4. «Πάντα οὖν ὅσα ἄν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς»


Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Ἡ «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία» τοῦ Κυρίου προχωρεῖ πρός τό τέλος της. Πόσα πράγματι καί πόσο σπουδαῖα στοιχεῖα τῆς πνευμα­τικῆς ζωῆς παρουσίασε σέ αὐτήν ὁ Κύριος ὡς ἀπαράμιλλος Διδάσκαλος! Τά μελετήσαμε ἀπό κοινοῦ καί ὠφεληθήκαμε ἀσφαλῶς ὅλοι μας. Καί τώρα, πρίν νά πεῖ τήν τελευταία Του λέξη ὁ Θεάνθρωπος, «μᾶς δίνει εἰς ὀλίγας εὐμνημονεύτους λέξεις τόν ἄριστον κανόνα συμπεριφορᾶς πρός τόν πλησίον» (π. Σεραφείμ). Παρουσιάζει τόν «χρυσοῦν», ὅπως λέγεται, «κανόνα», ὁ ὁποῖος «ἀποτελεῖ τό ἐπιστέγασμα τῆς ὅλης ὁμιλίας» (Ὑπόμν. Π. Ν. Τρεμπέλα). Ἄς τόν μελετήσουμε μέ τή δέουσα προσοχή. Πρόκειται γιά λόγο θεόπνευστο καί αἰώνιο, ὁ ὁποῖος λύνει μέ λίγες λέξεις ἄριστα ὅλα τά κοινωνικά προβλήματα.

Μελέτη περικοπῆς: Ματθ. ζ´ 12.

1. Ὁ ἅγιος εὐαγγελιστής Λουκᾶς ἀναφέρει τόν «χρυσοῦν κανόνα» μέ τήν ἑξῆς φράση: «Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. στ´ 31).
Στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπῆρχε ἄραγε κάτι ἀνάλογο μέ αὐτό τόν κανόνα; Μήπως γνωρίζετε κάποια σχετικά ρητά; Ὅταν ὁ Τωβίτ συμβούλευε τόν γιό του Τωβία πῶς ἔπρεπε νά συμπεριφέρεται πρός τούς συνανθρώπους του, τοῦ εἶπε μεταξύ ἄλλων: «καί ὅ μισεῖς, μηδενί ποιήσῃς». Αὐτό δηλαδή πού τό ἀποστρέφεσαι καί δέν θέλεις νά σοῦ τό κάνουν οἱ ἄλλοι, νά μήν τό κάνεις ποτέ καί σέ κανέναν (Τωβ. δ´ 15).
Ἀλλά καί ὅταν ἔδινε ὁ Θεός μέσῳ τοῦ Μωυσέως ὁδηγίες στούς Ἰσραηλίτες γιά τήν κοινωνική τους ζωή, τόνιζε ὅτι, ἄν δεῖ κάποιος τό ὑποζύγιο τοῦ ἐχθροῦ του πεσμένο στόν δρόμο λόγῳ τοῦ μεγάλου φορτίου του, δέν πρέπει νά ἀδιαφορήσει· ἀντίθετα, πρέπει νά σπεύσει νά βοηθήσει τόν συνάνθρωπό του νά σηκώσουν μαζί τό ὑποζύγιο (βλ. Ἐξ. κγ´ 4-5). ᾿Ἔμμεσα δηλαδή ὑπονοεῖται ὅτι αὐτό πού θά ἤθελε νά κάνουν οἱ ἄλλοι, ἄν ἦταν δικό του τό πεσμένο ζῶο, ὀφείλει νά τό κάνει κι αὐτός.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τίς ἐντολές: «Οὐ ποιήσετε ἄδικον ἐν κρίσει… καί οὐ μισήσεις τόν ἀδελφόν σου τῇ διανοίᾳ σου… καί ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σαυτόν» (Λευϊτ. ιθ´ 15-18· βλ. καί Δευτ. κβ´ 1-4).
Τό ἴδιο ἐπίσης καί γιά τόν λόγο π.χ. τοῦ θεόπνευστου προφήτη Ἡσαΐα γιά τούς καταπατητές ξένων κτημάτων: «Οὐαί οἱ συνάπτοντες οἰκίαν πρός οἰκίαν καί ἀγρόν πρός ἀγρόν ἐγγίζοντες, ἵνα τοῦ πλησίον ἀφέλωνταί τι. μή οἰκήσετε μόνοι ἐπί τῆς γῆς;» (Ἡσ. ε´ 8). Δέν εἴμαστε μόνοι στή γῆ. Ζοῦμε μαζί μέ ἄλλους. Καί ὅπως δέν θέλουμε νά μᾶς ἀδικεῖ κανείς, ἔτσι δέν πρέπει νά ἀδικοῦμε κι ἐμεῖς κανένα.
Δέν ἦταν δηλαδή ἐντελῶς ἄγνωστο τό πνεῦμα τοῦ «χρυσοῦ κανόνος». Γι᾿ αὐτό καί τονίζει ἐδῶ ὁ Κύριος ὅτι στόν κανόνα αὐτό περικλείεται «ἡ οὐσία τῆς ἠθικῆς διδασκαλίας τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου καί τῶν προφητῶν» (π. Σεραφείμ). Ἐκεῖνο πού ὁριζόταν ἔμμεσα καί ἀρνητικά στήν Παλαιά Διαθήκη, τό νομοθετεῖ ἄμεσα πλέον καί θετικά ὁ θεῖος Νομοθέτης, παραδίδοντας τήν πλήρη καί τέλεια ἀποκάλυψη τοῦ θελήματός Του στήν Καινή Διαθήκη. Δέν χωράει βέβαια ἀμφιβολία ὅτι τό παράγγελμα αὐτό τοῦ Κυρίου, ὅπως παρατίθεται ἐδῶ, «εἶναι προδήλως ἀπείρως ἀνώτερον τῆς παλαιᾶς ἀρνητικῆς μορφῆς» (Π. Ν. Τρεμπέλας).

