Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα (11/7)

Ἀπόστολος: τῆς ἁγίας, Κυρ. ις΄ ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. ς΄ 1-10)

Συνεργοῦντες δὲ καὶ πα­­­ρα­καλοῦμεν μὴ εἰς κε­νὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέ­ξασθαι ὑμᾶς – 2 λέγει γάρ· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρό­σδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σω­τηρίας – 3 μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, 4 ἀλλ᾿ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, 5 ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, 6 ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, 7 ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, 8 διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, 9 ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀπο­θνή­σκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, 10 ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

Συνεργαζόμενοι λοιπόν μέ τόν Θεό στό ἔργο αὐτό τῆς συμφιλιώσεως καί τῆς καταλλαγῆς τῶν ἀνθρώπων, σᾶς παρακαλοῦμε νά δείξετε μέ τή διαγωγή σας ὅτι δέν δεχθήκατε μάταια καί ἀνώφελα τή χάρη τοῦ Θεοῦ. 2 Καί μή νομίσετε ὅτι πάντοτε ὁ Θεός θά σᾶς στέλνει τούς ἀντιπροσώπους του νά σᾶς παρακαλοῦν. Ὄχι. Διότι λέει ἡ Ἁγία Γραφή: Στόν κατάλληλο καιρό, ὅταν ὁ Θεός δείχνει τό ἔλεός του καί τήν ἀγάπη του, σέ ἄκουσα μέ προσοχή, καί τήν ἡμέρα πού δίνεται ἡ σωτηρία, σέ βοήθησα. Νά λοιπόν, τώρα εἶναι καιρός κατάλληλος, νά, τώρα εἶναι ἡμέρα σωτηρίας. 3 Καί τώρα σᾶς ἀπευθύνουμε αὐτά τά παρακλητικά λόγια χωρίς νά δίνουμε καμία ἀφορμή σκανδάλου σέ τίποτε, γιά νά μήν κατηγορηθεῖ στό ἐλάχιστο ἡ διακονία τοῦ κηρύγματος. 4 Ἀλλά ἀντίθετα, μέ κάθε τρόπο συστήνουμε τούς ἑαυ­τούς μας καί ἀποδεικνυόμαστε ἀληθινοί διάκονοι τοῦ Θε­οῦ: μέ ὑπομονή πολλή, μέ θλίψεις, μέ ἀνάγκες, μέ στε­νοχώριες, 5 μέ δαρμούς καί μαστιγώσεις πού πληγώνουν τό σῶ­μα μας, μέ φυλακίσεις, μέ καταδιώξεις πού δέν μᾶς ἀφή­­νουν νά σταθοῦμε πουθενά, μέ κόπους, μέ ἀγρυ­­πνίες, μέ στερήσεις φαγητοῦ, 6 μέ καθαρότητα ἀπό κάθε ἁμαρτία, μέ γνώση τῆς ἀλή­θειας, μέ μακροθυμία, μέ καλοσύνη, μέ ἁγιασμό καί μέ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέ ἀγάπη πραγματική κι ἐλεύθερη ἀπό ὑποκρισία, 7 μέ λόγο πού κηρύττει τήν ἀλήθεια, μέ δύναμη Θεοῦ, μέ τά ὅπλα τά ἐπιθετικά, πού εἶναι κατάλληλα γιά τήν ἐπι­βολή τῆς δικαιοσύνης καί μοιάζουν μ’ αὐτά πού ἔχουν στό δεξί τους χέρι οἱ στρατιῶτες πού μάχονται, ὅπως καί μέ τά ὅπλα τά ἀμυντικά, πού μοιάζουν μ’ αὐτά πού ἔχουν στό ἀριστερό τους χέρι. Εἴμαστε δηλα­δή πάνοπλοι, καί γιά νά ὑπερασπιστοῦμε τή δικαιοσύνη καί τήν ἀλήθεια, καί γιά νά δημιουργήσουμε τό θρίαμβό της. 8 Ἀποδεικνύουμε ποιοί εἴμαστε μέ τή δόξα πού δεχόμαστε ἀπ’ αὐτούς πού πιστεύουν στό Εὐαγγέλιο καί μέ τήν ἀτιμία ἀπό τούς ἀπίστους, μέ τή δυσφήμηση ἀπό τούς συκοφάντες μας καί μέ τά ἐγκώμια καί τούς ἐπαίνους ἀπό τούς πιστούς. Παρουσιαζόμαστε ὡς ἀπατεῶνες ἀπό τούς ἐχθρούς τοῦ Εὐαγγελίου, καί ὡς εἰλικρινεῖς ἀπό τούς πιστούς· 9 ὡς ἄγνωστοι ἐξαιτίας τῆς κοινωνικῆς ἀσημότητός μας, καί ὡς πολύ γνωστοί καί σπουδαῖοι· ὡς ἄνθρωποι πού κινδυνεύουμε νά πεθάνουμε, κι ὅμως, νά πού ζοῦμε· ὡς ἄνθρωποι πού παιδαγωγούμαστε ἀπό τόν Θεό μέ βαρύτατες δοκιμασίες, ἀλλά δέν φτάνουμε στό θάνατο. 10 Ἐξαιτίας τῶν δοκιμασιῶν μας αὐτῶν μᾶς νομίζουν βυθισμένους στή λύπη, ἐμεῖς ὅμως πάντοτε χαιρόμα­στε. Μᾶς θεωροῦν φτωχούς, ἐμεῖς ὅμως κάνουμε πολ­­­λούς νά πλουτίζουν μέ πνευματικούς καί οὐράνιους θη­­­­σαυ­ρούς. Παρουσιαζόμαστε σάν νά μήν ἔχουμε τίποτε, κι ὅμως κατέχουμε τά πάντα.