Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα (17/6)

Ἀπόστολος: ἡμἐρας, Τετ. β΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Ῥωμ. δ΄ 13-25)

13 οὐ γὰρ διὰ νόμου ἡ ἐ­­παγ­γελία τῷ Ἀβραὰμ ἢ τῷ σπέρματι αὐτοῦ, τὸ κληρονόμον αὐτὸν εἶναι τοῦ κόσμου, ἀλλὰ διὰ δικαιοσύ­νης πίστεως. 14 εἰ γὰρ οἱ ἐκ νόμου κλη­ρο­νόμοι, κεκένωται ἡ πίστις καὶ κατήργηται ἡ ἐπαγ­γελία· 15 ὁ γὰρ νόμος ὀργὴν κατεργάζεται· οὗ γὰρ οὐκ ἔστι νόμος, οὐδὲ παράβασις. 16 Διὰ τοῦτο ἐκ πίστεως, ἵνα κατὰ χάριν, εἰς τὸ εἶναι βεβαίαν τὴν ἐπαγγελίαν παντὶ τῷ σπέρματι, οὐ τῷ ἐκ τοῦ νόμου μόνον, ἀλλὰ καὶ τῷ ἐκ πίστεως Ἀβραάμ, ὅς ἐστι πατὴρ πάντων ἡμῶν, 17 καθὼς γέγραπται ὅτι πατέρα πολλῶν ἐθνῶν τέ­θεικά σε, κατέναντι οὗ ἐπί­στευσε Θεοῦ τοῦ ζωο­ποι­οῦντος τοὺς νεκροὺς καὶ καλοῦντος τὰ μὴ ὄντα ὡς ὄντα· 18 ὃς παρ᾿ ἐλπίδα ἐπ᾿ ἐλπίδι ἐπίστευσεν, εἰς τὸ γενέσθαι αὐτὸν πατέρα πολ­­­λῶν ἐθνῶν κατὰ τὸ εἰρη­μένον· οὕτως ἔσται τὸ σπέρμα σου· 19 καὶ μὴ ἀσθενήσας τῇ πίστει οὐ κατενόησε τὸ ἑαυ­τοῦ σῶμα ἤδη νενεκρωμένον, ἑκατονταέτης που ὑπάρ­χων, καὶ τὴν νέκρωσιν μή­τρας Σάρρας· 20 εἰς δὲ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Θεοῦ οὐ διεκρίθη τῇ ἀπιστίᾳ, ἀλλ᾿ ἐνεδυναμώθη τῇ πίστει, δοὺς δόξαν τῷ Θεῷ 21 καὶ πληροφορηθεὶς ὅτι ὃ ἐπήγγελται δυνατός ἐστι καὶ ποιῆσαι. 22 διὸ καὶ ἐλογίσθη αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην. 23 Οὐκ ἐγράφη δὲ δι᾿ αὐτὸν μόνον ὅτι ἐλογίσθη αὐτῷ, 24 ἀλλὰ καὶ δι᾿ ἡμᾶς οἷς μέλ­λει λογίζεσθαι, τοῖς πιστεύ­ουσιν ἐπὶ τὸν ἐγείρα­ντα Ἰη­σοῦν τὸν Κύριον ἡμῶν ἐκ νε­κ­­ρῶν, 25 ὃς παρεδόθη διὰ τὰ παρα­πτώματα ἡμῶν καὶ ἠγέρ­θη διὰ τὴν δικαίωσιν ἡμῶν.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

