Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα (29/12)

Ἀπόστολος: ἡμέρας, Τρ. λ΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Ἑβρ. θ΄ 8-23)

8 τοῦτο δηλοῦντος τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, μή­πω πεφανερῶσθαι τὴν τῶν Ἁγίων ὁδόν, ἔτι τῆς πρώτης σκηνῆς ἐχούσης στάσιν· 9 ἥτις παραβολὴ εἰς τὸν καιρὸν τὸν ἐνεστηκότα, καθ’ ὃν δῶρά τε καὶ θυ­σίαι προσφέρονται μὴ δυνάμεναι κατὰ συνείδησιν τελειῶσαι τὸν λατρεύοντα, 10 μόνον ἐπὶ βρώμασι καὶ πόμασι καὶ διαφόροις βαπτισμοῖς καὶ δικαιώμασι σαρκός, μέχρι καιροῦ διορθώσεως ἐπικείμενα. 11 Χριστὸς δὲ παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, 12 οὐδὲ δι’ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος. 13 εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύ­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­­ρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς ­­­­­­δα­­­­­­­­­­­­­­­­μάλεως ραντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι; 15 Καὶ διὰ τοῦτο διαθήκης καινῆς μεσίτης ἐστίν, ὅπως, θανάτου γενομένου εἰς ἀπολύτρωσιν τῶν ἐπὶ τῇ πρώτῃ διαθήκῃ παραβάσεων, τὴν ἐπαγγελίαν λάβωσιν οἱ κεκλημένοι τῆς αἰ-ωνίου κληρονομίας. 16 ὅπου γὰρ διαθήκη, θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου· 17 διαθήκη γὰρ ἐπὶ νεκροῖς βεβαία, ἐπεὶ μήποτε ἰσχύει ὅτε ζῇ ὁ διαθέμενος. 18 Ὅθεν οὐδ’ ἡ πρώτη χωρὶς αἵματος ἐγκεκαίνισται· 19 λαληθείσης γὰρ πάσης ἐντολῆς κατὰ τὸν νόμον ὑπὸ Μωϋσέως παντὶ τῷ λαῷ, λαβὼν τὸ αἷμα τῶν μόσχων καὶ τράγων μετὰ ὕδατος καὶ ἐρίου κοκκίνου καὶ ὑσσώπου, αὐτό τε τὸ βιβλίον καὶ πάντα τὸν λαὸν ἐρράντισε 20 λέγων· τοῦτο τὸ αἷμα τῆς διαθήκης ἧς ἐνετείλατο πρὸς ὑμᾶς ὁ Θεός· 21 καὶ τὴν σκηνὴν δὲ καὶ πάντα τὰ σκεύη τῆς λειτουργίας τῷ αἵματι ὁμοίως ἐρράντισε. 22 καὶ σχεδὸν ἐν αἵματι πάντα καθαρίζεται κατὰ τὸν νόμον, καὶ χωρὶς αἱμα­τεκ­χυσίας οὐ γίνεται ἄφε­σις. 23 Ἀνάγκη οὖν τὰ μὲν ὑποδείγματα τῶν ἐν τοῖς οὐρανοῖς τούτοις καθαρίζεσθαι, αὐτὰ δὲ τὰ ἐπουράνια κρείττοσι θυσίαις παρὰ ταύτας.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

