Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 24 Νοεμβρίου, ΙΓ΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιη΄ 18-27)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου. ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι; ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.
1. Τὸ πιὸ σημαντικὸ ἐρώτημα
Ἀκούσαμε στὴν Εὐαγγελικὴ Περικοπὴ αὐτῆς τῆς Κυριακῆς ὅτι ἕνας ἄρχοντας πλησίασε τὸν Κύριο καὶ Τὸν ρώτησε:
–«Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;». Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;
Πολλοὶ πλησίαζαν τὸν Κύριο ζητώντας κυρίως τὴ θεραπεία τους ἢ δικῶν τους ἀνθρώπων ἀπὸ ἀσθένειες τοῦ σώματος, ἢ τὴν ἀπελευθέρωση ἀπὸ δαιμόνια. Ὁ νεαρὸς αὐτὸς ζήτησε ἀπὸ τὸν Κύριο κάτι ἀνώτερο· Τὸν ρώτησε πῶς νὰ κερδίσει τὴν αἰώνια ζωή. Εἶχε εὐσεβεῖς πόθους αὐτὸς ὁ νέος, εἶχε πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα· τὸν ἀπασχολοῦσε πῶς θὰ σώσει τὴν ψυχή του, καὶ ὡς πρὸς αὐτὸ εἶναι ἀξιέπαινος.
Τὸ ἐρώτημα τοῦ πλουσίου νεανίσκου σ᾿ ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς τοῦ σήμερα δὲν ἀκούγεται πρωτότυπο. Ὅμως ἔχουμε ἀνάγκη νὰ τὸ ἀκοῦμε συχνά, διότι εἶναι τὸ πιὸ σπουδαῖο ἐρώτημα τῆς ζωῆς μας καὶ διότι καθημερινὰ παρουσιάζονται πολλὲς ἀφορμὲς γιὰ νὰ τὸ παραβλέπουμε καὶ νὰ τὸ λησμονοῦμε.
Πῶς θὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή; Ἂς ἐπαναλαμβάνουμε αὐτὸ τὸ ἐρώτημα στὸν ἑαυτό μας κάθε πρωί. Καὶ τὸ βράδυ μὲ ἄλλη μορφή: Σήμερα τί ἔκανα γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια Βασιλεία; Γιατὶ ὅλα τὰ ἄλλα θὰ περάσουν καὶ θὰ τελειώσουν, καὶ θὰ μᾶς μείνει μόνο τὸ τί κάναμε γιὰ τὴν ψυχή μας. Πραγματικὰ μακάριος καὶ εὐτυχὴς ὅποιος ἔβαλε αὐτὸν ὡς πρῶτο σκοπὸ τῆς ζωῆς του.
2. Ὑπακοὴ στὸν Θεό!
Ὁ Κύριος δὲν ἀπαντᾶ ἀμέσως στὸ ἐρώτημα τοῦ νεαροῦ ἄρχοντα, ἀλλὰ πρῶτα τὸν διορθώνει:
–«Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός». Γιατί μὲ ὀνομάζεις ἀγαθό; Κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθὸς παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός.
Ὁ Κύριος ἔκανε αὐτὴ τὴν ὑπόδειξη, διότι ὁ νεαρὸς ἄρχοντας θεωροῦσε τὸν Κύριο ἁπλὸ ἄνθρωπο, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα δὲν ἦταν μόνο ἄνθρωπος, ἀλλὰ καὶ Θεός· καὶ αὐτὸ οὐσιαστικὰ ἐννοεῖ ἐδῶ. Εἶναι σὰν νὰ λέει στὸν νεανίσκο: «Γιατί μὲ λὲς ἀγαθό; Ἂν μὲ ὀνομάζεις ἀγαθό, σημαίνει ὅτι μὲ θεωρεῖς Θεό, ἐφόσον μόνο ὁ Θεὸς εἶναι τέλεια ἀγαθὸς καὶ ἡ πηγὴ τῆς ἀγαθότητος. Καὶ ἐφόσον μὲ θεωρεῖς Θεό, ὀφείλεις νὰ δείξεις τέλεια ὑπακοὴ σ᾿ αὐτὸ ποὺ εὐθὺς θὰ σοῦ πῶ».
