Μοιάζουμε μὲ ἁλυσίδα ἀτέρμονη. Κάθε κρίκος καὶ μιὰ ἐποχή, ἕνας λαός, ἕνας πολιτισμός, μιὰ δυναστεία μὲ ἐξουσία μικρὴ ἢ μεγαλύτερη, κάποτε σχεδὸν ἀπόλυτη.
Οἱ κρίκοι ποικίλοι. Σπάνια κάποιος χρυσὸς ἢ ἀσημένιος· μερικοὶ χαλκωματένιοι, οἱ ἄλλοι σιδερένιοι. Ὅλοι σχεδὸν βουτηγμένοι στὸ αἷμα.
Κι ἐκείνη νὰ προσπαθεῖ νὰ βάλει τάξη στὸ χάος, νὰ συμμαζέψει τὰ συντρίμμια τῆς ἀνθρώπινης τρέλας.
Ἐκείνη! Ἡ Ἱστορία!
Ἄφωνη παρακολουθεῖ τὴν παράνοια τῶν κατὰ καιροὺς δρώντων στὸ προσκήνιο, καταγράφει λεπτομερῶς τὰ ἀναρίθμητα σκοτεινὰ ἔργα τους, τὶς σπάνιες φωτεινὲς ἐξάρσεις τους.
Τὸ καραβάνι ὡστόσο τῶν λαῶν προχωρεῖ στὴ φλεγόμενη ἀτέλειωτη ἔρημο τῆς ζωῆς. Κι ἐκείνη τὸ παρακολουθεῖ ἐκστατική. Σὲ κάθε βῆμα του καὶ ἕνα ἐπιπλέον ἐρωτηματικὸ τὸ βασανίζει. Ποῦ πορεύεται; Ποῦ θὰ καταλήξει; Ποιὰ θὰ εἶναι ἡ τύχη του;
Ἡ ἴδια ἀποτελεῖ τὸ μεγαλύτερο ἐρωτηματικὸ τῶν ἀνθρώπων. Σκύβουν ἐπάνω της οἱ κορυφαῖοι ἐπιστήμονες, τὴ μελετοῦν οἱ μεγάλοι σοφοί, τὴ βασανίζουν μὲ ἐξαντλητικὰ ἐρωτήματα οἱ τολμηροὶ φιλόσοφοι:
–Ποιὸ εἶναι τὸ νόημά σου; τὴ ρωτοῦν. Γιατί εἶναι τόσο συγκεχυμένη ἡ ἀρχή σου; Σκοτεινὸ καὶ ἀβέβαιο τὸ τέλος σου;
Κι ἐκείνη τοὺς κοιτάζει μὲ θλίψη. Λυπᾶται γιὰ τὴ θεληματικὴ τύφλωσή τους, τὴν πεισματικὴ ἄρνησή τους νὰ δεχθοῦν τὴ μόνη ἀλήθεια γιὰ τὴν ἀρχή της, τὸ ἐναργῶς προφητευμένο μεγαλειῶδες τέλος της.
Ὅταν τὴ ρωτοῦν γιὰ τὴν ἀρχή της, τοὺς δείχνει σταθερὰ ἕναν κῆπο στὴν Ἀνατολὴ ἀνάμεσα στὸν Τίγρη καὶ τὸν Εὐφράτη. Αὐτοὶ ὅμως ἐπιμένουν νὰ σκάβουν μὲ μανία στὶς ζοῦγκλες τῆς Ἀφρικῆς καὶ στὶς στέπες τῆς Ἀσίας.
Ὅταν τὴ ρωτοῦν γιὰ τὸ τέλος της, τοὺς δείχνει σταθερὰ πρὸς τὰ ἄνω. Αὐτοὶ ὅμως στρέφουν τὰ μεγάλα τηλεσκόπιά τους πρὸς τὰ ἄστρα, παραμυθιάζονται μὲ δῆθεν ΑΤΙΑ (Ἀγνώστου Ταυτότητος Ἱπτάμενα Ἀντικείμενα – UFO), ἀναζητοῦν ἐπίμονα ἄλλα νοήμονα ὄντα σὲ ἄλλους κόσμους.
