Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 20 Σεπτεμβρίου 2020, μετά τήν Ὕψωσιν (Μάρκ. η΄ 34 – θ΄ 1)
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν, ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; Ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με, καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ Πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν Ἀγγέλων τῶν ἁγίων. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.
1. ΝΑ ΣΗΚΩΝΟΥΜΕ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΜΑΣ
Τήν Κυριακή μετά τήν ὕψωση τοῦ τιμίου σταυροῦ, στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Κύριος καλεῖ ὅλους τούς πιστούς νά σηκώνουμε μέ πίστη τόν δικό μας σταυρό λέγοντας: Ἐκεῖνος πού θέλει νά μέ ἀκολουθεῖ ὡς μαθητής μου, ἄς διακόψει κάθε σχέση μέ τόν διεφθαρμένο ἀπό τήν ἁμαρτία ἑαυτό του καί ἄς πάρει τή σταθερή ἀπόφαση νά σηκώνει καθημερινά τόν σταυρό του, καί τότε ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Διότι, ὅποιος θέλει νά σώσει τήν πρόσκαιρη ζωή του, θά χάσει τήν αἰώνια ζωή. Ὅποιος ὅμως χάσει καί θυσιάσει τή ζωή του γιά μένα καί τό εὐαγγέλιό μου, αὐτός θά σώσει τήν ψυχή του καί θά κερδίσει τήν αἰώνια μακαριότητα.
Τί νόημα ὅμως ἔχουν τά λόγια αὐτά τοῦ Κυρίου; Γιατί ὁ Κύριος ζητᾶ ἀπό ὅλους τούς μαθητές του νά σηκώνουν διαρκῶς ἕνα σταυρό; Γιά νά κατανοήσουμε τό νόημα τῶν λόγων τοῦ Κυρίου θα πρέπει νά δοῦμε πότε ὁ Κύριος εἶπε τά λόγια αὐτά. Τά εἶπε ἀκριβῶς μετά ἀπό τήν ὥρα ἐκείνη πού ὁ ἀπόστολος Πέτρος μέ ἔντονο προέτρεψε τόν Κύριο νά μήν πάει στήν Ἱερουσαλήμ, νά ἀρνηθεῖ τό πάθος καί τό σταυρικό θάνατο. Καί ὁ Κύριος τήν ἴδια στιγμή, μπροστά στούς μαθητές ἐπέπληξε τόν Πέτρο καί τοῦ εἶπε: «ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ». Διότι ὁ Πέτρος δέν μποροῦσε νά κατανοήσει ἐκείνη τήν ὥρα, ὅτι χωρίς τό τόν σταυρικό θάνατο τοῦ Κυρίου, δέν θά σωζόταν τό ἀνθρώπινο γένος.
Ἀμέσως λοιπόν μετά ὁ Κύριος προσκαλεῖ τούς μαθητές του καί τά πλήθη καί μπροστά σέ ὅλους λέει ὅτι ὄχι μόνον ὁ ἴδιος πρέπει νά σταυρωθεῖ, ἀλλά καί ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά σωθεῖ, παρά μόνον ἄν σηκώσει ὁ καθένας τόν δικό του σταυρό καί τόν ἀκολουθήσει ὅπως τό πρόβατο τόν ποιμένα, ὅπως ὁ δοῦλος τόν κύριό του, ὅπως ὁ στρατιώτης τόν βασιλέα, ἀκολουθῶντας τόν ἴδιο δρόμο, σηκώνοντας δηλαδή καθημερινά καί ὁ καθένας μας τόν δικό του σταυρό.
Καί τί σημαίνει νά σηκώνουμε τό σταυρό μας; Ὅπως οἱ κατάδικοι σήκωναν τό σταυρό τους μέχρι τό σημεῖο τῆς θανατικῆς τους ἐκτελέσεως, μέ τή βεβαιότητα ὅτι σέ λίγο θά πέθαιναν, ἔτσι κι ἐμεῖς: νά ζοῦμε καθημερινά ὡς μελλοθάνατοι, ἔχοντας διακόψει ὁριστικά κάθε δεσμό μέ τή ζωή αὐτή, μέ τόν κόσμο, τήν ἁμαρτία, τόν παλαιό ἑαυτό μας. Μέ τήν ἀπόφαση κάθε στιγμή ἀργά ἤ γρήγορα νά πεθάνουμε.
