ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (3/9)

Ἀπόστολος: ἡμέρας, Τρ. ιβ΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. ε΄ 15-21)

15 καὶ ὑπὲρ πάντων ἀπέ­θανεν, ἵνα οἱ ζῶντες μηκέτι ἑαυτοῖς ζῶσιν, ἀλλὰ τῷ ὑπὲρ αὐτῶν ἀποθανόντι καὶ ἐγερθέντι. 16 Ὥστε ἡμεῖς ἀπὸ τοῦ νῦν οὐδένα οἴδαμεν κατὰ σάρκα· εἰ δὲ καὶ ἐγνώκαμεν κατὰ σάρκα Χριστόν, ἀλλὰ νῦν οὐκέτι γινώσκομεν. 17 ὥστε εἴ τις ἐν Χριστῷ, καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε και­νὰ τὰ πάντα. 18 τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ Θεοῦ τοῦ καταλλάξαντος ἡμᾶς ἑαυτῷ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ δόντος ἡμῖν τὴν διακονίαν τῆς καταλλαγῆς, 19 ὡς ὅτι Θεὸς ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ, μὴ λογιζόμενος αὐτοῖς τὰ παραπτώματα αὐ­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­τῶν, καὶ θέμενος ἐν ἡμῖν τὸν λόγον τῆς καταλλαγῆς. 20 Ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ πα­ρα­καλοῦντος δι᾿ ἡμῶν· δε­όμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, κα­ταλ­­λάγητε τῷ Θεῷ· 21 τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρ­τίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

15 Καί πέθανε γιά ὅλους ὁ Χριστός, ὥστε ὅσοι βρίσκονται στή ζωή αὐτή νά μή ζοῦν πλέον γιά τόν ἑαυτό τους, ἀλλά γιά ἐκεῖνον πού πέθανε καί ἀναστήθηκε γιά χάρη τους, καί νά κάνουν πάντοτε τά ἀρεστά σ’ ἐκεῖνον. 16 Συνεπῶς ἐμεῖς ἀπό τότε πού σχηματίσαμε τό φρό­­­νημα αὐτό δέν ἀξιολογοῦμε κανέναν μέ βάση τά ἐξω­­τε­ρικά προσόντα τῆς σάρκας, δηλαδή τήν εὐγενική κα­­­­­τα­γωγή του ἤ τόν πλοῦτο του ἤ τήν κοσμική σοφία ἤ ἐπιρροή του. Κι ἄν κάποτε, προτοῦ νά πιστέψουμε, γνω­­ρίσαμε τόν Χριστό ὅπως τόν παρουσίαζε ἡ τα­­­πει­­­­νή ἐξωτερική του μορφή καί ἡ καταδίκη του, τώρα ὅμως δέν τόν γνωρίζουμε πλέον ἔτσι. 17 Ἀλλά ἐφόσον πεθάναμε μαζί μέ τόν Χριστό, αὐτό ση­­­μαίνει ὅτι καθένας πού εἶναι ἑνωμένος μ’ αὐτόν εἶ­ναι νέο δημιούργημα. Ἡ ἀρχαία κατάσταση, τήν ὁποί­­­­­α εἶχε δημιουργήσει ὁ νόμος καί ἡ ἁμαρτία, πέρασε. Ἰδού, ὅλα ἔχουν γίνει νέα. 18 Κι ὅλα αὐτά προέρχονται ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος μᾶς συμφιλίωσε μαζί του διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἔδωσε σέ μᾶς τούς Ἀποστόλους τή διακονία τῆς συνδιαλλαγῆς. Μᾶς ἀνέθεσε δηλαδή νά περιοδεύουμε καί μέ τό κήρυγμά μας νά συμφιλιώνουμε τούς ἀνθρώπους μ’ αὐτόν. 19 Ἐννοῶ δηλαδή ὅτι ὁ Θεός ἦταν ἑνωμένος μέ τόν Χριστό καί συνεπῶς ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ δέν ὑπῆρ­­ξε θάνατος ἁπλοῦ ἀνθρώπου ἀλλά Θεανθρώπου. Καί ὁ Θεός στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ συμφιλίωσε τόν κόσμο μέ τόν ἑαυτό του, χωρίς νά κα­­­­­­ταλογίσει στούς ἀνθρώπους τά ἁμαρτήματά τους. Αὐ­­­­­τός καί μᾶς ἀνέθεσε τό κήρυγμα τῆς συμφιλιώσεως. 20 Ἐμεῖς λοιπόν ἀντιπροσωπεύοντας τόν Χριστό ἐνερ­γοῦμε ὡς ἀπεσταλμένοι του καί πρεσβευτές του. Διότι ὁ Θεός παρακαλεῖ μέ τό δικό μας στόμα. Παρακαλοῦμε τούς ἀνθρώπους ἐκ μέρους τοῦ Χριστοῦ καί τούς λέμε: Συμ­φι­λιωθεῖτε μέ τόν Θεό. 21 Καί εἶναι εὔκολο νά συμφιλιωθεῖτε, διότι τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε ἐμπειρία ἁμαρτίας, τόν ἄφησε ὁ Θεός νά κατακριθεῖ ὡς ἁμαρτωλός γιά χάρη μας, ἔτσι ὥστε ἐμεῖς, μέ τήν ἕνωσή μας μέ τόν Χριστό, νά δικαιωθοῦμε ἀπό τή χάρη του καί νά γίνουμε μέτοχοι τοῦ πληρώματος τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ.