3. «Ὁ αἰτῶν λαμβάνει»


Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Τά ὅσα εἴδαμε στίς δύο προηγούμενες συμμελέτες μας, περί ἀποφυγῆς δηλαδή τῆς μέριμνας καί τῆς κατακρίσεως, δέν εἶναι ὁπωσδήποτε θέματα εὔκολα. Ἀπό τήν προσωπική μας πείρα γνωρίζουμε πόσο δύσκολα εἶναι τά πνευματικά αὐτά ἀγωνίσματα, καί πόσος ἀγώνας ἀπαιτεῖται, προκειμένου νά εἶναι κανείς καί σέ αὐτά ὅπως τόν θέλει ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς καί ὁ παντογνώστης Κύριος στή συνέχεια τῆς ὁμιλίας Του ὑποδεικνύει ἕνα πανίσχυρο μέσο, μέ τό ὁποῖο γίνονται κατορθωτά τά πάντα, κι αὐτά πού φαίνονται ἀκατόρθωτα.

Μελέτη περικοπῆς: Ματθ. ζ´ 7-11.
1. Τό μέσο τό ὁποῖο ἀναφέραμε προηγουμένως, εἶναι ἡ προσευχή. Γιά τήν προσευχή, βεβαίως, συζητήσαμε καί ἄλλο­τε. Ἡ προσευχή ὅμως εἶναι θέμα εὐρύτατο καί πολύπτυχο. Εἶ­ναι δυνατόν νά τό μελετήσουμε ἀπό πολλές πλευρές καί νά ἀποφύγουμε μέ τόν τρόπο αὐτό τίς ταυτολογίες. Στήν περικοπή λοιπόν πού ἔχουμε ἐμπρός μας τό θέμα ἑστιάζεται στό πότε εἰσακούονται οἱ προσευχές μας ἀπό τόν Θεό.
Νά προσέξουμε κατ᾿ ἀρχήν τόν 7ο στίχο. Τί σημαίνει τό κάθε ρῆμα καί ὁ χρόνος καί τῶν τριῶν ρημάτων; «Αἰτεῖτε… Ζητεῖτε… κρούετε». Ὅλα εἶναι χρόνου ἐνεστώτα, πού σημαίνει διάρκεια, σταθερότητα καί ἐπιμονή.
Τί ὑπονοοῦν καθεμία ἀπό αὐτές τίς προτροπές τοῦ Κυρίου; «Αἰτεῖτε», ὅπως ὁ ἄνθρωπος πού βρίσκεται σέ μεγάλη ἀνάγκη καί παρακαλεῖ νά τόν βοηθήσουν· ἔτσι κι ἐσεῖς παρακαλεῖτε μέ πόθο, γιά νά λάβετε βοήθεια… «Ζητεῖτε», ὅπως ζητεῖ καί ἐρευνᾶ ἐπιμελῶς ἐκεῖνος πού ἔχασε κάτι πολύτιμο… «Κρούετε»· κτυπᾶτε τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους, «ὅπως ὁ ζητιάνος πού πεινᾷ, ὅπως ὁ καταδιωκόμενος ἀπό κακοποιούς ἤ ἀπό ἄγρια θηρία πού ζητεῖ ἀσφαλές καταφύγιον» (π. Σεραφείμ), οἱ ὁποῖοι χτυποῦν ἐπίμονα καί μέ δύναμη τή θύρα, γιά νά τούς ἀνοιχθεῖ καί νά σωθοῦν.
Τί συνιστᾶ μέ τά ρήματα αὐτά, πού μέ τό ἕνα ἐπιτείνει τήν ἔννοια τοῦ ἄλλου ὁ Κύριος;
Τήν ἐπιμονή στήν προσευχή μας. «Ἄν ἐπιμένῃς αἰτῶν, κἄν μή εὐθέως λάβῃς, λήψῃ πάντως», γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος (ΕΠΕ 10, 82). Καί ἐάν δηλαδή δέν ἀπαντήσει ἀμέσως ὁ Κύριος, θά ἀπαντήσει ὁπωσδήποτε τότε πού πρέπει.
Ὅταν ζητοῦμε ἐπίμονα ἀπό κάποιον ἄνθρωπο κάτι, ὑπάρχει πιθανότητα νά ἐκνευρισθεῖ καί νά στραφεῖ ἐναντίον μας. Ἰσχύει αὐτό καί γιά τόν Θεό; Οὐδέποτε. Ὁ Ἴδιος ἄλλωστε μᾶς προτρέπει νά ἐπιμένουμε στίς προσευχές μας πρός Αὐτόν.
Ἐνθυμεῖσθε δύο Παραβολές τοῦ Κυρίου πού μιλοῦν γι᾿ αὐτή τήν ἐπιμονή στίς προσευχές, ἡ ὁποία τελικά εἰσακούεται; α) Τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος τά μεσάνυκτα, σέ ὥρα δηλαδή ἀκατάλληλη, ξύπνησε τόν φίλο του παρακαλώντας νά τοῦ δανείσει τρεῖς ἄρτους (βλ. Λουκ. ια´ 5-8). β) Τῆς χήρας ἡ ὁποία ζητεῖ ἐπίμονα ἀπό τόν κριτή νά ἐκδικάσει τήν ὑπόθεσή της καί νά τή δικαιώσει (βλ. Λουκ. ιη´ 1-8).

2. Νά προσέξουμε καί τόν 8ο στίχο. Πῶς ἀντιλαμβάνεσθε τό ὅτι εἶναι αἰτιολογικός ἀλλά καί βεβαιωτικός; Ἀναφέρει ὡς αἰτία τῆς ἐκπληρώσεως τῶν αἰτημάτων τῆς ἐπίμονης προσευχῆς «τόν κανόνα τῆς πρός πάντας τούς αἰτοῦντας χορηγίας τῶν ἀγαθῶν παρά τοῦ Θεοῦ ἕνεκα τῆς ἑαυτοῦ ἀγαθότητος» (Ὑπόμν. Π. Ν. Τρεμπέλα). Ἐγγύηση αὐτῆς τῆς ἐκπληρώσεως εἶναι ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι «χρηστός», δηλαδή εὐεργετικός πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους. Σάν νά λέει: Εἶναι νόμος ἀπαράβατος καί ἀλήθεια ἀδιαμφισβήτητη, πού ἰσχύει αἰώνια, ὅτι αὐτός πού ζητεῖ κάτι ἀπό τόν πανάγαθο Θεό μέ θέρμη καί ἐπιμονή, τό λαμβάνει ὁπωσδήποτε. Βεβαίωση καί ὑπόσχεση τοῦ παναληθοῦς Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀγαπᾶ καί ἐνδιαφέρεται γιά τά θέματα τῆς ζωῆς μας.
Ἐνθυμεῖσθε ἄλλες παρόμοιες ὑποσχέσεις τοῦ Θεαν­θρώπου; «Πάντα ὅσα ἐάν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε» (Ματθ. κα´ 22). «Ὅ,τι ἄν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω» (Ἰω. ιδ´ 13 καί 14). «Ἐάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὅ ἐάν θέλητε αἰτήσασθε, καί γενήσεται ὑμῖν» (Ἰω. ιε´ 7).
Προκαλεῖ ἐντύπωση τό ὅτι στίς ὑποσχέσεις αὐτές τοῦ παντογνώστη καί παντοδύναμου Κυρίου δέν γίνεται καμία διάκριση. Ὁτιδήποτε ζητήσετε, μᾶς λέει, θά τό λάβετε. Ὑπό μία ὅμως βασική προϋπόθεση. Ποιά; Ὅτι θά πιστεύετε καί θά εἶσθε ἑνωμένοι μαζί μου (βλ. καί Ἰακ. α´ 6). Ἐάν ὑπάρχει αὐτή ἡ προϋπόθεση, ἐξυπακούεται ὅτι καί τά αἰτήματα τῆς προσευχῆς μας θά εἶναι λογικά καί σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Πολύ ἀξιόλογα τά ὅσα γράφει ὁ ἑρμηνευτής Ζιγαβηνός, σχο­λιάζοντας τήν πρώτη ἀπό τίς προαναφερθεῖσες ὑποσχέσεις (Ματθ. κα´ 22). «Πάντα νόει μή ἁπλῶς ἀλλά τά ἄξια». Μέ τήν λέξη δηλαδή «πάντα», πού ὑπόσχεται ὁ Κύριος ὅτι θά μᾶς δώσει ὡς ἀπάντηση στίς προσευχές μας, μή νομίζεις ὅτι ἐννοεῖ τό καθετί ἀδιακρίτως, ἀλλά αὐτά πού ἀξίζουν πραγματικά καί συμφέρουν στήν ψυχή σου.

3. Ὅμως «δέν ἀρκεῖται ὁ Κύριος εἰς ὅσας ἔδωκε προηγουμένως ὑποσχέσεις. Συγκαταβαίνει εἰς τήν ἀδυναμίαν τῆς δυσπιστίας μας καί χρησιμοποιεῖ συλλογισμόν, πού στηρίζεται ἐπάνω εἰς τήν διαγωγήν τῶν γονέων πρός τά τέκνα των» (π. Σεραφείμ). Ποιό λογικό ἐπιχείρημα περιέχουν οἱ στίχοι 9-11 γιά ὅσα εἶπε προηγουμένως ὁ Κύριος, γιά τό ὅτι ἀπαντᾶ στίς προσευχές μας καί μάλιστα ὅπως πρέπει;
Μᾶς βοηθᾶ ἡ ἑρμηνεία τους. Ἐάν ἐσεῖς, οἱ γονεῖς, πού ὁπωσδήποτε ὡς ἄνθρωποι εἶστε ἁμαρτωλοί, ἀτελεῖς καί διεφθαρμένοι – λόγῳ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τό ὁποῖο διέφθειρε τήν ἀνθρώπινη φύση – γνωρίζετε νά δίνετε ὠφέλιμα πράγματα, ὅταν σᾶς ζητοῦν τά παιδιά σας, πολύ περισσότερο ὁ οὐράνιος Πατέρας σας Θεός, ὁ πανάγιος καί πανάγαθος γνωρίζει νά δίνει τά ὠφέλιμα σέ ὅσους Τοῦ ζητοῦν.
Νά προσέξουμε κάπως καλύτερα τό ἐπιχείρημα αὐτό τοῦ Κυρίου, πού εἶναι ὑπεράνω πάσης ἀμφισβητήσεως. Ἔ­χει ἄμεση σχέση μέ τίς προσευχές πού μένουν, ὅπως νομίζουμε, ἀναπάντητες. Πῶς τό κατανοοῦμε αὐτό;
Εἶναι ποτέ δυνατόν ἕνας λογικός, συνετός καί καλός γονέας νά δώσει κάτι βλαβερό στό παιδί του, πού καταφεύγει σ᾿ αὐτόν καί ζητεῖ ἐπίμονα τή βοήθειά του; Ἀσφαλῶς ὄχι. Δέν ἱκανοποιεῖ τό αἴτημα τοῦ παιδιοῦ του, ὅταν αὐτό τοῦ ζητεῖ κάτι τό βλαβερό. Γνωρίζει τί πρέπει καί τί δέν πρέπει νά τοῦ δώσει. Καί πάντοτε τοῦ δίνει μόνο κάτι πού εἶναι ὠφέλιμο καί χρήσιμο. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἀκούει μέν πάντοτε τά αἰτήματα τοῦ παιδιοῦ του, δέν ἀπαντᾶ ὅμως πάντοτε θετικά. Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἤ θετική ἤ ἀρνητική. Καί ἡ μέν καί ἡ δέ ὅμως ὠφελοῦν ἐξίσου, διότι ἀποβλέπουν στήν ὠφέλεια τοῦ παιδιοῦ του.
Πολύ περισσότερο ἰσχύει αὐτό καί γιά τόν οὐράνιο Πατέρα μας. Μᾶς δίνει μάλιστα γι᾿ ἄλλη μιά φορά ἐδῶ ἡ Ἁγία Γραφή τήν εὐκαιρία νά σκεφτοῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας· καί μάλιστα Πατέρας πανάγαθος καί πάνσοφος, πού μᾶς ἀγαπᾶ ἀσυγκρίτως περισσότερο ἀπό ὅσο ἐμεῖς ἀγαποῦμε τόν ἑαυτό μας. Σάν νά μᾶς λέει: «Μήν ἀνησυχεῖτε· ἔχετε Πατέρα πού γνωρίζει ἄριστα τί σᾶς χρειάζεται, ὅλες δηλαδή τίς ἀνάγκες σας. Καί εἶναι ἕτοιμος νά σᾶς τό δώσει, ἐφόσον κρίνει μέ τήν πανσοφία Του ὅτι σᾶς χρειάζεται πραγματικά καί ὅτι θά σᾶς ὠφελήσει. Καί ἐάν κάποτε δέν ἀπαντᾶ στίς προσευχές σας, μή νομίζετε ὅτι δέν εἰσάκουσε τό αἴτημά σας. Μέ τή σιωπή Του λέει τό “ὄχι” Του σέ αὐτό πού ζητεῖτε. Δέν εἶναι πάντοτε θετική ἡ ἀπάντησή Του. Δέν εἶναι σωστό νά ἔχουμε τήν ἀπαίτηση νά λέει πάντοτε «ναί» στά αἰτήματά μας ὁ παντογνώστης Θεός, ὁ Ὁποῖος βλέπει πολύ μακρύτερα, τό αἰώνιο συμφέρον καί μέλλον μας».
Κάποτε, γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «τό μή λαβεῖν ὅπερ αἰτοῦμεν, τοῦ λαβεῖν λυσιτελέστερον γίνεται». Ἐάν δηλαδή κάποτε δέν λάβουμε αὐτό πού ζητήσαμε ἀπό τόν Θεό, ἀποδεικνύεται αὐτό περισσότερο ὠφέλιμο γιά μᾶς. Ἑπομέ­νως «τό συμφερόντως ἀποτυχεῖν, ἐπιτυχεῖν ἐστι» (ΕΠΕ 35, 544).
«Ταῦτα οὖν εἰδότες», γνωρίζοντας αὐτά, συμπεραίνει ὁ Μ. Βασίλειος, καί ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν «ὅτι πάντα ὅσα ποιεῖ ὁ Δεσπότης ὑπέρ τῆς ἡμῶν σωτηρίας οἰκονομεῖ», νά μένουμε προσκολλημένοι μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στήν πατρική πρόνοιά Του καί «μή ὀλιγοψυχήσαντες παυσώμεθα τῆς αἰτήσεως» (ΕΠΕ 9, 416).

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Ὁ αἰτῶν λαμβάνει» (Ματθ. ζ΄ 8).