Σημαίνει ἀκόμη νά σηκώνουμε ἀγόγγιστα τό σταυρό τῆς κάθε ἡμέρας. Δηλαδή τίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες πού θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός στή ζωή μας, κάθε στενοχώρια καί πόνο, κάθε δυσκολία στόν ἀγῶνα γιά τήν κατανίκηση τῶν παθῶν μας καί τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Μέ τή βεβαιότητα ὅτι ὁ σταυρός, ὁ πόνος καί οἱ θλίψεις, εἶναι ἡ κοινή κληρονομιά τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Καί ὅτι ὁ Κύριος ἐπιτρέπει στόν καθένα μας τόν δικό μας ξεχωριστό καί μοναδικό κατάλληλο σταυρό, καί αὐτόν ὀφείλουμε νά τόν σηκώνουμε ὄχι μέ γογγυσμό καί ταραχή, μέ ἀντίδραση καί διαμαρτυρία. Οὔτε καταναγκαστικά ἐπειδή δέν μποροῦμε νά κάνουμε ἀλλιῶς. Ἀλλά μέ χαρά, μέ τήν πεποίθηση ὅτι αὐτός ὁ σταυρός θά μᾶς ὁδηγήσει στή σωτηρία μας.
2. ΠΟΣΟ ΑΞΙΖΕΙ ΜΙΑ ΨΥΧΗ!
Ὁ Κύριος στή συνέχεια κάνει μιά σύγκριση ἀνάμεσα στήν ἐγκοσμιότητα καί στήν αἰωνιότητα. Τί θά ὠφελήσει τόν ἄνθρωπο, ρωτᾶ, ἐάν κερδίσει ὅλον αὐτόν τόν ὑλικό κόσμο, καί στό τέλος χάσει τήν ψυχή του, ἡ ὁποία ἐπειδή εἶναι πνευματική καί αἰώνια δέν συγκρίνεται μέ κανένα ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά τοῦ φθαρτοῦ κόσμου; Ἤ, ἐάν ἕνας ἄνθρωπος χάσει τήν ψυχή του, τί θά δώσει ὡς ἀντάλλαγμα, μέ τό ὁποῖο θά τήν ἐξαγοράσει ἀπό τήν αἰώνια ἀπώλεια;
Ὁποιοσδήποτε ντραπεῖ ἐμένα, ἐπειδή φοβᾶται τίς περιφρονήσεις τῶν ἀνθρώπων τῆς ἀποστατημένης αὐτῆς γενιᾶς, αὐτόν θά τόν ἀποκηρύξει καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρωπου κατά τή μέλλουσα κρίση. Αὐτός δηλαδή θά χάσει τήν ψυχή του γιά πάντα!
Μέ δύο λόγια δηλαδή ὁ Κύριος μᾶς ἐξηγεῖ ποιό εἶναι τό μεγαλύτερο κακό πού μποροῦμε οἱ ἄνθρωποι νά πάθουμε, νά χάσουμε τήν ψυχή μας. Διότι, μᾶς λέει, ἡ ψυχή μας ἀξίζει περισσότερο ἀπ’ ὅλα τά ἀγαθά τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Ἔχει μεγαλύτερη ἀξία ἀπ’ ὅλα τά πλούτη, τίς τιμές καί τίς ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτό ἄλλωστε, γιά τήν πολύτιμη αὐτή ψυχή μας ὁ Χριστός μας ἔδωσε τό πλέον ἀτίμητο λύτρο, τό τίμιο αἷμα του. Ἐξαγόρασε τήν ψυχή μας ἀπό τή σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας, διότι γνωρίζει ὁ Θεός τήν πραγματική ἀξία τῆς ψυχῆς μας. Ἐμεῖς λίγο καταλαβαίνουμε τήν αἰώνια ἀξία καί προοπτική της. Λίγο κατανοοῦμε ὅτι ἡ ἀπώλεια τῆς ψυχῆς εἶναι τό μεγαλύτερο κακό πού μποροῦμε νά πάθουμε. Διότι ἄν χάσουμε τήν ψυχή μας, ἄν χωρισθοῦμε δηλαδή αἰωνίως ἀπό τόν Θεό καί βυθισθοῦμε στό αἰώνιο σκοτάδι, ἡ ἀπώλεια αὐτή θά εἶναι ὁριστική καί ἀμετάκλητη. Μήπως ἔχουμε δύο ψυχές, νά δώσουμε τήν μία στήν ἁμαρτία καί τήν ἄλλη στόν Χριστό; Χρήματα κάι περιουσίες μποροῦμε νά ἀνταλλάξουμε. Τήν ψυχή μας ἄν τήν χάσουμε, χάσαμε τά πάντα, χάσαμε κάθε ἀγαθό, χάσαμε τόν παράδεισο, χάσαμε τόν Θεό. Τήν ψυχή μας λοιπόν καί τά μάτια μας. Τήν ψυχή μας καί τήν σωτηρία μας. Πάνω ἀπ’ ὅλα, καί πρῶτα ἀπ ὅλα.