Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 6 Ἰουνίου 2021, τοῦ Τυφλοῦ (Πράξ. ιστ΄ 1634)
᾿Εν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο πορευομένων ἡμῶν τῶν ἀποστόλων εἰς προσευχὴν παιδίσκην τινὰ ἔχουσαν πνεῦμα πύθωνος ἀπαντῆσαι ἡμῖν, ἥτις ἐργασίαν πολλὴν παρεῖχε τοῖς κυρίοις αὐτῆς μαντευομένη. Αὕτη κατακολουθήσασα τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ ἔκραζε λέγουσα· οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ἡμῖν ὁδὸν σωτηρίας. Τοῦτο δὲ ἐποίει ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας. Διαπονηθεὶς δὲ ὁ Παῦλος καὶ ἐπιστρέψας τῷ πνεύματι εἶπε· Παραγγέλλω σοι ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῆς. Καὶ ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ. ᾿Ιδόντες δὲ οἱ κύριοι αὐτῆς ὅτι ἐξῆλθεν ἡ ἐλπὶς τῆς ἐργασίας αὐτῶν, ἐπιλαβόμενοι τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν εἵλκυσαν εἰς τὴν ἀγορὰν ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, καὶ προσαγαγόντες αὐτοὺς τοῖς στρατηγοῖς εἶπον· Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι ἐκταράσσουσιν ἡμῶν τὴν πόλιν ᾿Ιουδαῖοι ὑπάρχοντες, καὶ καταγγέλλουσιν ἔθη ἃ οὐκ ἔξεστιν ἡμῖν παραδέχεσθαι οὐδὲ ποιεῖν ῾Ρωμαίοις οὖσι. Καὶ συνεπέστη ὁ ὄχλος κατ᾿ αὐτῶν. καὶ οἱ στρατηγοὶ περιρρήξαντες αὐτῶν τὰ ἱμάτια ἐκέλευον ῥαβδίζειν, πολλάς τε ἐπιθέντες αὐτοῖς πληγὰς ἔβαλον εἰς φυλακήν, παραγγείλαντες τῷ δεσμοφύλακι ἀσφαλῶς τηρεῖν αυτούς· ὃς παραγγελίαν τοιαύτην εἰληφὼς ἔβαλεν αὐτοὺς εἰς τὴν ἐσωτέραν φυλακὴν καὶ τοὺς πόδας αὐτῶν ἠσφαλίσατο εἰς τὸ ξύλον. Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν· ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι. Ἄφνω δὲ σεισμὸς ἐγένετο μέγας, ὥστε σαλευθῆναι τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου, ἀνεῴχθησάν τε παραχρῆμα αἱ θύραι πᾶσαι καὶ πάντων τὰ δεσμὰ ἀνέθη. Ἔξυπνος δὲ γενόμενος ὁ δεσμοφύλαξ καὶ ἰδὼν ἀνεῳγμένας τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, σπασάμενος μάχαιραν ἔμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν, νομίζων ἐκπεφευγέναι τοὺς δεσμίους. Ἐφώνησε δὲ φωνῇ μεγάλῃ ὁ Παῦλος λέγων· Μηδὲν πράξῃς σεαυτῷ κακόν· ἅπαντες γάρ ἐσμεν ἐνθάδε. Αἰτήσας δὲ φῶτα εἰσεπήδησε, καὶ ἔντρομος γενόμενος προσέπεσε τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ, καὶ προαγαγὼν αὐτοὺς ἔξω ἔφη· Κύριοι, τί με δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ; Οἱ δὲ εἶπον· Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ σωθήση σὺ καὶ ὁ οἶκός σου. Καὶ ἐλάλησαν αὐτῷ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου καὶ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ. Καὶ παραλαβὼν αὐτοὺς ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τῆς νυκτὸς ἔλουσεν ἀπὸ τῶν πληγῶν, καὶ ἐβαπτίσθη αὐτὸς καὶ οἱ αὐτοῦ πάντες παραχρῆμα, ἀναγαγών τε αὐτοὺς εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ παρέθηκε τράπεζαν, καὶ ἠγαλλιᾶτο πανοικὶ πεπιστευκὼς τῷ Θεῷ.
