Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα (12/8)

Ἀπόστολος: ἡμέρας, Πέμ. η΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Α΄ Κορ.  ι΄ 28-ια΄ 8)

28 ἐὰν δέ τις ὑμῖν εἴπῃ, τοῦ­το εἰδωλόθυτόν ἐστι, μὴ ἐσθί­ετε δι᾿ ἐκεῖνον τὸν μηνύσαντα καὶ τὴν συνείδησιν· τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς. 29 συνείδησιν δὲ λέγω οὐχὶ τὴν ἑαυτοῦ, ἀλλὰ τὴν τοῦ ἑτέρου. ἱνατί γὰρ ἡ ἐλευθερία μου κρίνεται ὑπὸ ἄλλης συνειδήσεως; 30 εἰ ἐγὼ χάριτι μετέχω, τί βλασφημοῦμαι ὑπὲρ οὗ ἐγὼ εὐχαριστῶ; 31 Εἴτε οὖν ἐσθίετε εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε. 32 ἀπρόσκοποι γίνεσθε καὶ Ἰουδαίοις καὶ Ἕλλησι καὶ τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ, 33 καθὼς κἀγὼ πάντα πᾶσιν ἀρέσκω, μὴ ζητῶν τὸ ἐμαυτοῦ συμφέρον, ἀλλὰ τὸ τῶν πολλῶν, ἵνα σωθῶσι. 

ια΄ 1 Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ. 2 Ἐπαινῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελ­φοί, ὅτι πάντα μου μέμνησθε καὶ καθὼς παρέδωκα ὑμῖν τὰς παραδόσεις κατέχετε. 3 θέλω δὲ ὑμᾶς εἰδέναι ὅτι παντὸς ἀνδρὸς ἡ κεφαλὴ ὁ Χριστός ἐστι, κεφαλὴ δὲ γυναικὸς ὁ ἀνήρ, κεφαλὴ δὲ Χριστοῦ ὁ Θεός. 4 πᾶς ἀνὴρ προσευχόμενος ἢ προφητεύων κατὰ κεφαλῆς ἔχων καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ. 5 πᾶσα δὲ γυνὴ προσευχομένη ἢ προφητεύουσα ἀκατακαλύπτῳ τῇ κεφαλῇ καταισχύνει τὴν κεφαλὴν ἑαυτῆς· ἓν γάρ ἐστι καὶ τὸ αὐτὸ τῇ ἐξυρημένῃ. 6 εἰ γὰρ οὐ κατακαλύπτεται γυνή, καὶ κειράσθω· εἰ δὲ αἰσχρὸν γυναικὶ τὸ κείρασθαι ἢ ξυρᾶσθαι, κατακαλυπτέσθω. 7 ἀνὴρ μὲν γὰρ οὐκ ὀφείλει κατακαλύπτεσθαι τὴν κεφαλήν, εἰκὼν καὶ δόξα Θεοῦ ὑπάρχων· γυνὴ δὲ δόξα ἀνδρός ἐστιν. 8 οὐ γάρ ἐστιν ἀνὴρ ἐκ γυναικός, ἀλλὰ γυνὴ ἐξ ἀνδρός.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

28 Ἐάν ὅμως σᾶς πεῖ κανείς ὅτι αὐτό πού σᾶς παραθέτουν εἶναι εἰδωλόθυτο, τότε μήν τό τρῶτε, γιά ἐκεῖνον πού σᾶς τό ἀνήγγειλε καί γιά τή συνείδησή του, ἡ ὁποία ἑπόμενο εἶναι νά τόν ἐλέγξει ἐάν φάει κι αὐτός, ἤ νά ἐξεγερθεῖ ἐναντίον σας ἐάν δέν φάει. Σᾶς λέω λοιπόν νά μήν τό τρῶτε, ὄχι ἐπειδή τά εἰδωλόθυτα μπορεῖ νά σᾶς μολύνουν, ἀφοῦ ὅπως εἴπαμε τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ γῆ καί κάθε τι ἀπό τό ὁποῖο εἶναι γεμάτη. 29 Κι ὅταν λέω συνείδηση, ἐννοῶ ὄχι τή δική σου ἀλλά τή συνείδηση τοῦ ἄλλου. Καί πρέπει νά προσέχω τή συνείδηση τοῦ ἄλλου καί νά μήν τρώω. Διότι γιά ποιό λόγο ἡ ἐλευθερία πού ἔχω νά τρώω καί εἰδωλόθυτα ἀκόμη, νά γίνεται ἀφορμή κατακρίσεως ἀπό τή συνείδηση τοῦ ἄλλου; 30 Ἐάν λοιπόν ἐγώ ὁ φωτισμένος ἀπό τή χάρη τῆς πίστεως δέν θεωρῶ κανένα φαγητό ἀκάθαρτο καί γι’ αὐτό τρώω ἀπ’ ὅλα, γιατί νά μέ κακολογοῦν γιά τήν πράξη αὐτή, γιά τήν ὁποία ἐγώ εὐχαριστῶ τόν Θεό, τόν δημιουργό τῶν φαγητῶν καί εὐεργέτη μου; 31 Λοιπόν, εἴτε τρῶτε, εἴτε πίνετε, εἴτε κάνετε ὁτιδήποτε ἄλλο, ὅλα γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ νά τά κάνετε. 32 Μή γίνεστε ἀφορμή σκανδάλου καί πτώσεως καί σέ Ἰουδαίους καί σέ Ἕλληνες καί στήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. 33 Νά συμπεριφέρεστε ὅπως κι ἐγώ, ὁ ὁποῖος σέ ὅλα ἀρέσω σέ ὅλους, χωρίς νά ζητῶ ἐκεῖνο πού συμφέρει ἐμένα, ἀλλά ἐκεῖνο πού συμφέρει τούς πολλούς, ὥστε τελικά νά σωθοῦν.

