«Χριστὸς ἀνέστη…»! Ὕμνος χαρᾶς καὶ ἐλπίδος

Τὸ ψάλλουμε μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ σκιρτήματα τῆς καρδιᾶς μας οἱ πιστοί, ἀπὸ τὰ μεσάνυχτα τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως μέχρι τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως, καὶ εὐφραίνεται ἡ ψυχή μας.

Τὸ ψάλλουμε καὶ τὸ ξαναψάλλουμε καὶ δὲν τὸ χορταίνουμε. Ὁ μικρὸς αὐτὸς ὕμνος εἶναι ἕνα ὁλόθερμο δοξαστικὸ γιὰ τὴν πιὸ μεγάλη νίκη ποὺ ἔγινε πρὸς χάριν μας στὴν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος καὶ συγχρόνως καὶ ἡ πιὸ γλυκιὰ ἐλπίδα γιὰ τὸ αἰώνιο μέλλον μας.

Ψάλλοντας τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» δοξολογοῦμε πρωτίστως τὸν Ἰησοῦ Χριστό, διότι κατενίκησε, κατεπάτησε μὲ τὸν θάνατό Του τὸν χειρότερο ἐχθρό μας, τὸν θάνατο. Ἐκφράζουμε ταυτόχρονα καὶ τὴν πολὺ μεγάλη χαρά μας γιὰ τὸ μέγιστο αὐτὸ γεγονός. «Χαίρετε λαοὶ καὶ ἀγαλλιᾶσθε», μᾶς παρακινοῦν οἱ ἱεροὶ ὑμνωδοὶ γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ τὴ θριαμβευτικὴ νίκη Του ἐπὶ τοῦ θανάτου.

Ὁ θάνατος πλέον ἔχασε τὴν ἐξουσία ποὺ εἶχε ἕως τότε. Τὸ ἀκοῦμε στὴν ἱερὴ Ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως τὸ βράδυ τοῦ Πάσχα, ὅταν ἀναγινώσκεται ὁ περίφημος Κατηχητικὸς Λόγος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «…Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον· ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος… Ἐσκύλευσε τὸν ᾅδην ὁ κατελθὼν εἰς τὸν ᾅδην… ὁ ᾅδης ἐπικράνθη· καὶ γὰρ κατηργήθη… Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέν­τρον; (τὸ κεντρὶ μὲ τὸ ὁποῖο χτυποῦσες καὶ θανάτωνες τοὺς ἀνθρώπους). Ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος; (ἡ ἐξουσία). Ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι (κατέπεσες)… Ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν Ἄγγελοι… Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐν τῷ μνήματι. Χριστὸς γὰρ ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο».

Αὐτὴ εἶναι ἡ βασικὴ αἰτία τῆς μεγάλης χαρᾶς μας στὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα. Καταργήθηκε πλέον ὁ θάνατος, ὅπως τὸν πίστευαν οἱ ἄνθρωποι ἕως τότε. Τώρα ὅταν πεθαίνουμε, δὲν πηγαίνουν πλέον οἱ ψυχές μας στὸν Ἅδη, διότι δὲν ὑπάρχει Ἅδης. Πηγαίνουν ὅλες οἱ ψυχὲς στὸν οὐρανό, χωριστὰ οἱ εὐσεβεῖς ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς, προσμένοντας τὴν ὥρα τῆς παγκοσμίου Κρίσεως. Τότε θὰ ἀναστηθοῦμε ὅλοι σωματικῶς καὶ θὰ ἐμφανισθοῦμε ἐνώπιον τοῦ δικαίου Κριτοῦ γιὰ νὰ ἀπολαύσει καθένας ἀναλόγως πρὸς ὅσα ἔπραξε στὴ ζωή του στὴ γῆ. Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη τῆς Ὀρθοδοξίας μας καὶ αὐτὸ διακηρύσσουμε κάθε φορὰ ποὺ ἀπαγγέλλουμε τὸ «Πιστεύω» λέγοντας: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».

Ἔτσι ὁ μικρὸς αὐτὸς ὕμνος τῆς Ἐκ­κλησίας μας, τὸ χαρμόσυνο καὶ νικητήριο «Χριστὸς Ἀνέστη», γεμίζει τὴν καρδιά μας μὲ ἐλπίδα γιὰ τὸ αἰώνιο μέλλον μας. Ζώντας δηλαδὴ ἐδῶ στὴ γῆ ἑνωμένοι μὲ τὸν Νικητὴ τοῦ θανάτου Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ἐφαρμόζοντας τὰ προστάγματά Του, ἐλπίζουμε ὅτι θὰ βρεθοῦμε στὰ δεξιά Του καὶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς παγκοσμίου ἀναστάσεως καὶ Κρίσεως.

Ὅταν ψάλλουμε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», νὰ τὸ ψάλλουμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, ὅπως τὸ ἔψαλλαν οἱ ἱεροὶ ὑμνογράφοι, ὅπως τὸ ἔψαλλαν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τὸ ἔψαλλαν ὅλοι οἱ πιστοὶ πρόγονοί μας μέσα στοὺς αἰῶνες. Καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσει ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου Κύριος νὰ Τὸν δοξάζουμε αἰωνίως στὴν τρισένδοξη Βασιλεία Του.