Κι ὅμως, ἡ Ἱστορία εἶναι πάντα ἐκεῖ. Πρόθυμη νὰ φανερώσει τὸ νόημα τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς, τὸ ἴδιο τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς, τὸ δικό της μυστήριο.
Διότι ἡ Ἱστορία ξέρει. Καὶ σὲ ὅσους τὴ μελετοῦν μὲ εἰλικρινὴ διάθεση ἀποκαλύπτει τὰ κρυμμένα νοήματα.
Οἱ πολλοὶ θεωροῦν τὰ γεγονότα της καὶ τρελαίνονται. Παρατηροῦν τὶς φονικὲς μάχες, τοὺς ἐξοντωτικοὺς πολέμους, μελετοῦν τὶς μεγάλες ἀνακατατάξεις, τὶς μετακινήσεις τῶν λαῶν, σπουδάζουν τὶς σκοτεινὲς μορφὲς ποὺ ἔπνιξαν στὸ ἀβυσσαλέο μίσος τους ἑκατομμύρια ἀνθρώπων, ἐρευνοῦν τὶς φοβερὲς καταστροφὲς ποὺ πλήττουν κατὰ καιροὺς τὸν πλανήτη…
Παρατηροῦν, μελετοῦν, σπουδάζουν, ἐρευνοῦν… ἀλλὰ δὲν κατανοοῦν. Γιὰ τοὺς περισσότερους ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀποτελέσματα τύχης, ἕνα μπλεγμένο κουβάρι χωρὶς ἀρχὴ καὶ τέλος, δίχως νόημα καὶ σκοπό.
Ὅσοι ὅμως προσεγγίζουν τὴν Ἱστορία μὲ ταπείνωση μαθαίνουν ἀπ᾿ αὐτὴν ὅτι τὰ πάντα εἶναι μεστὰ νοήματος, ὅτι δὲν ὑπάρχουν τυχαῖα γεγονότα, δὲν εἶναι ἀπρονόητα τὰ ἀνθρώπινα.
Μαθαίνουν ὅτι ὅλα ξεκίνησαν κάποτε ἀπὸ τὸν κῆπο τῆς Ἐδὲμ καὶ τὸ θεόπλαστο ζεῦγος τῶν γεναρχῶν Ἀδὰμ καὶ Εὔας. Ὅτι ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν κῆπο καὶ τὴν ἁμαρτία τοῦ πρωτόπλαστου ζεύγους πήγασε ὁ σαρωτικὸς χείμαρρος τοῦ κακοῦ ποὺ κάλυψε μὲ τόνους λάσπης αἰσχρῶν ἔργων καὶ ἀθλιοτήτων τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς, καὶ πνίγει κάθε εὐγενικὸ αἴσθημα τῶν λαῶν της.
Βεβαιώνονται μάλιστα οἱ ταπεινοὶ μαθητὲς τῆς Ἱστορίας ὅτι τὰ πάντα, καὶ τὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα, καὶ τὰ καλὰ καὶ τὰ κακά, καὶ τὰ φωτεινὰ καὶ τὰ σκοτεινά, ὅλα βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ Θεοῦ. Ὅτι καὶ οἱ ἀσεβεῖς, οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἄδικοι, ἀκόμη καὶ μὲ τὴν πιὸ καταστροφική τους μανία, γίνονται ἀκούσιοι ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς νὰ ξέρουν καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλουν, ὑπηρετοῦν τὸ σχέδιό Του γιὰ τὴν τελικὴ σωτηρία τοῦ κόσμου.
Γνωρίζουν ἑπομένως ὅτι τὰ πάντα βαδίζουν πρὸς ἕνα τέλος, ἕνα σκοπό. Τόσο μεγαλειῶδες τέλος, ποὺ ἀκόμη καὶ ἡ τολμηρότερη φαντασία ἀδυνατεῖ νὰ τὸ συλλάβει.
Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι θέμα ἑνὸς ἄλλου ἄρθρου…