Γιά πάντα νέοι!

Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 13 Δεκεμβρίου 2020, τῶν Προπατόρων (ΚΘ΄ Κυριακῆς: Κολασ. γ΄ 4-11)

Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι᾿ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.

1. Ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ

Στὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα ἀπὸ τὴν πρὸς Κολασσαεῖς ἐπιστολὴ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει τὰ τραγικὰ ἀποτελέσματα ποὺ φέρνει ἡ ἁμαρτία στὸν ἄνθρωπο, καθὼς ἐπισύρει τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὰ ἁμαρτήματα ποὺ διαπράττουν, «ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας», γράφει ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Δηλαδή, ξεσπᾶ ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ σὲ ὅσους ὄχι ἀπὸ ἄγνοια ἢ ἀδυναμία, ἀλλὰ συστηματικὰ καὶ μὲ ἐ­πιμονὴ ζοῦν μέσα στὴν ἁμαρτία.

Ὁ Θεὸς γνωρίζουμε ὅτι εἶναι ἀγάπη, ὅπως τονίζει ὁ ἀδιάψευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Α΄ Ἰω. δ΄ 8). Δὲν ὀργίζεται, δὲν ἐκδικεῖται. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ «ὀργὴ» τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι κάποια ἐμπαθὴς διάθεσή του, ἀλλὰ ἡ φιλάνθρωπη καὶ δραστικότερη παιδαγωγία του γιὰ τὴ διόρθωση τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ γιὰ τὸν παραδειγματισμὸ τῶν ἀνθρώπων. Ἐνεργεῖ ὅπως ὁ γιατρός, ὁ ὁποῖος, ἐπειδὴ ἐνδιαφέρεται γιὰ ὅλο τὸ σῶμα τοῦ ἀσθενοῦς, δὲν λυπᾶται τὸ ἄρρωστο μέλος, τὸ ἀποκόπτει ἢ τὸ καυτηριάζει, ὥστε νὰ μὴν ἐπεκταθεῖ ἡ ἀσθένεια καὶ στὰ ὑπόλοιπα μέλη.

Ἔρχεται λοιπὸν ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, ὑπο­­γραμμίζει ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος, ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἐπειδὴ ἐπιθυμήσαμε τὶς γήινες ἀπολαύσεις, τὴν ἀν­ηθικότητα, τὰ πάθη, τὴν ὑποδούλωση στὴν ἁμαρτία, τὴν πλεονεξία καὶ τὴ λατρεία τοῦ χρήματος. Γευόμαστε ἤδη ἐντονότερα τὸν τελευταῖο χρόνο τὶς συνέπειες τῆς ἀποστασίας μας: τὸν φόβο, τὴ θλίψη, τὴν ἀπομόνωση, τὶς ἀσθένειες, τὸν ἐπερχόμενο θάνατο. Ἂς ταπεινωθοῦμε λοιπὸν καὶ ἂς μετανοήσουμε, ὥστε νὰ γευθοῦμε καὶ πάλι τὸ ἔλεος καὶ τὴ μακροθυμία Του.

2. Ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴ συνέχεια καταγράφει τὰ πάθη, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὀφείλουμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε οἱ ἄνθρωποι, ὥστε νὰ δοξασθοῦμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία. Καταλήγει δὲ μὲ τὴν προτροπὴ νὰ μὴ λέμε ψέματα ὁ ἕνας στὸν ἄλλον, ἀφοῦ πλέον ἔχουμε ξεντυθεῖ σὰν ἄχρηστο ἔνδυμα «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ».

Ποιὸς εἶναι ὅμως ὁ παλαιὸς αὐτὸς ἄν­θρωπος, γιὰ τὸν ὁποῖο κάνει λόγο ὁ Ἀπόστολος; Εἶναι ὁ διεφθαρμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἑαυτός μας. Τὸ φοβερὸ μικρόβιο τῆς ἁμαρτίας ἀμαύρωσε τὴ ­θεϊκὴ ὀμορφιά, ποὺ μᾶς εἶχε χαρίσει ὁ Θεὸς ὅταν μᾶς ἔπλασε, καὶ μᾶς γέμισε πληγές, τραύματα καὶ ρυτίδες. Ἐκπέσαμε ἀπὸ τὸ οὐράνιο κάλλος, στὸ ὁποῖο μᾶς εἶχε ἀνυψώσει ὁ Δημιουργὸς Θεός.

Κατὰ τὴν ἱερὴ ὥρα τοῦ Βαπτίσματός μας, βέβαια, ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἀπαλλαγήκαμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μᾶς καθάρισε. Ἀπεκδυθήκαμε τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο. Πετάξαμε ἀπὸ πάνω μας τὰ κουρέλια τῶν παθῶν καὶ γίναμε μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ἁμαρτία ὡστόσο δὲν παύει νὰ εἰσ­βάλλει καὶ πάλι μέσα μας. Καὶ σ᾿ αὐτὸ πλέον συνίσταται ὁ πνευματικός μας ἀγώ­νας: στὸ νὰ ἀπεκδυόμαστε διαρκῶς τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, τὰ πάθη μας, τὶς συνήθειές μας, τὶς ἄσχημες ἐπιθυμίες μας. Νὰ τὰ πετάξουμε, ὅπως πετᾶμε ἕνα ροῦχο μας ὅταν αὐτὸ ἔχει λερωθεῖ, ἔχει ξεθωριάσει, ἔχει παλιώσει καὶ δὲν διορθώνεται.

3. Ὁ νέος ἄνθρωπος

Ὅπως ὅταν βγάζει κανεὶς ἕνα παλαιὸ ἔνδυμα, τὸ ἀντικαθιστᾶ μὲ καινούργιο καὶ καθαρό, ἔτσι κι ὁ Χριστιανὸς μὲ τὴ συμμετοχή του στὸ Δεύτερο Βάπτισμα, στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως ἀποβάλλει τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ ἐνδύεται τὸν νέο, «τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν», τονίζει στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς ὁ Ἀπόστολος. Δηλαδή, ντυθήκατε τὸν νέο ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς ἀνανεώνεται καὶ προοδεύει στὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ γίνεται διαρκῶς πιὸ νέος, πιὸ καινούργιος, παίρνοντας τὴν ἴδια μορφὴ μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ τὸν δημιούργησε.

Ἡ ζωὴ χωρὶς τὸν Χριστὸ εἶναι μιὰ πορεία καταδικασμένη στὴ φθορὰ καὶ στὸν θάνατο, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία εἶναι αὐτὴ ποὺ νεκρώνει τὸν ἄνθρωπο. Πολλοὶ νέοι σήμερα ποὺ ζοῦν χωρὶς Θεό, χάνουν πρόωρα κάθε διάθεση γιὰ ζωὴ καὶ γηράσκουν, ἐνῶ ἀκόμη βρίσκονται στὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας τους, στὰ πιὸ δημιουργικά τους χρόνια. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος ποὺ ζεῖ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, διαρκῶς ἀνανεώνεται. «Ἡ νεότης αὕτη γῆρας οὐκ ἐπίσταται, νόσῳ οὐχ ὑπόκειται, ἀθυμίᾳ οὐχ ἁλίσκεται, χρόνῳ οὐκ ἀμαυροῦται», τονίζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος (Κατηχήσεις, 6, 21, ΕΠΕ 30, 468). Ἡ νεότητα αὐτὴ παραμένει ἄφθαρτη ἀπὸ τὸ γῆρας, τὶς ἀσθένειες, τὴν ὀλιγοψυχία καὶ τὴν ἡλικία.
Αὐτὸ λοιπὸν εἶναι τὸ φάρμακο ποὺ θὰ μᾶς κρατήσει διαρκῶς νέους: ἡ ζωὴ κον­τὰ στὸν Χριστό. Μαζί Του, «εἰ καὶ ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, ἀλλ᾿ ὁ ἔ­σω­θεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ», ὅ­πως σημειώνει ἀλλοῦ ὁ θεῖος Ἀπόστολος (Β΄ Κορ. δ΄ 16). Παρόλο ποὺ τὸ σῶμα μας θὰ φθείρεται, ἡ ψυχή μας ὅμως θὰ γίνεται μέρα μὲ τὴ μέρα ὅλο καὶ νεότερη.