Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα (19/1)

Ἀπόστολος: ἡμέρας, Τρ. ιγ΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. η΄ 16-θ΄ 5)

16 Χάρις δὲ τῷ Θεῷ τῷ διδόντι τὴν αὐτὴν σπουδὴν ὑπὲρ ὑμῶν ἐν τῇ καρδίᾳ Τίτου, 17 ὅτι τὴν μὲν παράκλησιν ἐδέξατο, σπουδαιότερος δὲ ὑπάρχων αὐθαίρετος ἐξῆλ­θε πρὸς ὑμᾶς. 18 συνεπέμψαμεν δὲ μετ᾿ αὐτοῦ τὸν ἀδελφὸν οὗ ὁ ἔ­παινος ἐν τῷ εὐαγγελίῳ διὰ πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν· – 19 οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ χειροτονηθεὶς ὑπὸ τῶν ἐκ­­κλησιῶν συνέκδημος ἡμῶν σὺν τῇ χάριτι ταύτῃ τῇ διακονουμένῃ ὑφ᾿ ἡμῶν πρὸς τὴν αὐτοῦ τοῦ Κυρίου δόξαν καὶ προθυμίαν ἡ­μῶν· – 20 στελλόμενοι τοῦτο, μή τις ἡμᾶς μωμήσηται ἐν τῇ ἁδρότητι ταύτῃ τῇ διακονουμένῃ ὑφ᾿ ἡμῶν, 21 προνοούμενοι καλὰ οὐ μόνον ἐνώπιον Κυρίου, ἀλ­λὰ καὶ ἐνώπιον ἀν­θρώ­πων. 22 συνεπέμψαμεν δὲ αὐτοῖς τὸν ἀδελφὸν ἡμῶν, ὃν ἐδο­κι­μάσαμεν ἐν πολλοῖς πολλάκις σπουδαῖον ὄντα, νυνὶ δὲ πολὺ σπουδαιότερον πεποι­θήσει πολλῇ τῇ εἰς ὑμᾶς. 23 εἴτε ὑπὲρ Τίτου, κοινωνὸς ἐμὸς καὶ εἰς ὑμᾶς συν­εργός· εἴτε ἀδελφοὶ ἡ­μῶν, ἀπόστολοι ἐκκλησιῶν, δόξα Χριστοῦ. 24 Τὴν οὖν ἔνδειξιν τῆς ἀγάπης ὑμῶν καὶ ἡμῶν καυχήσεως ὑπὲρ ὑμῶν εἰς αὐτοὺς ἐνδείξασθε εἰς πρόσ-ωπον τῶν ἐκκλησιῶν.

θ΄ 1 Περὶ μὲν γὰρ τῆς διακονίας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους περισσόν μοί ἐστι τὸ γράφειν ὑμῖν· 2 οἶδα γὰρ τὴν προθυμίαν ὑμῶν ἣν ὑπὲρ ὑμῶν καυχῶμαι Μακεδόσιν, ὅτι Ἀχαΐα παρεσκεύασται ἀπὸ πέρυσι· καὶ ὁ ἐξ ὑμῶν ζῆλος ἠρέθισε τοὺς πλείονας. 3 ἔπεμψα δὲ τοὺς ἀδελφούς, ἵνα μὴ τὸ καύχημα ἡμῶν τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κενωθῇ ἐν τῷ μέρει τούτῳ, ἵνα, καθὼς ἔλε­γον, παρεσκευασμένοι ἦτε, 4 μήπως ἐὰν ἔλθωσι σὺν ἐμοὶ Μακεδόνες καὶ εὕ­ρω­­σιν ὑμᾶς ἀπαρασκευά­­στους, ­καταισχυνθῶμεν ἡ­­­μεῖς, ἵνα μὴ λέγωμεν ὑμεῖς, ἐν τῇ ὑποστάσει ταύτῃ τῆς καυχήσεως. 5 ἀναγκαῖον οὖν ἡγησάμην παρακαλέσαι τοὺς ἀδελ­φοὺς ἵνα προέλθωσιν εἰς ὑμᾶς καὶ προκαταρτίσωσι τὴν προκατηγγελμένην εὐ­λογίαν ὑμῶν, ταύτην ἑτοί­μην εἶναι, οὕτως ὡς εὐλογίαν καὶ μὴ ὡς πλεονεξίαν.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