2. Ἄς μελετήσουμε ὅμως κάπως καλύτερα τό νόημα τοῦ «χρυσοῦ κανόνος». Πρωτίστως νά σκεφτοῦμε: Εἶναι ἄραγε ἀκατόρθωτο αὐτό πού νομοθετεῖ ἐδῶ ὁ Κύριος; Ὁπωσδήποτε ὄχι! Εἶναι νόμος στά μέτρα μας καί πολύ ἀνθρώπινος. Δέν ζητεῖ κάτι ἀνώτερο ἀπό τίς δυνατότητές μας, οὔτε κάτι ἔξω ἀπό τά φυσικά ὅριά μας. Γι᾿ αὐτό καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, σχολιάζοντας τόν «χρυσοῦν κανόνα», ρωτᾶ: «τί τούτου κουφότερον;» (ΕΠΕ 10, 90). Ὑπάρχει κάτι ἐλαφρύτερο ἀπό αὐτό πού μᾶς ζητεῖ ὁ Κύριος; Δέν μᾶς φορτώνει Ἐκεῖνος μέ φορτία δυσβάστακτα. Τό «φορτίον» Του εἶναι «ἐλαφρόν» (Ματθ. ια´ 30).
Θέτει μάλιστα ἐδῶ ὁ Κύριος ὡς μέτρο κρίσεως τῆς ὅλης συμπεριφορᾶς μας τόν ἑαυτό μας. Δέν ὁρίζει, δέν ζητεῖ ἐδῶ θυσία τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλά καθορίζει τόν ἑαυτό μας ὡς ρυθμιστή τῆς συμπεριφορᾶς μας. Σάν νά μᾶς λέει: Τί ζητεῖ ὁ ἑαυτός σου ἀπό τούς ἄλλους; Ἀγάπη, ἐκτίμηση, σεβασμό, εὐγένεια, κατανόηση, βοήθεια; Αὐτά λοιπόν νά ἐκδηλώνεις κι ἐσύ ἀπέναντί τους. «Ὅπως σύ… θέλεις νά σέ συγχωροῦν προθύμως… οὕτω καί σύ δίδε πρόθυμον καί ἀπό καρδίας τήν συγχώρησιν εἰς τούς ἄλλους… Ὅπως σύ θά ἤθελες νά εὑρίσκῃς σπλαγχνικούς καί ἐλεήμονας ἀνθρώπους, ἄν εὑρίσκεσο εἰς τήν θέσιν τοῦ πτωχοῦ καί πάσχοντος… οὕτω προθύμως, εἰλικρινῶς, ἐλευθέρως δίδε ἐλεημοσύνας, δάνειζε, βοήθει τούς ἄλλους. Ὅπως σύ θέλεις νά συναντᾷς ἀδελφούς ἀγαπῶντας, ἐγκαθίδρυε εἰς τήν ψυχήν σου ἀγάπην καί μετάδιδε παντοῦ δῶρα ἀγάπης» (π. Σεραφείμ). Καί ἀρνητικά: Ὅπως δέν θέλεις νά σέ ἀδικοῦν, νά σέ κατακρίνουν ἤ νά σέ ἐνοχλοῦν οἱ ἄλλοι, ἔτσι καί σύ φρόντιζε νά μήν ἀδικεῖς νά μήν κατακρίνεις, νά μήν ἐνοχλεῖς κανέναν κ.λπ.
Ποιό, κατά τή γνώμη σας, εἶναι τό μεγαλύτερο ἐμπόδιο γιά τήν ἐφαρμογή τοῦ «χρυσοῦ κανόνος»; Τό ἐγωιστικό φρόνημα. Ἐνῶ, ὅπως προανεφέρθηκε, μέτρο τῆς ὀρθῆς συμπεριφορᾶς μας εἶναι ὁ ἑαυτός μας, ὅμως εἶναι πιθανόν αὐτό τό μέτρο νά παραποιηθεῖ καί νά ἀποβεῖ μεγάλο ἐμπόδιο τῆς καλῆς συμβιώσεώς μας μέ τούς ἄλλους. Πῶς καί γιατί; Ὅταν κυριευθοῦμε ἀπό τή φιλαυτία μας. Πῶς τό κατανοεῖτε αὐτό; Κάτι λέει τό χωρίο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα πού προαναφέραμε. Δέν κατοικοῦμε μόνοι στή γῆ. Δέν εἶναι ὅλη ἡ γῆ κτῆμα μας. Οὔτε οἱ ἄλλοι εἶναι ὑπηρέτες μας ἤ ἄνθρωποι κατώτερης