Ἀπόστολος: Κυρ. ις΄ ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. ς΄ 1-10)
Συνεργοῦντες δὲ καὶ παρακαλοῦμεν μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς – 2 λέγει γάρ· καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας – 3 μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, 4 ἀλλ᾿ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, 5 ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, 6 ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, 7 ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, 8 διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας, ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, 9 ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνήσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, 10 ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
Συνεργαζόμενοι λοιπόν μέ τόν Θεό στό ἔργο αὐτό τῆς συμφιλιώσεως καί τῆς καταλλαγῆς τῶν ἀνθρώπων, σᾶς παρακαλοῦμε νά δείξετε μέ τή διαγωγή σας ὅτι δέν δεχθήκατε μάταια καί ἀνώφελα τή χάρη τοῦ Θεοῦ. 2 Καί μή νομίσετε ὅτι πάντοτε ὁ Θεός θά σᾶς στέλνει τούς ἀντιπροσώπους του νά σᾶς παρακαλοῦν. Ὄχι. Διότι λέει ἡ Ἁγία Γραφή: Στόν κατάλληλο καιρό, ὅταν ὁ Θεός δείχνει τό ἔλεός του καί τήν ἀγάπη του, σέ ἄκουσα μέ προσοχή, καί τήν ἡμέρα πού δίνεται ἡ σωτηρία, σέ βοήθησα. Νά λοιπόν, τώρα εἶναι καιρός κατάλληλος, νά, τώρα εἶναι ἡμέρα σωτηρίας. 3 Καί τώρα σᾶς ἀπευθύνουμε αὐτά τά παρακλητικά λόγια χωρίς νά δίνουμε καμία ἀφορμή σκανδάλου σέ τίποτε, γιά νά μήν κατηγορηθεῖ στό ἐλάχιστο ἡ διακονία τοῦ κηρύγματος. 4 Ἀλλά ἀντίθετα, μέ κάθε τρόπο συστήνουμε τούς ἑαυτούς μας καί ἀποδεικνυόμαστε ἀληθινοί διάκονοι τοῦ Θεοῦ: μέ ὑπομονή πολλή, μέ θλίψεις, μέ ἀνάγκες, μέ στενοχώριες, 5 μέ δαρμούς καί μαστιγώσεις πού πληγώνουν τό σῶμα μας, μέ φυλακίσεις, μέ καταδιώξεις πού δέν μᾶς ἀφήνουν νά σταθοῦμε πουθενά, μέ κόπους, μέ ἀγρυπνίες, μέ στερήσεις φαγητοῦ, 6 μέ καθαρότητα ἀπό κάθε ἁμαρτία, μέ γνώση τῆς ἀλήθειας, μέ μακροθυμία, μέ καλοσύνη, μέ ἁγιασμό καί μέ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέ ἀγάπη πραγματική κι ἐλεύθερη ἀπό ὑποκρισία, 7 μέ λόγο πού κηρύττει τήν ἀλήθεια, μέ δύναμη Θεοῦ, μέ τά ὅπλα τά ἐπιθετικά, πού εἶναι κατάλληλα γιά τήν ἐπιβολή τῆς δικαιοσύνης καί μοιάζουν μ’ αὐτά πού ἔχουν στό δεξί τους χέρι οἱ στρατιῶτες πού μάχονται, ὅπως καί μέ τά ὅπλα τά ἀμυντικά, πού μοιάζουν μ’ αὐτά πού ἔχουν στό ἀριστερό τους χέρι. Εἴμαστε δηλαδή πάνοπλοι, καί γιά νά ὑπερασπιστοῦμε τή δικαιοσύνη καί τήν ἀλήθεια, καί γιά νά δημιουργήσουμε τό θρίαμβό της. 8 Ἀποδεικνύουμε ποιοί εἴμαστε μέ τή δόξα πού δεχόμαστε ἀπ’ αὐτούς πού πιστεύουν στό Εὐαγγέλιο καί μέ τήν ἀτιμία ἀπό τούς ἀπίστους, μέ τή δυσφήμηση ἀπό τούς συκοφάντες μας καί μέ τά ἐγκώμια καί τούς ἐπαίνους ἀπό τούς πιστούς. Παρουσιαζόμαστε ὡς ἀπατεῶνες ἀπό τούς ἐχθρούς τοῦ Εὐαγγελίου, καί ὡς εἰλικρινεῖς ἀπό τούς πιστούς· 9 ὡς ἄγνωστοι ἐξαιτίας τῆς κοινωνικῆς ἀσημότητός μας, καί ὡς πολύ γνωστοί καί σπουδαῖοι· ὡς ἄνθρωποι πού κινδυνεύουμε νά πεθάνουμε, κι ὅμως, νά πού ζοῦμε· ὡς ἄνθρωποι πού παιδαγωγούμαστε ἀπό τόν Θεό μέ βαρύτατες δοκιμασίες, ἀλλά δέν φτάνουμε στό θάνατο. 10 Ἐξαιτίας τῶν δοκιμασιῶν μας αὐτῶν μᾶς νομίζουν βυθισμένους στή λύπη, ἐμεῖς ὅμως πάντοτε χαιρόμαστε. Μᾶς θεωροῦν φτωχούς, ἐμεῖς ὅμως κάνουμε πολλούς νά πλουτίζουν μέ πνευματικούς καί οὐράνιους θησαυρούς. Παρουσιαζόμαστε σάν νά μήν ἔχουμε τίποτε, κι ὅμως κατέχουμε τά πάντα.