Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα (6/5)

Εὐαγγέλιον Πέμπτης Διακαινησίμου (Ἰω. γ΄ 1-15)

Ἦν δὲ ἄνθρωπος ἐκ τῶν Φαρισαίων, Νικόδημος ὄνομα αὐτῷ, ἄρχων τῶν Ἰουδαίων. 2 οὗτος ἦλθε πρὸς αὐτὸν νυκτὸς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ραββί, οἴδαμεν ὅτι ἀπὸ Θεοῦ ἐλήλυθας διδάσκαλος· οὐδεὶς γὰρ ταῦτα τὰ σημεῖα δύναται ποιεῖν ἃ σὺ ποιεῖς, ἐὰν μὴ ᾖ ὁ Θεὸς μετ’ αὐτοῦ. 3 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. 4 λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Νικόδημος· πῶς δύναται ἄνθρωπος γεννηθῆναι γέρων ὤν; μὴ δύναται εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητρὸς αὐτοῦ δεύτερον εἰσελθεῖν καὶ γεννηθῆναι; 5 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. 6 τὸ γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκὸς σάρξ ἐστι, καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ Πνεύματος πνεῦμά ἐστι. 7 μὴ θαυμάσῃς ὅτι εἶπόν σοι, δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν. 8 τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ, καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις, ἀλλ’ οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει· οὕτως ἐστὶ πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Πνεύματος. 9 ἀπεκρίθη Νικόδημος καὶ εἶπεν αὐτῷ· πῶς δύναται ταῦτα γενέσθαι; 10 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· σὺ εἶ ὁ διδάσκαλος τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ταῦτα οὐ γινώσκεις; 11 ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ὃ οἴδαμεν λαλοῦμεν καὶ ὃ ἑωράκαμεν μαρτυροῦμεν, καὶ τὴν μαρτυρίαν ἡμῶν οὐ λαμβάνετε. 12 εἰ τὰ ἐπίγεια εἶπον ὑμῖν καὶ οὐ πιστεύετε, πῶς ἐὰν εἴπω ὑμῖν τὰ ἐπουράνια πιστεύσετε; 13 καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. 14 καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, 15 ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ἀπό τήν τάξη τῶν Φαρισαίων πού λεγόταν Νικόδημος, μέλος τοῦ συνεδρίου καί γι’ αὐτό ἄρχοντας τῶν Ἰουδαίων. 2 Αὐτός, γιά νά ἀποφύγει τά σχόλια καί τή δυσμένεια τῶν συναδέλφων του, ἦλθε νύχτα στόν Ἰησοῦ καί τοῦ εἶπε: Διδάσκαλε, κι ἐγώ καί μερικοί ἄλλοι συνάδελφοί μου ξέρουμε ὅτι εἶσαι ἀπό τόν Θεό σταλμένος καί φωτισμένος διδάσκαλος. Καί τό καταλαβαίνουμε αὐτό, διότι κανείς δέν μπορεῖ νά κάνει τά θαύματα πού κάνεις ἐσύ, ἐάν δέν εἶναι ὁ Θεός μαζί του. Δίδαξέ μας λοιπόν πῶς θά ἀπολαύσουμε κι ἐμεῖς τά ἀγαθά τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. 3 Τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἀληθινά σέ διαβεβαιώνω ὅτι, ἐάν κανείς δέν γεννηθεῖ ἀπό ἐπάνω, δηλαδή ἀπό τόν οὐρανό, δέν μπορεῖ νά δεῖ τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί νά ἀπολαύσει τά ἀγαθά της. 4 Τοῦ λέει ὁ Νικόδημος: Πῶς μπορεῖ νά γεννηθεῖ πάλι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἔχει πλέον γεράσει; Μήπως μπορεῖ νά μπεῖ γιά δεύτερη φορά στήν κοιλιά τῆς μητέρας του καί νά ξαναγεννηθεῖ; 5 Ἀποκρίθηκε ὁ Ἰησοῦς: Ἀληθινά, ἀληθινά σοῦ λέω ὅτι, ἐάν δέν γεννηθεῖ κανείς πνευματικά