ια΄ 1 Νά γίνεστε μιμητές μου, ὅπως κι ἐγώ ἔγινα μιμητής τοῦ Χριστοῦ. 2 Ἔρχομαι τώρα νά σᾶς γράψω καί γιά μερικές ἀτα­ξίες πού συμβαίνουν στίς συνάξεις σας. Ἀρχικά σᾶς ἐπαι­­νῶ, ἀδελφοί, διότι σ’ ὅλα μέ θυμάστε καί κρατᾶτε στε­­ρεά καί μέ ἀκρίβεια τίς διδασκαλίες ὅπως σᾶς τίς πα­ρέδωσα προφορικά. 3 Θέλω ὅμως νά γνωρίζετε ὅτι κεφαλή κάθε Χριστιανοῦ ἀνδρός, πού τόν διευθύνει καί ἐξουσιάζει, εἶναι ὁ Χριστός. Κεφαλή τῆς γυναίκας εἶναι ὁ ἄνδρας της. Καί κεφαλή τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶναι Πατέρας του καί τόν γέννησε ἀπό τήν ἴδια οὐσία προτοῦ δημιουργηθεῖ ὁ χρόνος. 4 Κάθε ἄνδρας, εἴτε ἔγγαμος εἴτε ἄγαμος, πού προσεύχεται στήν κοινή λατρεία σας ἤ φανερώνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ὡς προφήτης φωτισμένος ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὅταν ἔχει πάνω στό κεφάλι του κάλυμμα, τό ὁποῖο εἶναι σύμβολο ὑποτέλειας, καταντροπιάζει τό κεφάλι του. Διότι ἔρχεται νά λατρεύσει ἤ νά ὑπηρετήσει τόν Χριστό χωρίς νά ἀποδέχεται, μέ τό κάλυμμα τῆς ὑπο­­­τέλειας πού φορᾶ, τό ἀξίωμα καί τήν κυριαρχία πού τοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός. 5 Κάθε γυναίκα πάλι ἡ ὁποία προσεύχεται ἤ προφητεύει χωρίς κάλυμμα στό κεφάλι, καί ζητᾶ ἔτσι νά ἀν­δρο­φέρνει, καταντροπιάζει τό ἴδιο της τό κεφάλι, δη­­­λα­δή τόν ἄνδρα της, ἐπειδή ἁρπάζει τό ἀξίωμά του καί διεκδικεῖ ἀπ’ αὐτόν τήν ὑπεροχή. Ἡ γυναίκα αὐτή πα­ρουσιάζει τήν ἴδια ἀκοσμία καί ἀνυποταξία πού ἔχει κι ἐκείνη πού ξύρισε τό κεφάλι της. 6 Διότι ἐάν δέν εἶναι σεμνά καλυμμένη μιά γυναίκα, τότε ἄς κουρεύει καί τά μαλλιά της, ὅπως τά κουρεύει ὁ ἄνδρας. Ἀφοῦ λοιπόν εἶναι ἄσχημο καί ἀπρεπές στή γυναίκα νά κουρεύει ἤ νά ξυρίζει τά μαλλιά της, ἄς καλύπτει καλά τό κεφάλι της. Κι ἄς μή θέλει νά μιμεῖται τόν ἄνδρα. 7 Ὁ ἄνδρας δηλαδή δέν πρέπει νά φορᾶ κάλυμμα στό κεφάλι του, ἐπειδή πλάσθηκε ἀπό τήν ἀρχή ὡς ὁ κύριος ἐκπρόσωπος τῆς κυριαρχίας τοῦ Θεοῦ στή γῆ καί γι’ αὐτό ἐξεικονίζει περισσότερο ἀπό τή γυναίκα τό κυ­ρι­­­αρχικό τοῦ Θεοῦ, δοξάζοντας ἔτσι τόν Θεό. Ἡ γυναίκα πάλι ὡς τό ἐξαιρετικότερο ἀπ’ ὅλα τά κτίσματα πού ἔχει στήν ἐξουσία του ὁ ἄνδρας, ἀποτελεῖ δόξα γιά τόν ἄνδρα της. 8 Καί πραγματικά ὁ ἄνδρας ἔχει πρωτεύοντα ρόλο σέ σχέση μέ τή γυναίκα, διότι δέν ἔγινε ὁ ἄνδρας ἀπό τή γυναίκα, ἀλλά ἡ γυναίκα ἀπό τόν ἄνδρα.