16 Ἄς εὐχαριστήσουμε λοιπόν τόν Θεό, ὁ ὁποῖος δίνει τόν ἴδιο πρόθυμο καί ἀκούραστο ζῆλο καί ἐνδιαφέρον γιά σᾶς στήν καρδιά τοῦ Τίτου. 17 Καί φάνηκε ὁ ζῆλος του αὐτός, διότι ὄχι μόνο δέχθηκε μέ εὐχαρίστηση τήν παράκλησή μου νά ἔλθει σέ σᾶς, ἀλλά καί ἐπειδή ἦταν προθυμότερος ἀπό κάθε ἄλλον, μόνος του καί μέ δική του θέληση καί εὐχα­ρίστηση ἀναχώρησε γιά νά ἔλθει σέ σᾶς. 18 Στείλαμε λοιπόν μαζί του τόν ἀδελφό πού ἐπαινεῖ­ται ἀπ’ ὅλες τίς Ἐκκλησίες γιά τήν ἐπιτυχία μέ τήν ὁποία κηρύττει τό Εὐαγγέλιο. 19 Κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί ὁρίστηκε ἀπό τίς Ἐκκλησίες συνοδοιπόρος καί συνεργάτης μας, ὥστε νά κηρύττει μαζί μέ μᾶς τό Εὐαγγέλιο καί νά ὑπηρετεῖ στή χάρη αὐτή τῆς ἐλεημοσύνης, ἡ ὁποία διακονεῖται ἀπό ἐμᾶς, γιά νά δοξάζεται ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί γιά νά γινόμαστε ἐμεῖς προθυμότεροι, καθώς παραδειγματιζόμαστε ἀπό τό ζῆλο του. 20 Στή διακονία μας λοιπόν αὐτή λαμβάνουμε ἰδιαίτερες προφυλάξεις ὡς πρός αὐτό, νά μή μᾶς κατηγορήσει δη­λαδή κανείς ὡς συμφεροντολόγους καί ἰδιοτελεῖς στή γενναία καί πλούσια αὐτή συνεισφορά, ἡ ὁποία διεξάγεται καί διακονεῖται ἀπό ἐμᾶς. 21 Διότι φροντίζουμε ἡ διαγωγή μας νά εἶναι καλή ὄχι μόνον ἐνώπιον τοῦ Κυρίου ἀλλά καί ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. 22 Στείλαμε λοιπόν μαζί μ’ αὐτούς τόν ἀδελφό μας, τόν ὁποῖο πολλές φορές δοκιμάσαμε σέ πολλές περιστάσεις καί διαπιστώσαμε ὅτι εἶναι πρόθυμος· τώρα μάλιστα εἶναι πολύ προθυμότερος ἀπό κάθε ἄλλη φορά ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ἐμπιστοσύνης πού ἔχει σέ σᾶς ὅτι θά φανεῖτε γενναιόδωροι. Ὅλα λοιπόν τά πρόσωπα πού σᾶς ἔστειλα γιά τή συνεισφορά εἶναι ἐκλεκτά. 23 Εἴτε γιά τόν Τίτο ρωτᾶ κανείς, ἄς μάθει ὅτι εἶναι σύντροφος δικός μου καί συνεργάτης γιά τή δική σας πνευματική ἐξυπηρέτηση καί ὠφέλεια. Εἴτε γιά τούς ἄλ­λους ρωτᾶ, ἄς μάθει ὅτι εἶναι ἀδελφοί μας, ἀπε­σταλ­μένοι Ἐκκλησιῶν, πρόσωπα πού μέσα ἀπό τή ζωή τους δοξάζεται ὁ Χριστός. 24 Δεῖξτε τους λοιπόν πόσο μέ ἀγαπᾶτε καί πόσο ἔχω δίκαιο νά καυχιέμαι γιά σᾶς. Καί δῶστε τους τήν ἀπό­­­­δειξη τῆς ἀγάπης σας καί τῆς δίκαιης καυχήσεώς μου γιά σᾶς, σάν νά ἦταν παροῦσες οἱ Ἐκκλησίες πού τούς ἀπέστειλαν καί νά πληροφοροῦνταν κι αὐτές γι’ αὐ­τούς.

θ΄ 1 Ἐκτός ὅμως ἀπό τή σύστασή μου γιά τά πρόσωπα αὐτά, δέν εἶναι ἀνάγκη νά σᾶς συστήσω τίποτε ἄλλο· διότι μοῦ εἶναι περιττό νά σᾶς γράψω γιά τή σπου­δαιότητα τῆς διακονίας πού ἀποβλέπει στή βοήθεια τῶν φτωχῶν Χριστιανῶν. 2 Διότι γνωρίζω τήν προθυμία σας, γιά τήν ὁποία καί καυ­χιέμαι λέγοντας πολλούς ἐπαίνους γιά σᾶς στούς Μακεδόνες. Τούς λέω δηλαδή ὅτι ἡ Ἀχαΐα ἔχει ἑτοι­­­μα­σθεῖ ἀπό πέρυσι. Καί ὁ ζῆλος πού ἄναψε ἀπό σᾶς, πα­­­ρα­κίνησε τούς περισσότερους νά σᾶς μιμη­­θοῦν. 3 Ἔστειλα λοιπόν τούς ἀδελφούς πού σᾶς ἔγραψα πα­­ραπάνω, γιά νά μήν ἀποδειχθεῖ ἀβάσιμο καί ἀστήρι­κτο τό καύχημά μου γιά σᾶς στό ζήτημα αὐτό τῆς συνει­σφο­ρᾶς, ἀλλά νά εἶστε προετοιμασμένοι, ὅπως ἔλεγα στούς Μα­­κεδόνες. 4 Καί ἐνδιαφέρομαι νά εἶστε προετοιμασμένοι, μήπως ντρο­πιασθοῦμε, ἄν συμβεῖ νά ἔλθουν μαζί μου Μακεδόνες καί σᾶς βροῦν ἀπροετοίμαστους, ὥστε νά μή δικαιούμαστε πλέον νά λέμε μέ τήν πεποίθηση αὐτή τῆς καυχήσεως: «ἐσεῖς οἱ Κορίνθιοι πόσο ἀξίζετε!» 5 Θεώρησα λοιπόν ἀναγκαῖο νά παρακαλέσω τούς ἀδελφούς νά ἔλθουν σέ σᾶς πρίν ἀπό μένα καί νά προετοιμάσουν μέ τάξη τήν εὐλογημένη συνεισφορά σας πού προανήγγειλα στούς Μακεδόνες. Ὥστε ὅταν ἔλθω, νά εἶναι ἕτοιμη ἡ συνεισφορά σας αὐτή. Καί νά εἶναι ἕτοιμη ἔτσι, ὡς ἀγαθοεργία καί ὄχι ὡς συνεισφορά πού θά γίνεται μέ τσιγγουνιά, φανερώνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό κάποια πλεονεξία καί φιλαργυρία ἐκ μέρους σας.