ἀπό τό νερό τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος καί ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἀοράτως μέ τό νερό αὐτό ἀναγεννᾶ τόν ἄνθρωπο, δέν μπορεῖ νά μπεῖ στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 6 Κάθε τι πού ἔχει γεννηθεῖ μέ φυσική γέννηση ἀπό τή σάρκα, εἶναι κι αὐτό σαρκικό, καί δέν μπορεῖ νά εἰσέλθει στήν πνευματική αὐτή βασιλεία. Ἐκεῖνο ὅμως πού ἔχει γεννηθεῖ ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, εἶναι πνευματική ὕπαρξη καί προσωπικότητα, καί αὐτή θά ἀπολαύσει τήν πνευματική βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 7 Μήν ἀπορήσεις πού σοῦ εἶπα ὅτι πρέπει ὅλοι σας νά γεννηθεῖτε ἀπό τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό. 8 Ὁ ἄνεμος πνέει ὅπου θέλει, κι ἀκοῦς τή βοή του, ἀλλά δέν ξέρεις ἀπό ποῦ ἀκριβῶς ξεκίνησε καί ποῦ θά σταματήσει. Ἔτσι γίνεται καί σέ κάθε ἄνθρωπο πού ἀναγεννᾶται ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ὁ τρόπος τῆς ἀναγεννήσεώς του μένει μυστηριώδης, ἡ ἐπενέργεια ὅμως τοῦ Πνεύματος εἶναι δραστική καί τό ἀποτέλεσμά της γίνεται φανερό. 9 Ρώτησε τότε ὁ Νικόδημος: Πῶς εἶναι δυνατόν νά γίνουν αὐτά καί νά πραγματοποιηθεῖ αὐτή ἡ πνευματική καί οὐράνια ἀναγέννηση; 10 Τοῦ ἀποκρίθηκε καί πάλι ὁ Ἰησοῦς: Ἐσύ εἶσαι ἕνας ἀναγνωρισμένος διδάσκαλος τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, καί δέν γνωρίζεις αὐτά γιά τά ὁποῖα μίλησαν οἱ προφῆτες; 11 Ἀληθινά σοῦ λέω ὅτι ἐκεῖνο πού γνωρίζουμε καλά, αὐτό λέμε, κι ἐκεῖνο πού ἔχουμε δεῖ μέ τά μάτια μας, μέ ἄμεση ἀντίληψη καί θεώρηση, αὐτό μαρτυροῦμε. Κι ὅμως δέν δέχεστε τή μαρτυρία μας. 12 Σᾶς εἶπα θεῖες ἀλήθειες, πού ἀναφέρονται ὅμως σ’ ὅσα συμβαίνουν πάνω στή γῆ, καί οἱ πιστοί ἀποκτοῦν ἐμπειρία γι’ αὐτά στήν ἐπίγεια ζωή τους, καί παρόλα αὐτά δέν πιστεύετε. Ἄν λοιπόν σ’ αὐτές τίς ἀλήθειες δέν πιστεύετε, πῶς θά πιστέψετε ἐάν σᾶς πῶ ἀλήθειες ὑψηλές, πού ἀναφέρονται σέ οὐράνια μυστήρια; 13 Κι ὅμως μόνο ἀπό μένα θά μάθετε τά ἐπουράνια αὐτά μυστήρια. Διότι κανείς ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν ἔχει ἀνεβεῖ στόν οὐρανό γιά νά μάθει τά ἐπουράνια καί νά σᾶς τά διδάξει, παρά μόνο ἐκεῖνος πού κατέβηκε ἀπ’ τόν οὐρανό καί ἔγινε μέ τήν ἐνανθρώπησή του υἱός τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτός, ἐνῶ τώρα εἶναι στή γῆ, ἐξακολουθεῖ νά εἶναι καί στόν οὐρανό ὡς Θεός πανταχοῦ παρών. 14 Ἄκουσε τώρα καί μιάν ἄλλη ἄγνωστη καί ψυχοσωτήρια ἀλήθεια, πού θά σοῦ ἀποκαλύψω: Ὅπως κάποτε ὁ Μωυσῆς στήν ἔρημο κρέμασε ψηλά τό χάλκινο φίδι γιά νά σώζονται μ’ αὐτό οἱ Ἰσραηλίτες ἀπό τά θανατηφόρα δαγκώματα τῶν φιδιῶν, ἔτσι σύμφωνα μέ τό μυστηριῶδες σχέδιο τοῦ Θεοῦ πρέπει νά κρεμασθεῖ ψηλά πάνω στό σταυρό ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου καί νά προσλάβει ἔτσι τό ὁμοίωμα τῆς ἁμαρτίας, χωρίς ὅμως νά ἔχει καμία πραγματική σχέση μ’ αὐτή. 15 Καί θά ὑψωθεῖ πάνω στό σταυρό, γιά νά μή χαθεῖ στόν αἰώνιο θάνατο κανένας ἀπ’ ὅσους πιστεύουν σ’ αὐτόν, ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια.