Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα (1/8)

Εὐαγγέλιον: Κυρ. ς΄ Ματθαίου (Ματθ. θ΄ 1-8)

Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. 2 Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐ­τῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης­ βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶ­­πε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει,­ τέ­κνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρ­τίαι σου. 3 καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. 4 καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 5 τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁ­­­μαρ­τίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; 6 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας – τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 7 καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 8 ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύ­μασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θε­­ὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοι­αύτην τοῖς ἀνθρώποις.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

Καί ἀφοῦ μπῆκε σ’ ἕνα πλοῖο, πέρασε στήν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης, καί ἦλθε στή δική του πόλη, τήν Καπερναούμ. 2 Τότε τοῦ ἔφεραν ἕναν παράλυτο, πού τόν εἶχαν βά­λει πάνω σ’ ἕνα κρεβάτι. Καί καθώς ὁ Ἰησοῦς εἶδε τήν πίστη πού εἶχε καί ὁ παράλυτος κι ἐκεῖνοι πού τόν μετέφεραν, εἶπε στόν παράλυτο, ὁ ὁποῖος ἀνησυχοῦσε καί φοβόταν μήπως οἱ ἁμαρτίες του γίνουν ἐμπόδιο στή θεραπεία του: Ἔχε θάρρος, παιδί μου· σοῦ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου. 3 Τότε ὅμως μερικοί ἀπό τούς γραμματεῖς εἶπαν μέσα τους: Αὐτός βλασφημεῖ, διότι σφετερίζεται δικαίωμα πού μόνον ὁ Θεός ἔχει. 4 Ὁ Ἰησοῦς τήν ἴδια στιγμή εἶδε στά βάθη τῆς καρδιᾶς τους τίς σκέψεις τους καί εἶπε: Γιατί κάνετε μέσα στίς καρδιές σας σκέψεις πονηρές καί κακοπροαίρετες; 5 Καί εἶναι πράγματι οἱ σκέψεις σας αὐτές κακόβουλες καί κακοπροαίρετες, διότι, τί εἶναι εὐκολότερο: νά πεῖ κανείς· εἶναι συγχωρημένες οἱ ἁμαρτίες σου, ἤ νά πεῖ, σήκω ὄρθιος καί περπάτα; Ἐσεῖς θεωρεῖτε δυσκολότερο αὐτό τό τελευταῖο. 6 Γιά νά μάθετε λοιπόν τώρα ὅτι ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὁ ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος καί ἔν­δοξος Κριτής της κατά τή δευτέρα παρουσία του, ἔχει ἐξουσία νά συγχωρεῖ στή γῆ τίς ἁμαρτίες τῶν ἀν­θρώ­πων, τότε λέει στόν παράλυτο: Σήκω ὄρθιος καί πάρε στούς ὤμους σου τό κρεβάτι σου καί πήγαινε στό σπίτι σου. 7 Καί πραγματικά ἐκεῖνος σηκώθηκε καί πῆγε στό σπίτι του. 8 Ὅταν λοιπόν τά πλήθη τοῦ λαοῦ εἶδαν αὐτό πού ἔγινε, θαύμασαν καί δόξασαν τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἔδωσε διαμέσου τοῦ Χριστοῦ στούς ἀνθρώπους τέτοια ἐξουσία, νά συγχωροῦνται δηλαδή οἱ ἁμαρτίες, καί συγχρόνως νά γιατρεύονται μ’ ἕνα λόγο ἀθεράπευτες ἀσθένειες τοῦ σώματος.