1. ΣΤΑ ΜΕΝΤΙΟΥΜ
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μετά ἀπό θαυμαστό ὅραμα πού εἶδε στήν Τροία, βρίσκεται στήν πόλι τῶν Φιλίππων. Ἐκεῖ κάποια ἡμέρα καθώς πηγαίνει στόν τόπο τῆς προσευχῆς, τόν συναντᾷ μιά δούλη «παιδίσκη μαντευομένη» πού εἶχε μαντική δαιμονική δύναμι καί ἔτσι ἔφερνε πολλά κέρδη στά ἀφεντικά της. Αὐτή λοιπόν ἀκολούθησε ἀπό κοντά τόν Παῦλο καί τόν Σίλα καί ἄρχισε νά φωνάζῃ γύρω της: «οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν» καί μᾶς δείχνουν τόν δρόμο τῆς σωτηρίας. Αὐτό τό ἔκανε γιά πολλές ἡμέρες. γιά νά ἑλκύσῃ τό δαιμονικό πνεῦμα τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ καί νά τήν ἐκμεταλλευθῇ κατόπιν μέ δολιότητα. Γι’αὐτό καί ὁ Παῦλος ἀγανακτισμένος ἔστρεψε τό βλέμμα του στήν δούλη αὐτή καί εἶπε πρός τό πνεῦμα: Σέ διατάσσω στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά βγῇς ἔξω ἀπό αὐτήν. Ἐκείνη τή στιγμή βγῆκε τό πονηρό πνεῦμα καί ἐξαφανίστηκε.
ΕΙΝΑΙ πραγματικά διαστροφική ἡ πονηρία τοῦ διαβόλου στήν περίπτωσι τῆς μαντευομένης δούλης τῶν Φιλίππων. Παρουσιάστηκε ὡς διαφημιστής τῶν Ἀποστόλων προκειμένου νά κερδίσῃ τήν ἐμπιστοσύνη τῶν ἀνθρώπων καί κατόπιν νά τήν ἐκμεταλλευθῇ.
Δυστυχῶς αὐτή ἡ μεθοδεία του ἐπαναλαμβάνεται ἄπειρες φορές μέσα στήν ἱστορία. Ἰδιαιτέρως στίς μέρες μας τό πρόβλημα ἔχει πάρει διαστάσεις ἐπιδημίας. Ἔχει γεμίσει ἡ Ἑλλάδα μας ἀπό ἐπαγγελματίες ἀγύρτες ἀστρολόγους, μέντιουμ, καφετζοῦδες, δῆθεν «ψυχαναλυτές» καί τόσους ἄλλους πού ἐξαπατοῦν τόν κόσμο. Αὐτοί μάλιστα διαφημίζονται καί προβάλλονται καθημερινά ἀπό τίς τηλεοράσεις, τίς ἐφημερίδες τά περιοδικά. Προκειμένου νά πλανέψουν τούς πιστούς ἀνθρώπους ἔχουν γεμίσει τά γραφεῖα τους μέ σταυρούς, εἰκόνες, φυλακτά. Ἐξαπατοῦν τά θύματά τους συμβουλεύοντάς τους νά πηγαίνουν στήν ἐκκλησία, νά κάνουν τόσες μετάνοιες, νά ἀνάβουν τόσες λαμπάδες κλπ. Μέ τό τέχνασμα αὐτό δυστυχῶς πολλοί ἀφελεῖς ἐξαπατοῦνται καί μπλέκουν στά δίκτυα τοῦ διαβόλου.
Ἀδελφοί, στῶμεν καλῶς. Μακριά ἀπό τέτοιους ἀνθρώπους, πού παριστάνουν τούς θεοσεβεῖς καί εἶναι ὄργανα τοῦ σατανᾶ. Ὁ διάβολος καί τά ὄργανά του μόνο κακό μποροῦν νά προξενήσουν.
2. ΣΕΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Τό θαῦμα πού ἔκανε ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό δυστυχισμένο κορίτσι εἶχε ἀπρόβλεπτες συνέπειες. Διότι ἡ δούλη αὐτή ἔχασε πλέον τίς δαιμονικές μαντικές της ἰδιότητες καί τά ἀφεντικά της θά ἔχαναν πλέον τά τεράστια κέρδη τους. Γι’ αὐτό συνέλαβαν τόν Παῦλο καί τόν Σίλα καί τούς ἔσυραν στήν ἀγορά, γιά νά τούς παρουσιάσουν στούς ἄρχοντες. Καί ἀφοῦ τούς ὁδήγησαν στούς στρατηγούς, εἶπαν: αὐτοί οἱ Ἑβραῖοι προκαλοῦν ἀναστάτωσι στήν πόλι μας. Διότι κηρύττουν θρησκευτικά ἔθιμα, ἀπαράδεκτα γιά μᾶς τούς Ρωμαίους.
Μόλις ἀκούσαν τά πλήθη τίς κατηγορίες αὐτές ἐξαγριώθηκαν· οἱ στρατηγοί ξέσχισαν τά ἐνδύματα τῶν ἀποστόλων, καί διέταξαν νά τούς ραβδίσουν μπροστά στό μανιασμένο πλῆθος. Κατόπιν τούς ἔρριξαν στή φυλακή, λέγοντας στόν δεσμοφύλακα νά τούς φρουρῇ προσεκτικά μήπως δραπετεύσουν. Αὐτός, τούς ἔβαλε στό βαθύτερο κελί τῆς φυλακῆς καί ἔδεσε σφικτά τά πόδια τους στό βασανιστικό ὄργανο, τό «ξύλον».
