Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα (30/8)

Ἀπόστολος: Δευτ. ια΄ ἑβδ. ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. β΄ 3-15)

3 καὶ ἔγραψα ὑμῖν τοῦτο αὐτό, ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην ἔχω ἀφ᾿ ὧν ἔδει με χαίρειν, πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμὴ χαρὰ πάντων ὑμῶν ἐστιν. 4 ἐκ γὰρ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας ἔγρα­ψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύ­ων, οὐχ ἵνα λυπηθῆτε, ἀλ­λὰ τὴν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἣν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑ­μᾶς. 5 Εἰ δέ τις λελύπηκεν, οὐκ ἐμὲ λελύπηκεν, ἀλλὰ ἀπὸ μέρους, ἵνα μὴ ἐπιβαρῶ, πάντας ὑμᾶς. 6 ἱκανὸν τῷ τοιούτῳ ἡ ἐπιτιμία αὕτη ἡ ὑπὸ τῶν πλειόνων· 7 ὥστε τοὐναντίον μᾶλλον ὑμᾶς χαρίσασθαι καὶ πα­ρα­καλέσαι, μήπως τῇ πε­ρισσοτέρᾳ λύπῃ κατα­ποθῇ ὁ τοιοῦτος. 8 διὸ παρακαλῶ ὑμᾶς κυ­ρῶσαι εἰς αὐτὸν ἀγάπην. 9 εἰς τοῦτο γὰρ καὶ ἔγραψα, ἵνα γνῶ τὴν δοκιμὴν ὑμῶν, εἰ εἰς πάντα ὑπήκοοί ἐστε. 10 ᾧ δέ τι χαρίζεσθε, καὶ ἐγώ· καὶ γὰρ ἐγὼ εἴ τι κεχάρισμαι ᾧ κεχάρισμαι, δι᾿ ὑ­μᾶς ἐν προσώπῳ Χριστοῦ, 11 ἵνα μὴ πλεονεκτηθῶμεν ὑπὸ τοῦ σατανᾶ· οὐ γὰρ αὐτοῦ τὰ νοήματα ἀγνο­οῦμεν. 12 Ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν Τρῳάδα εἰς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, καὶ θύρας μοι ἀνεῳγμένης ἐν Κυρίῳ, 13 οὐκ ἔσχηκα ἄνεσιν τῷ πνεύματί μου τῷ μὴ εὑρεῖν με Τίτον τὸν ἀδελφόν μου, ἀλλὰ ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἐξῆλθον εἰς Μακεδονίαν. 14 Τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντὶ τόπῳ· 15 ὅτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμὲν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ

3 Καί σᾶς ἔγραψα ἀκριβῶς αὐτό σέ προηγούμενη ἐπι­­­στο­λή μου, γιά νά διορθώσετε στό μεταξύ τίς ἀταξίες, ὥστε, ὅταν ἔλθω στήν Κόρινθο, νά τά βρῶ ὅλα ἐντά­­ξει καί νά μή νιώσω λύπη ἀπό ἐκείνους πού ἔπρε­­πε νά μοῦ δώσουν χαρά. Ἄλλωστε ἡ λύπη μου θά λυποῦσε κι ἐσᾶς. Διότι ἔχω γιά ὅλους σας τήν πε­ποί­θη­ση ὅτι ἡ χαρά μου εἶναι χαρά ὅλων σας. 4 Καί μή νομίσετε ὅτι γιά τούς ἐλέγχους πού σᾶς ἔγρα­­ψα στήν ἐπιστολή μου ἐκείνη ἐγώ δέν ἔνιωσα καμία λύπη. Διότι σᾶς ἔγραψα πλημμυρισμένος ἀπό θλίψη καί στενοχώρια στήν καρδιά μου, μέ δάκρυα πολλά, ὄχι γιά νά λυπηθεῖτε, ἀλλά γιά νά γνωρίσετε τήν ὑπερβολική ἀγάπη πού ἔχω γιά σᾶς. 5 Ἐάν λοιπόν κάποιος μέ τή σοβαρή ἁμαρτία του ἔγινε πρόξενος λύπης, αὐτός δέν ἔχει λυπήσει μόνο ἐμέ­να, ἀλλά σέ κάποιο βαθμό λύπησε ὅλους σας, γιά νά μή σᾶς ἐπιβαρύνω μέ τήν κατηγορία ὅτι μείνατε ἀδιά­φο­­­ροι στήν παρεκτροπή του. 6 Εἶναι ἀρκετή γι’ αὐτόν ἡ ἐπίπληξη αὐτή πού τοῦ ἔγινε ἀπό τούς περισσοτέρους. 7 Τώρα λοιπόν χρειάζεται ἡ ἀντίθετη μέ τήν ἐπίπληξη συμπεριφορά. Εἶναι προτιμότερο ἐσεῖς νά τοῦ δώσετε τώ­ρα χάρη, νά τόν συγχωρήσετε καί νά τόν παρηγορήσετε, μή­­­­­πως ἐξαιτίας τῆς ὑπερβολικῆς λύπης ἀπελπισθεῖ καί τόν καταπιεῖ ὁ διάβολος. 8 Γι’ αὐτό σᾶς παρακαλῶ νά δείξετε δημόσια σ’ αὐτόν ἀγάπη πραγματική καί ἰσχυρή. 9 Διότι γι’ αὐτό καί σᾶς ἔγραψα στήν προηγούμενη ἐπιστο­λή μου, γιά νά γνωρίσω τή δοκιμασμένη πρόοδό σας, νά δῶ ἐάν σ’ ὅλα ἔχετε ὑπακοή. Καί τήν ὑπα­κοή αὐ­τή τή δείξατε ὅταν ἀποκόψατε αὐτόν πού παρεκ­τρά­­­πηκε, ὅπως καί τώρα θά τή δείξετε μέ τό νά τόν δε­­­χθεῖτε πάλι. 10 Καί σ’ ὅποιον δίνετε χάρη καί τόν συγχωρεῖτε σέ κάτι, δί­­νω χάρη κι ἐγώ. Κι ἐγώ ἐξάλλου ἄν ἔχω χαρίσει κάτι, σ’ ὅποιον τό ἔχω χαρίσει, γιά σᾶς τό χάρισα κάτω ἀπ’ τό βλέμμα τοῦ Χριστοῦ, πού τόν αἰσθάνομαι νά μέ πα­ρα­­­­κολουθεῖ. 11 Δηλαδή ἔκανα τή χάρη αὐτή γιά τήν πνευματική ὠφέλεια καί γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, γιά νά μή νι­κη­θοῦ­με μέ ἀπάτη ἀπό τόν σατανά. Καί λέω μέ ἀπάτη τοῦ σα­τανᾶ, διότι γνωρίζουμε τίς δόλιες ἐπινοήσεις του. 12 Σᾶς εἶπα ὅτι στήν Ἀσία δοκίμασα πειρασμούς καί θλίψεις. Ἀλλά καί ὅταν ἔφυγα ἀπό ἐκεῖ, ἄλλου εἴδους θλίψη μέ βρῆκε. Ὅταν δηλαδή ἦλθα στήν Τρωάδα γιά νά κηρύξω τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, κι ἐνῶ ἐκεῖ μοῦ εἶχε ἀνοιχθεῖ θύρα καί εὐκαιρία γιά τό ἔργο τοῦ Κυρίου, 13 δέν μποροῦσα νά ἔχω ἀνακούφιση καί ἀνάπαυση στήν ψυχή μου, ἀφοῦ δέν βρῆκα τόν Τίτο τόν ἀδελφό μου, πού τόν περίμενα νά μοῦ φέρει εἰδήσεις ἀπό σᾶς. Δέν ἔμεινα λοιπόν ἐκεῖ, ἀλλά ἀφοῦ τούς ἀποχαιρέτησα, βγῆκα καί πῆγα στή Μακεδονία, ὅπου ἔλαβα τίς εὐ­χά­ριστες αὐτές εἰδήσεις. 14 Ὀφείλουμε λοιπόν εὐχαριστία στό Θεό, ὁ ὁποῖος νικώντας καί θριαμβεύοντας περιφέρει κι ἐμᾶς πάντοτε στό θρίαμβό του, ὡς διακόνους τῆς νίκης του πού συντελεῖται γιά τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό του. Ὁ Θεός κατά τή θριαμβευτική αὐτή πορεία τοῦ Εὐαγγελίου του φανερώνει μέσα ἀπό μᾶς τήν εὐωδία τῆς γνώσεώς του σέ κάθε τόπο. 15 Διότι πραγματικά ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι καί κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου εἴμαστε εὐωδία Χριστοῦ, εὐχάριστη στό Θεό. Εὐωδία γι’ αὐτούς πού σώζονται, ὅπως καί γιά ἐκείνους πού καταδικάζονται σέ αἰώνια ἀπώλεια.