13 Διότι ἡ ὑπόσχεση στόν Ἀβραάμ ἤ στούς ἀπογόνους του, ὅτι μέ τήν πνευματική κυριαρχία τοῦ ἀπογόνου του Ἰησοῦ Χριστοῦ θά γίνει ὁ Ἀβραάμ κληρονόμος τοῦ κόσμου, δέν δόθηκε διαμέσου ὁποιουδήποτε νόμου, ἀλ­­­λά διαμέσου τῆς δικαιώσεως πού ἔλαβε ἀπό τήν πίστη. 14 Διότι, ἐάν ἐκεῖνοι πού ἔλαβαν τό νόμο γίνονται καί δικαιωματικά μέ τήν τήρησή του κληρονόμοι τοῦ κόσμου, τότε ἀπέβη ἀνώφελη καί μάταιη ἡ πίστη, καί δέν πραγματοποιήθηκε ἀλλά καταργήθηκε ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ πού βεβαίωνε ὅτι δωρεάν διαμέσου τοῦ Χρι­στοῦ θά δοθεῖ ἡ κληρονομιά αὐτή. 15 Ἀλλά ὄχι. Ἡ κληρονομιά αὐτή δέν δόθηκε διαμέσου τοῦ νόμου. Διότι ὁ νόμος, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι τόν παραβαίνουν, φέρνει ὡς ἀποτέλεσμα ὀργή, καί συνεπῶς τούς ἀποξενώνει ἀπό τά ἀγαθά τῆς ἐπαγγελίας. Ἀντί­θε­­­τα, ὅπου δέν ὑπάρχει νόμος, ἐκεῖ οὔτε παράβαση ὑπάρ­χει. 16 Κι ἐπειδή ὁ νόμος ἀποξενώνει ἀπό τήν κληρονομιά τῆς ἐπαγγελίας, γι’ αὐτό ἡ κληρονομιά παρέχεται δια­μέ­σου τῆς πίστεως. Καί μᾶς δίνεται τώρα ἡ κληρονομιά αὐτή ὄχι ὡς ἀνταμοιβή γιά τήν πιστή τήρηση τοῦ νό­μου, ἀλλά δωρεάν καί κατά χάριν Θεοῦ. Ὥστε δέν ὑπάρχει πλέον κίνδυνος ἐξαιτίας τῶν παραβάσεών μας πού γίνονται ἀπό ἀδυναμία νά καταργηθεῖ ἡ ἐπαγγελία καί ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά αὐτή πραγματοποιεῖται μέ σιγουριά καί βεβαιότητα σ’ ὅλους τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀβραάμ· ὄχι μόνο σ’ ἐκείνους πού εἶχαν τό νόμο καί ἦταν ἐξαρτημένοι ἀπό αὐτόν, ἀλλά καί σ’ ἐκείνους πού ἐνῶ δέν εἶχαν τό νόμο, μιμήθηκαν τήν πίστη τοῦ Ἀβραάμ καί ἔγιναν ἔτσι πνευματικά παιδιά τοῦ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος εἶναι πατέρας ὅλων ὅσων πιστέψαμε. 17 Καί εἶναι ὁ Ἀβραάμ πατέρας ὅλων μας σύμφωνα μ’ ἐκεῖ­νο πού ἔχει γραφεῖ στή Γένεση, ὅτι σέ κατέστησα πα­­τέρα πολλῶν ἐθνῶν. Καί καταστάθηκε πατέρας πολλῶν ἐθνῶν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, στόν ὁποῖο πίστεψε. Πολ­λά ἀπό τά ἔθνη αὐτά δέν ὑπῆρχαν, ἀλλά θά ἐμφα­νί­ζο­νταν στό μέλλον. Ὁ Θεός ὅμως, πού δίνει ζωή στούς νε­κρούς, χάρη στήν πρόγνωσή του ἀλλά καί στήν παντο­δυ­ναμία του, μέ τήν ὁποία φέρνει στήν ὕπαρξη τά ἀ­νύ­παρ­κτα, μιλάει καί γιά ἐκεῖνα πού δέν ὑπάρχουν στό παρόν, ἀλλά θά ὑπάρξουν στό μέλλον, σάν νά ὑπῆρχαν. 18 Αὐτή τήν ὑπόσχεση ἔδωσε ὁ Θεός στόν Ἀβραάμ. Αὐ­­τός λοιπόν, ἄν καί ἡ γεροντική του ἡλικία δέν τοῦ ἔδι­­­­νε καμία ἐλπίδα νά ἀποκτήσει παιδί, ἐλπίζοντας στή δύ­ναμη τοῦ Θεοῦ πίστεψε ὅτι θά γινόταν πατέρας πολ­­λῶν ἐθνῶν, σύμφωνα μ’ ἐκεῖνο πού τοῦ εἶπε ὁ Θεός: Θά εἶναι οἱ ἀπόγονοί σου τόσο πολλοί καί λαμπροί ὅπως τ’ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ. 19 Κι ἐπειδή δέν κλονίσθηκε στήν πίστη του αὐτή, δέν συλλογίσθηκε ὅτι τό σῶμα του ἦταν πιά νεκρό καί ἀνίκανο νά κάνει παιδιά, διότι ἦταν περίπου ἑκατό ἐτῶν. Οὔτε συλλογίσθηκε τή νέκρωση τῆς μήτρας τῆς γυ­ναίκας του Σάρρας. 20 Καί δέν ταλαντεύθηκε ἀπό ἀμφιβολίες ἀπιστίας στήν ὑπόσχεση πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ἀλλά ἀντίθετα ἐνδυ­­νάμωσε τόν ἑαυτό του στήν πίστη καί δόξασε τό Θεό, σάν νά εἶχε ἤδη πραγματοποιηθεῖ ἡ ὑπό­σχεσή του. 21 Καί ἀπέκτησε ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅτι ἐκεῖνο πού ὑπό­σχεται ὁ Θεός, ἔχει τή δύναμη καί νά τό ἐκπλη­ρώσει. 22 Κι ἐπειδή πίστεψε μέ τέτοια πεποίθηση, γι’ αὐτό λογαριάσθηκε σ’ αὐτόν ἡ πίστη του αὐτή ὡς δικαίωση. 23 Δέν γράφηκε ὅμως γι’ αὐτόν μόνο ὅτι λογαριάσθη­κε σ’ αὐτόν ἡ πίστη του γιά δικαίωση· 24 ἀλλά γράφηκε καί γιά μᾶς, στούς ὁποίους πρόκειται νά λογαριασθεῖ ἡ πίστη γιά δικαίωσή μας· γιά μᾶς, οἱ ὁποῖοι πιστεύουμε στό Θεό πού ἀνέστησε τόν Ἰησοῦ τόν Κύριό μας ἀπό τούς νεκρούς. 25 Αὐτός (ὁ Χριστός) παραδόθηκε σέ θάνατο γιά τά ἁμαρ­τήματά μας καί ἀναστήθηκε γιά νά μᾶς δικαιώσει καί νά μᾶς σώσει.