Κατά τά μεσάνυκτα μέσα τήν ἀπόλυτη σιγή τῆς φυλακῆς καί τό πυκνό σκοτάδι ἀκούγονται ξαφνικά ὑπέροχοι μελωδικοί ὕμνοι. Οἱ δύο ἀπόστολοι σάν νά μήν τούς ἔχει συμβῇ τίποτε, ψάλλουν ὕμνους δοξολογίας στό Θεό. Οἱ ἄλλοι φυλακισμένοι τούς ἀκοῦν ἔκθαμβοι. Κι ἐνῷ οἱ δύο ἀπόστολοι συνεχίζουν τίς ψαλμωδίες τους, ξαφνικά ἡ φυλακή σείεται μέ δόνησι τρομακτική. «Σεισμός ἐγένετο μέγας». Σαλεύονται τά θεμέλια τῆς φυλακῆς, ἀνοίγουν ὅλες οἱ θύρες καί οἱ ἁλυσίδες μέ τίς ὁποῖες ἦταν δεμένοι ὅλοι οἱ φυλακισμένοι λύνονται.
Μέσα στήν ἀναστάτωσι αὐτή ξύπνησε ὁ δεσμοφύλακας κι ὅταν εἶδε ἀνοικτές ὅλες τίς πόρτες τῆς φυλακῆς, τράβηξε τό μαχαίρι του νά αὐτοκτονήσῃ ἐπειδή νόμιζε ὅτι εἶχαν δραπετεύσει οἱ φυλακισμένοι καί ὁ ἴδιος θά τιμωροῦνταν μέ τήν ποινή του θανάτου. Ἀλλά ὁ Παῦλος τοῦ φώναξε μέ δύναμι: Μήν κάνῃς κακό στόν ἑαυτό σου. Δέν πρόκειται νά τιμωρηθῇς διότι ὅλοι εἴμαστε ἐδῶ. Κατάπληκτος ὁ δεσμοφύλακας, πῆρε φῶς, πήδησε μέσα στήν φυλακή καί διεπίστωσε ἀπό κοντά τό θαῦμα. Ἐπειδή ὅμως σκέφθηκε ὅτι κακομεταχειρίσθηκε τούς ἀποστόλους, ἄρχισε νά τρέμῃ, ἔπεσε στά πόδια τοῦ Παύλου καί τοῦ Σίλα, καί τούς ρώτησε μέ ἀγωνία: τί πρέπει νά κάνω γιά νά σωθῶ;
Αὐτοί τοῦ εἶπαν: «πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν» καί θά σωθῇς ἐσύ καί ὅλη ἡ οἰκογένειά σου. Ἕπειτα μέσ’ τήν νύκτα ὁ δεσμοφύλακας πῆρε τούς Ἀποστόλους καί τούς ἔπλυνε τά αἵματα τῶν πληγῶν τους. Οἱ ἀπόστολοι ἀφοῦ δίδαξαν σ’ αὐτόν καί στήν οἰκογένειά του τίς βασικές ἀλήθειες τῆς πίστεως τούς βάπτισαν ὅλους. Αὐτοί ἑτοίμασαν στό σπίτι τράπεζα γιά τούς δύο ἀποστόλους δοκιμάζοντας μεγάλη χαρά, διότι εἶχαν πιστεύσει στόν ἀληθινό Θεό.
ΑΠΟ ΤΟ ὅλο θαυμαστό γεγονός μᾶς προκαλεῖ ἀσφαλῶς ἰδιαίτερη ἐντύπωσι ἡ θερμή προσευχή τῶν ἁγίων Ἀποστόλων μέσα σέ τέτοιες ἀντίξοες συνθῆκες! Δεμένοι ἀσφυκτικά, πληγωμένοι, μέ ξεσκισμένα ροῦχα, νηστικοί καί κατάκοποι, ἀνέπεμπαν θερμή δοξολογία στόν Θεό. Δοξολόγια πού προκάλεσε τόσο ἰσχυρό σεισμό πού συγκλόνισε τά θεμέλια τῆς φυλακῆς.
Ἄς μαθητεύσουμε λοιπόν κι ἐμεῖς στήν προσευχή τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Νά μάθουμε νά προσευχόμαστε κι ἐμεῖς μέ θερμότητα καί κατάνυξη, χωρίς νά ὑπολογίζουμε τό κόπο καί τά προβλήματα τῆς ἡμέρας. Νά προσευχόμαστε «μετά κραυγῆς ἰσχυρᾶς καί δακρύων»· ὄχι μέ χλιαρότητα, δισταγμούς καί ἀτονία. Νά συγκλονίζεται ὁ ἐσωτερικός μας κόσμος. Τότε οἱ προσευχές ἔχουν τόση δύναμι, ὥστε μποροῦν νά συνταράξουν ὄχι μόνο τά θεμέλια μιᾶς φυλακῆς, ἀλλά καί νά ἑλκύσουν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἄς προσευχόμαστε λοιπόν μέ φλόγα ψυχῆς καί ἡ ἀπάντησι τοῦ Θεοῦ δέν θά ἀργήσῃ.