κλάσεως. Ὁ «χρυσοῦς κανών» τοποθετεῖ τόν καθένα στή θέση του καί ὁρίζει κατανόηση τοῦ ἑνός ἀπό τόν ἄλλο. Ἄν φροντίζουμε μόνο γιά τό ἄτομό μας καί γιά τή δική μας καί μόνο ἄνεση, ἀδιαφορώντας γιά τούς ἄλλους, δέν εἶναι δυνατόν νά εἴμαστε τηρητές τοῦ «χρυσοῦ κανόνος». Ἐάν βλέπουμε τούς ἄλλους ἀφ᾿ ὑψηλοῦ, εἶναι δύσκολο νά τηρήσουμε τόν «χρυσοῦν κανόνα». Ἐάν δέν συναισθανθοῦμε βαθιά ὅτι ὅλοι εἴμαστε ἴσοι, ἄνθρωποι μέ τίς ἴδιες ἀνάγκες καί τά ἴδια δικαιώματα στή ζωή, θά δυσκολευθοῦμε ἐπίσης πολύ στήν ἐφαρμογή τοῦ «χρυσοῦ κανόνος». Πρέπει νά κτυπηθεῖ ἡ φιλαυτία μέ τίς ἀπαιτήσεις καί ἀξιώσεις της καί τότε πραγματικά θά ἐφαρμοσθεῖ ὁ «χρυσοῦς κανών».
Αὐτό ἰσχύει σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς κοινωνικῆς ζωῆς: ἐργασία, οἰκογένεια κλπ. (Ἄς προκληθοῦν τά μέλη νά ποῦν πῶς δυσκολεύονται ὁρισμένοι νά τηρήσουν τόν «χρυσοῦν κανόνα» στήν οἰκογενειακή ζωή, στήν ἐργασία τους, στίς σχέσεις τους μέ τούς γείτονες κ.λπ.).
Θά μποροῦσε ἄραγε ὁ «χρυσοῦς κανών» νά καλύψει καί τό πεδίο τῆς καθαρά πνευματικῆς καί θρησκευτικῆς ζωῆς; Ἀσφαλῶς. Πῶς τό ἀντιλαμβάνεσθε; Ὅπως θέλουμε νά μᾶς ὑποδείξουν οἱ ἄλλοι τό μυστικό τῆς ψυχικῆς ἠρεμίας καί γαλήνης, τήν ὁποία χαρίζει ὁ Ἰησοῦς Χριστός διά τῆς Ἐκκλησίας Του καί νά μᾶς βοηθήσουν νά τήν ἀποκτήσουμε, ἔτσι ὀφείλουμε νά βοηθοῦμε κι ἐμεῖς τούς ἄλλους. Ὅπως ἐπίσης ἔχουμε ἐμεῖς βαθύτατο πόθο γιά τή σωτηρία μας καί τήν κληρονομία τῶν ἀνέκφραστων ἀγαθῶν τῆς οὐράνιας Βασιλείας, ἔτσι ἔχουν ἀσφαλῶς καί οἱ ἄλλοι. Καί ὅπως ἐμεῖς θέλουμε νά μᾶς βοηθοῦν σ᾿ αὐτό οἱ ἄλλοι, ἔτσι ἔχουν ἀνάγκη καί τῆς δικῆς μας βοήθειας οἱ ἄλλοι. Δέν θά εἴμαστε μόνοι μας στόν Παράδεισο.
Ὁ «χρυσοῦς» λοιπόν «κανών» μᾶς βοηθεῖ νά ἐρχόμαστε στή θέση τοῦ ἄλλου, νά σκεπτόμαστε καί τίς δικές του ἀνάγκες καί συμβάλλει στήν κοινωνική δικαιοσύνη καί εὐταξία. Ὅσα δέν μποροῦν νά ἐπιτύχουν μέ τίς διακηρύξεις τους οἱ ἀνθρώπινοι διεθνεῖς Ὀργανισμοί καί μέ τίς νομοθεσίες τους καί μόνο οἱ ἄνθρωποι, τά ἐπιτυγχάνει μέ δεκαπέντε μόνο λέξεις ὁ Θεάνθρωπος. Ἀρκεῖ νά θελήσουμε καί νά ἀγωνιζόμαστε νά τίς τηροῦμε. Τότε ἡ γῆ μας θά γίνει Παράδεισος.

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Πάντα οὖν ὅσα ἄν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς» (Ματθ. ζ´ 12).