. Κι ἄλλους ἀπ’ αὐτούς θά σκοτώσετε καί θά σταυρώσετε· κι ἄλλους θά μαστιγώσετε στίς συναγωγές σας καί θά τούς διώξετε ἀπ’ τή μία πόλη στήν ἄλλη, 35 γιά νά πέσει ἐπάνω σας ἡ εὐθύνη καί ἡ καταδίκη γιά κάθε δίκαιο αἷμα πού χύθηκε ἄδικα στή γῆ, ἀπό τό αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ ἕως τό αἷμα τοῦ Ζαχαρία τοῦ γιοῦ τοῦ Βαραχία, πού τόν σκοτώσατε ἀνάμεσα στό ναό καί τό θυσιαστήριο, κι ἔτσι γίνατε ἔνοχοι ὄχι μόνο τοῦ ἐγκλήματος τοῦ φόνου ἀλλά καί τῆς ἀσεβοῦς βεβηλώ-σεως τοῦ ναοῦ, τόν ὁποῖο βάψατε μέ αἷμα ἀνθρώπου δικαίου. 36 Ἀλήθεια σᾶς λέω ὅτι ὅλα αὐτά τά δεινά θά πέσουν πάνω στή γενιά αὐτή. 37 Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, δυστυχισμένη καί ταλαίπωρη πόλη, ἐσύ πού σκοτώνεις τούς προφῆτες καί λιθοβολεῖς ἐκείνους πού σοῦ ἀπέστειλε ὁ Θεός! Πόσες φορές θέλησα νά μαζέψω τά παιδιά σου μέ μιά στοργή σάν ἐκείνη πού ἔχει ἡ ὄρνιθα ὅταν περιμαζεύει τά πουλιά της κάτω ἀπό τά φτερά της· καί δέν θελήσατε. 38 Ἰδού, ἐγκαταλείπεται ἡ πόλη σας καί ὁ ναός σας ἔρημος καί ἀπροστάτευτος ἀπό τόν Θεό. Αὐτή θά εἶναι ἡ τιμωρία σας καί ἡ καταστροφή σας. 39 Διότι σᾶς λέω ὅτι ἀπό τώρα καί στό ἑξῆς δέν θά μέ δεῖτε πιά, μέχρι νά συνέλθετε καί νά πιστέψετε. Καί τότε, ἀφοῦ συγκαταριθμηθεῖτε στά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου, θά πεῖτε γιά μένα: Εὐλογημένος εἶναι αὐτός πού ἔρχεται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου, ὡς ἀντιπρόσωπός του καί ἀπεσταλμένος του.