8 Κανείς ἄλλος δέν ἐπιτρεπόταν νά μπεῖ στά Ἅγια τῶν Ἁγίων. Καί μέ τήν ἀπαγόρευση αὐτή τό Ἅγιον Πνεῦμα ὑποδήλωνε συμβολικά ὅτι δέν εἶχε ἀκόμη φανερωθεῖ, ἀλλά ἦταν ἄγνωστος καί ἄβατος στούς ἀνθρώπους ὁ δρόμος πού ὁδηγοῦσε στά ἀληθινά Ἅγια, δηλαδή στόν οὐρανό· διότι ἦταν ἀκόμη στημένη καί σέ χρήση ἡ πρώτη καί παλαιά σκηνή. 9 Ἡ σκηνή ἐκείνη ἦταν τύπος καί σύμβολο αὐτῶν πού γίνονται στή σημερινή ἐποχή τοῦ Μεσσία. Τότε, στή σκηνή ἐκείνη προσφέρονταν δῶρα καί θυσίες πού δέν εἶχαν τή δύναμη νά ὁδηγήσουν σέ ἐσωτερική τελειότητα αὐτόν πού λάτρευε τόν Θεό καί νά τόν ἀπαλλάξουν ἀπό τίς τύψεις τῆς συνειδήσεως. 10 Οἱ θυσίες μάλιστα ἐκεῖνες ἐπιβάλλονταν μόνο ὡς φορτίο, μαζί μέ τή διάκριση φαγητῶν καί ποτῶν καί μέ τίς διάφορες πλύσεις καί τίς ἐντολές γιά τόν καθαρισμό μόνο τοῦ σώματος. Ὅλα αὐτά ὅμως ἦταν προσωρινά, μέχρι τόν καιρό τῆς διορθώσεως καί μεταρρυθμίσεως πού ἐπέφερε ὁ Χριστός. 11 Ἀντίθετα ὁ Χριστός ἦλθε ὡς ἀρχιερεύς τῶν μελ­λο­ντι­κῶν ἀγαθῶν, τῶν ἀγαθῶν δηλαδή τῆς Καινῆς Διαθήκης. Καί εἰσῆλθε στά ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων μέσα ἀπό μιά ἀνώτερη καί τελειότερη σκηνή, πού δέν κατασκευάστηκε ἀπό χέρια ἀνθρώπων. Δηλαδή δέν εἰσῆλθε μέσα ἀπό μιά ἐπίγεια σκηνή, ὅπως ἦταν ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου, ἀλλά δεδομένου ὅτι τό σῶμα του ἦταν ἡ σκηνή καί κατοικία τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀσυγκρίτως ἀνώτερη καί τελειότερη, εἰσῆλθε μέσα ἀπό τή σκηνή αὐτή τοῦ σώματός του. Ἀκριβῶς μάλιστα τό σῶμα του αὐτό, ἐπειδή συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, δέν προερχόταν ἀπό τήν κτίση αὐτή, ἀλλά ἀπό νέα πνευματική κτίση. 12 Οὔτε χρησιμοποίησε ὁ Χριστός ὡς θυσία τό αἷμα τρά­γων καί μόσχων, ὅπως οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων. Ἀλ­λά μέ τό δικό του αἷμα μπῆκε μιά γιά πάντα στά ἐπου­ρά­νια Ἅγια καί ἐξασφάλισε γιά μᾶς ἀπολύτρωση ὄχι προ­σωρινή ἀλλά αἰώνια. 13 Διότι, ἐάν τό αἷμα τῶν ταύρων καί τῶν τράγων καί τό ράντισμα μέ τό νερό καί τή στάχτη τοῦ δαμαλιοῦ πού κατακαιγόταν στό θυσιαστήριο δίνει στούς θρησκευτικά μολυσμένους καί ἀκάθαρτους ἕναν ἐξωτερικό καθαρμό καί ἐξαγνίζει τό σῶμα τους, προκειμένου νά μποροῦν νά μετέχουν στή λατρεία, 14 πόσο μᾶλλον τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μέ τό αἰώνιο Πνεῦμα πού κατοικοῦσε μέσα του πρόσφερε στό Θεό ὡς θυσία τόν ἑαυτό του ὁλοκληρωτικά καθαρό καί ἐλεύθερο ἀπό κάθε ρύπο ἁμαρτίας, θά καθαρίσει τή συνείδησή σας ἀπό τά ἔργα τῆς ἁμαρτίας πού φέρνουν στήν ψυχή νέκρωση, καί θά σᾶς ἀξιώσει νά λατρεύετε ἀξίως τόν ζωντανό Θεό; 15 Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ λοιπόν ἔχει τή δύναμη νά κα­θα­ρίζει τή συνείδησή μας. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός ἔγινε με­σί­της μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων· γιά νά συναφθεῖ νέα δι­αθήκη, ὥστε νά λάβουν οἱ καλεσμένοι πιστοί τήν ὑπόσχεση τῆς αἰώνιας κληρονομιᾶς. Γιά νά γίνει ὅμως αὐ­­­τό, ἔπρεπε πρῶτα νά μεσολαβήσει θάνατος καί νά σταυ­ρωθεῖ ὁ μεσίτης μας αὐτός, γιά νά μᾶς ἀπε­λευ­θε­ρώ­σει καί νά συγχωρήσει τίς παραβάσεις πού ἔγι­ναν τήν ἐποχή τῆς πρώτης διαθήκης. 16 Καί ἦταν ἀνάγκη νά πεθάνει ὁ Χριστός, διότι ὅπου ὑπάρχει διαθήκη, γιά νά ἔχει αὐτή κύρος καί ἰσχύ πρέπει νά ἀναγγελθεῖ καί νά πιστοποιηθεῖ ὁ θάνατος ἐκείνου πού τή σύναψε. 17 Διότι μιά διαθήκη ἔχει ἰσχύ καί εἶναι ἔγκυρη μόνο με­τά θάνατον. Ἀντίθετα δέν ἔχει ποτέ ἰσχύ ὅσο ζεῖ ὁ δια­θέτης της. 18 Γι’ αὐτό κι αὐτή ἀκόμη ἡ πρώτη διαθήκη δέν ἐγκαι­νι­άστηκε καί δέν τέθηκε σέ ἐφαρμογή χωρίς νά χυθεῖ αἷμα. 19 Χύθηκε λοιπόν αἷμα καί μεσολάβησε καί γι’ αὐτήν θά­νατος· διότι, ἀφοῦ ὁ Μωυσῆς ἀπήγγειλε μπροστά σ’ ὅλο τό λαό κάθε ἐντολή πού περιλαμβανόταν στό νό­μο, τότε πῆρε τό αἷμα τῶν μοσχαριῶν καί τῶν τράγων μαζί μέ νερό καί ράντισε μέ κόκκινο μαλλί καί μέ κλω­ναράκια ὑσσώπου καί τό ἴδιο τό βιβλίο τοῦ νόμου καί ὅλο τό λαό, 20 καί εἶπε: Αὐτό εἶναι τό αἷμα μέ τό ὁποῖο ἐπικυρώνεται ἡ διαθήκη, τήν ὁποία μοῦ ἔδωσε ἐντολή ὁ Θεός νά σᾶς φέρω. 21 Μέ παρόμοιο τρόπο ράντισε μέ τό αἷμα καί τή σκηνή καί ὅλα τά σκεύη τῆς λατρείας. 22 Καί σχεδόν τά πάντα, σύμφωνα μέ τό νόμο, πρόσωπα καί πράγματα, καθαρίζονται μέ αἷμα. Χωρίς νά χυθεῖ αἷμα ἄφεση δέν γίνεται. 23 Ἐξάγεται λοιπόν ὡς συμπέρασμα ὅτι ἦταν ἀνάγκη τά τυπικά στοιχεῖα τῆς λατρείας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού ἦταν ἀντίγραφα καί σκιές τῶν οὐρανίων, νά καθαρίζονται μέ αὐτές τίς θυσίες τῶν ζώων. Τά ἴδια ὅμως τά ἐπουράνια ἔπρεπε νά ἀνοιχθοῦν καί νά γίνουν προσιτά στούς ἀνθρώπους μέ θυσίες ἀνώτερες ἀπό ἐκεῖ­­­νες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.