Ἦταν πρωτοφανές καί ἀναπάντεχο αὐτό πού ἔγινε τούς πρώτους μῆνες τοῦ 2020 μέ τόν ἐγκλεισμό λόγῳ τῆς πανδημίας. Ἦταν ὀδυνηρό καί ἀνυπόφορο. Οἱ ναοί μας ἔκλεισαν. Δέν ἀκούγαμε καμπάνες, δέν ὑπῆρχαν ἱερές ἀκολουθίες, δέν ψάλλονταν τροπάρια, δέν γιορτάζονταν οἱ μνῆμες τῶν ἁγίων μας, δέν προσφερόταν ἡ θεία Λειτουργία, ἡ ἀναίμακτη θυσία τοῦ Σταυροῦ! Καί ὅταν δόθηκε ἡ ἄδεια νά λειτουργοῦν οἱ ναοί, ἦταν μόνο γιά ἐλάχιστους, τούς ἀπολύτως ἀπαραίτητους γιά μιά ἀκολουθία. Οἱ ὑπόλοιποι δέν μποροῦσαν νά παρευρεθοῦν, οὔτε νά προσεγγίσουν τόν ναό, οὔτε νά σταθοῦν ἀπ’ ἔξω, νά ἀκούσουν ἔστω ἀπό ἕνα μεγάφωνο τί γίνεται μέσα. Δέν εἶχαν τή δυνατότητα οἱ Χριστιανοί νά μεταλάβουν τά ἄχραντα Μυστήρια, νά κοινωνήσουν τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Δέν μποροῦσαν νά ἐξομολογηθοῦν, οὔτε λίγη ὥρα στόν ναό νά προσευχηθοῦν, ἕνα κερί ν’ ἀνάψουν! Καί ἦταν Μ. Τεσσαρακοστή. Ἦταν Μ. Ἑβδομάδα. Πάσχα ἦταν. Πάσχα χωρίς Ἀνάσταση! Λαμπρή χωρίς λάμψη! Χωρίς φωτισμένες ἀπό τίς λαμπάδες ἐκκλησιές, χωρίς ἐκεῖνο τό μυριόστομο «Χριστός Ἀνέστη» πού ἔβγαινε ἀπό τά βάθη τῶν ψυχῶν τοῦ πλήθους τῶν πιστῶν καθώς πλημμύριζαν τούς ναούς μας.
Πάσχα τοῦ 2020. Θά τό θυμόμαστε. Τό πιό παράδοξο καί θλιβερό Πάσχα τῆς ζωῆς μας!…
Κατόπιν ἄνοιξαν οἱ ναοί. Ἐπιστρέψαμε στό ΣΠΙΤΙ μας. Σάν τούς ξενιτεμένους, πού μετά ἀπό χρόνια γυρνοῦν στόν τόπο τους καί ὅλα τούς φαίνονται καινούργια, ὅλα ὄμορφα, ὅλα φωτεινά καί ἀγαπημένα. Οἱ ἄνθρωποί τους δέν ἔχουν τίποτε κακό ἐπάνω τους. Εἶναι τόσο καλύτεροι ἀπ’ ὅσο τούς νόμιζαν πρίν! Τόσο ἀγαπητοί! Δέν χορταίνουν νά τούς βλέπουν καί νά τούς μιλοῦν. Ἀκόμη καί τά ἄψυχα ἀντικείμενα, ὅλα λάμπουν καί τούς χαμογελοῦν.
Ἐπιστρέψαμε στό ΣΠΙΤΙ μας! Ὅλα μᾶς ὑποδέχθηκαν μέ ἅγια προσμονή καί καλοσύνη. Ὅλα χαίρονταν στήν παρουσία μας καί γελοῦσαν. Εἶχαν σκοτεινιάσει, εἶχαν σκυθρωπάσει τόσο καιρό οἱ ἄδειες ἐκκλησιές μας. Καί κατόπιν ἀκουγόταν πιό γλυκιά ἀπό πρίν τῆς καμπάνας ἡ φωνή, ἡ φλόγα στά καντήλια ἦταν πιό λαμπερή, τό θυμίαμα μέ ἄρρητη εὐωδία χάριζε εὐφροσύνη στίς ψυχές, τά τροπάρια ἀκούγονταν πιό μελωδικά, τά ἄμφια τῶν ἱερέων σάν νά ᾿ταν φτιαγμένα ἀπό φῶς. Καί οἱ ἀκολουθίες μας πανηγύρια πού δέν θέλαμε νά τελειώσουν.
«Εὐφράνθην ἐπί τοῖς εἰρηκόσι μοι· εἰς οἶκον Κυρίου πορευσόμεθα». Εὐφράνθηκε καί σκίρτησε ἀπό χαρά ἡ καρδιά μου, λέει ὁ ἱερός Ψαλμωδός, ὅταν πλησιάζαμε στήν Ἱερουσαλήμ καί μοῦ εἶπαν ἐκεῖνοι πού μαζί ζούσαμε μακριά της καί συμμετείχαμε στήν ἱερή ἀποδημία: θά πᾶμε στόν οἶκο τοῦ Κυρίου (Ψαλ. ρκα΄ [121] 1).
Ἡ δική μας εὐφροσύνη πολύ μεγαλύτερη. Διότι ἐμεῖς δέν ἐπιστρέψαμε στόν ναό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅπου ἡ λατρεία ἦταν ὑποτυπώδης, τυπική καί δέν προσέφερε κάτι οὐσιαστικό στούς πιστούς. Ἐμεῖς ἐπιστρέψαμε στούς Ὀρθόδοξους ναούς μας, ὅπου προσφέρεται ἡ μόνη εὐάρεστη στόν Θεό λατρεία, ἡ ὁποία ἐξασφαλίζει τήν αἰώνια λύτρωση καί σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀλλά ἡ εὐφροσύνη καί ἡ χαρά γιά τήν ἐπιστροφή μας στόν οἶκο τοῦ Κυρίου, στό ΣΠΙΤΙ μας, στούς ἱερούς ναούς μας, δέν κράτησε πολύ. Ἡ ἔξαρση τῆς πανδημίας κατά τό φθινόπωρο τοῦ 2020 ἀντιμετωπίσθηκε ἀπό τούς ἄρχοντές μας μέ τήν ἴδια τακτική. Καθώς φθάσαμε στούς τελευταίους μῆνες τοῦ ἔτους, ἡ προσπάθεια γιά ἀναχαίτιση τοῦ κακοῦ τούς ὁδήγησε, μαζί μέ τά ἄλλα μέτρα, νά ἐπαναλάβουν καί τόν ἀπαράδεκτο περιορισμό τῆς θείας λατρείας. Ἡ ὑγεία τοῦ σώματος θεωρήθηκε ἀνώτερη ἀπό τίς ἀνάγκες τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας. Καί ὁ ἱερός ναός τῆς ἐνορίας δέν ἀντιμετωπίσθηκε οὔτε ὅπως τό super market τῆς γειτονιᾶς. Στήν νέα περίοδο τοῦ ἐγκλεισμοῦ, ὅποιος ἤθελε μποροῦσε ἐλεύθερα νά πάει στά καταστήματα τροφίμων, στίς Τράπεζες, στά φαρμακεῖα γιά νά προμηθευθεῖ τά ἀπαραίτητα. Μποροῦσε νά βγάλει τό κατοικίδιο ζῶο του περίπατο, ἀκόμη εἶχε τήν ἄδεια νά βγεῖ γιά νά προσφέρει τροφή καί σέ ἀδέσποτα ζῶα. Τό νά ἐπισκεφθεῖ ὅμως τόν ἱερό ναό, γιά νά προσευχηθεῖ καί νά λατρεύσει τόν Θεό, ἦταν ἀπαγορευμένο. Ὅποιος τό ἐπιχειροῦσε θά ἔπρεπε, σύμφωνα μέ τήν κοινή ὑπουργική ἀπόφαση, νά διωχθεῖ ἀπό τούς ἴδιους τούς λειτουργούς ἱερεῖς. Καί ἄς μήν ὑπῆρχε ἐπίσημα κηρυγμένος διωγμός τῆς Πίστεως. Καί ἄς ἀποτελεῖ ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ δικαίωμα κατοχυρωμένο ἀπό τό Σύνταγμα τοῦ Κράτους.
Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ καί πάλι μακριά ἀπό τούς ναούς! Ὁ ἱερός ναός ἀντιμετωπίσθηκε ὡς ἐπικίνδυνος τόπος μολυσμοῦ καί ἐξαπλώσεως τῆς ἐπιδημίας καί ὄχι ὡς τόπος καταφυγῆς τῶν ἀσθενῶν, ὑγείας, θαυμαστῶν ἰάσεων καί θεραπείας. Πῶς τόλμησαν οἱ Ὀρθόδοξοι ἄρχοντες τῆς Ὀρθοδόξου Πατρίδος μας καί ἔκαναν αὐτό πού δέν ἔγινε ποτέ;
Ὑπῆρξαν ἀρχηγοί κρατῶν πού δέν τόλμησαν νά κλείσουν τούς ναούς καί στό πρῶτο κύμα τοῦ κορωνοϊοῦ, στήν ἀρχή τοῦ 2020, καί στό δεύτερο, στό τέλος τοῦ ἔτους. Σεβάσθηκαν τήν Ἐκκλησία καί ἄφησαν αὐτή νά χειρισθεῖ τό θέμα. Καί οἱ ναοί δέν ἔκλεισαν. Συνεχίσθηκε ἀνεμπόδιστα ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ καί ὁ λαός εἶχε τήν δυνατότητα νά προσευχηθεῖ στόν Θεό, νά Τόν λατρεύσει καί ἱκετεύσει γιά τά προβλήματα καί τίς δοκιμασίες του καί νά ἀποθέσει σ’ Ἐκεῖνον τίς ἐλπίδες γιά τή σωτηρία του.
Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά τόν Πρόεδρο τῆς Λευκορωσίας κ. Ἀλέξανδρο Λουκασένκο, ὁ ὁποῖος δήλωσε: «Δέν κλείσαμε τίς ἐκκλησίες κατά τή διάρκεια τοῦ πολέμου. Ἑπομένως, δέν θά τό κάνουμε οὔτε τώρα». Προέτρεψε μάλιστα τούς πιστούς νά πηγαίνουν στίς ἐκκλησίες γιά νά προσεύχονται στόν Θεό νά τελειώσει τό θέμα τοῦ κορωνοϊοῦ. Στή συνάντησή του μέ τόν Μητροπολίτη Μίνσκ κ. Βενιαμίν, διεμήνυσε ὅτι θά σταθεῖ στό πλευρό τῆς Ἐκκλησίας μέ κάθε τρόπο (Βλ. Πρακτορεῖο ἐκκλησιαστικῶν εἰδήσεων «Ρομφαία», 2 Νοεμβρίου 2020).