Ὅμως ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Κυρίου ἀφορᾶ σὲ ὅλους μας. Ἐφόσον Τὸν ὁμολογοῦμε ὡς τὸν Κύριό μας, ὡς τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁμοούσιο μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα, Τοῦ ὀφείλουμε τέλεια ὑπακοὴ σὲ ὅλα τὰ παραγγέλματά Του. Γιὰ νὰ ἔλθει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὴ ζωή μας καὶ νὰ τὴ μεταβάλει, δὲν ἀρκεῖ ἕνας ἁπλὸς θαυμασμὸς πρὸς τὸ πρόσωπό Του, κάποια εὐλάβεια ἢ ἀκόμη ἐπιλεκτικὴ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ εἰλικρινὴς ἀπόφαση νὰ Τοῦ δώσουμε τὴν καρδιά μας, νὰ Τοῦ παραδώσουμε ἐλεύθερα ὁλόκληρη τὴ ζωή μας. Εἴμαστε ἀληθινοὶ Χριστιανοὶ ὄχι ὅταν μόνο κάποιες φορὲς συμβουλευόμαστε τὸν Νόμο Του, ἀλλὰ ὅταν πάντοτε ἐφαρμόζουμε ὅλες τὶς ἐντολές Του καὶ ὅταν τὶς ἐπιλογές μας τὶς καθορίζει σταθερὰ τὸ θέλημά Του.
Αὐτὸ τόνισε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του: Δὲν θὰ εἰσέλθει στὴ Βασιλεία μου ὅποιος ἁπλῶς μὲ ἀποκαλεῖ «Κύριε, Κύριε», ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ τηρεῖ τὸ θέλημα τοῦ ἐπουρανίου Πατρός μου (Ματθ. ζ´ 21).
3. Ὅλα δυνατὰ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ!
Ὁ Κύριος ἀπάντησε τελικὰ στὸν νεαρὸ ὅτι μὲ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν θὰ σωθεῖ, καὶ ἀπαρίθμησε τὶς βασικότερες. Ἐκεῖνος ἀπόρησε· αὐτὰ τὰ ἐφάρμοζε ἀπὸ τὴν πρώτη νεότητά του. Τότε ὁ Κύριος τοῦ ὑπέδειξε μιὰ μοναδικὴ πρόταση καὶ κλήση: νὰ δωρίσει ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθήσει, ὥστε νὰ γίνει Μαθητής Του ὅπως οἱ Δώδεκα. Ὁ νέος ὅμως δὲν ἀνταποκρίθηκε· ἔφυγε λυπημένος, διότι ἡ καρδιά του ἦταν προσκολλημένη στὰ πλούτη του.
Ὁ Κύριος ἀναφώνησε: «Πόσο δύσκολα θὰ εἰσέλθουν στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὅσοι ἔχουν τὰ χρήματα, καὶ εἶναι ἡ καρδιά τους ὑποδουλωμένη σ᾿ αὐτά»! «Καὶ τότε ποιὸς μπορεῖ νὰ σωθεῖ;», ρώτησαν οἱ Μαθητές. Ὁ Κύριος τοὺς ἀπάντησε:
–«Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστι». Ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀδύνατα μὲ τὴν ἀσθενικὴ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι δυνατὰ καὶ κατορθωτὰ μὲ τὴν Χάρι καὶ δύναμη τοῦ Θεοῦ.
Ἡ σημερινὴ περικοπὴ περιέχει ἀρχικὰ κάτι τὸ λυπηρό: τὸν ὡραῖο πόθο ἑνὸς νέου ποὺ δὲν ἔφθασε ποτὲ στὴν ἡρωικὴ ἀπόφαση τῆς ἀφιερώσεως. Κλείνει ὅμως μὲ ἕνα μήνυμα γεμάτο ἐλπίδα: Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ ὅλα εἶναι δυνατά. Ἂς μὴν ποῦμε λοιπὸν ποτὲ «δὲν μπορῶ»· «δὲν μπορῶ νὰ νικήσω αὐτὸ τὸ πάθος, δὲν μπορῶ νὰ σηκώσω αὐτὴ τὴ δοκιμασία». Ναί, ἐμεῖς εἴμαστε ἀδύναμοι, ἀλλὰ ὁ Θεὸς εἶναι δυνατός, παντοδύναμος· καὶ εἶναι Πατέρας μας. Μᾶς δίνει τὸ θάρρος νὰ καταφεύγουμε σ᾿ Ἐκεῖνον, ὥστε νὰ ἐπιτύχουμε μὲ τὴ δική Του Χάρι καὶ δύναμη αὐτὸ ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε μόνοι μας.