Ὁ οἶκος τοῦ Κυρίου! Τό σπίτι τοῦ Θεοῦ! Πού εἶναι τό δικό μας σπίτι. Διότι ὁ Θεός εἶναι ὁ Πατέρας μας. Ἔτσι μᾶς ἔμαθε Ἐκεῖνος· νά Τοῦ μιλοῦμε καί νά Τόν προσφωνοῦμε: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Αὐτή τήν ἀλήθεια διακηρύττουμε κάθε φορά πού ἀπαγγέλλουμε τό Σύμβολο τῆς Πίστεως: «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν Πατέρα, παντοκράτορα». Ἐδῶ ὁ «πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς», ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἐδῶ συναντοῦμε μυστικά καί τούς ἁγίους μας, πρῶτα τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί δική μας Μητέρα καί κατόπιν ὅλους ἐκείνους πού εὐαρέστησαν στόν Θεό μέ τήν ἁγία ζωή, τήν ἄσκηση ἤ τό μαρτύριό τους. Ἐδῶ, φτερουγίζουν δίπλα μας καί οἱ ἀόρατοι φίλοι μας, οἱ οὐράνιες δυνάμεις τῶν ἀγγέλων καί ἀρχαγγέλων.
Ἡ οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ, ἡ δική μας οἰκογένεια! Πού τή συμπληρώνουν ὅλοι ἐκεῖνοι πού ὁ Χριστός μᾶς ἔμαθε νά τούς νιώθουμε ἀδελφούς μας, καί μαζί ἀγωνιζόμαστε, προσευχόμαστε καί εὐλαβικά Τόν λατρεύουμε καί Τόν προσκυνοῦμε στίς ἱερές συνάξεις μας! Ἡ Ἐκκλησία μας, θριαμβεύουσα καί στρατευομένη. Ἡ οἰκογένειά μας, τό ΣΠΙΤΙ μας!
«Ἐν ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τόν Θεόν», μᾶς προτρέπει ὁ αἰώνιος λόγος τοῦ Θεοῦ (Ψαλ. ξζ΄ [67] 27). Σέ ἱερές συνάξεις νά συναθροίζεσθε, γιά νά εὐλογεῖτε καί δοξολογεῖτε τόν Θεό. Δέν ἀρκεῖ ὁ καθένας μόνος του ἤ μέ τούς οἰκείους του μόνο νά προσεύχεται στήν προσωπική κατοικία του στόν Θεό. Αἰσθανόμαστε τήν ἀνάγκη καί στόν οἶκο τοῦ Κυρίου νά πορευόμαστε, νά τρέχουμε χαρούμενα στούς ἱερούς ναούς μας, γιά νά συμμετέχουμε στήν κοινή λατρεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου τά πλήθη τῶν πιστῶν δοξολογοῦμε, εὐχαριστοῦμε καί ἱκετεύουμε «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ» τόν Κύριο. Μέσα στόν ναό συγκροτεῖται καί ὁρατά ἡ οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ εἶναι πιό αἰσθητή ἡ παρουσία του, πιό δραστική ἡ Χάρις του, πιό βαθιά ἡ εἰρήνη του καί ἡ χαρά του. Ἐδῶ ἔχουμε πιό δυνατή τήν πρόγευση τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου. «Ἐν τῷ ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν».
Κάθε φορά πού ἐρχόμαστε στόν ναό τοῦ Θεοῦ αἰσθανόμαστε ὅτι ἀφήνουμε πίσω μας τόν κόσμο τῆς ματαιότητος καί τῆς φθορᾶς, τόν κόσμο τῆς ξενιτείας καί τῆς παρεπιδημίας μας καί ἐπιστρέφουμε στόν ἀληθινό κόσμο γιά τόν ὁποῖο εἴμαστε προορισμένοι καί στόν ὁποῖο ἀπό ἄπειρη ἀγάπη μᾶς ἔχει καλέσει ὁ πανάγαθος Θεός.
Ἐπιστρέφουμε στήν οἰκία τοῦ Πατρός.
Ἐπιστρέφουμε στό δικό μας Σπίτι.
Καί μένουμε στό Σπίτι μας.
Μένουμε ἀσφαλεῖς σ’ αὐτό τό Σπίτι.
Καί δέν θέλουμε ποτέ πιά νά φύγουμε ἀπ’ αὐτό.
Τήν ἔξωση ἀπό τό ΣΠΙΤΙ μας δέν τήν ἀντέχουμε.