Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Στήν προηγούμενη συμμελέτη μας εἴδαμε τή σημασία τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τόν κίνδυνο ἀπό τούς ψευδοπροφῆτες καί τίς κακοδοξίες τους. Στή συνέχεια τῆς ὁμιλίας Του ὁ Κύριος, ἕξι στίχους πρίν ἀπό τό τέλος της, παρουσιάζει ἕνα θέμα τό ὁποῖο ἀγγίζει πολλούς πιστούς Χριστιανούς. Ἀπό τήν ὀρθή πίστη περνᾶ στόν ὀρθό βίο καί τονίζει ὅτι δέν μᾶς σώζει μόνο ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καί ἡ γνώση τῶν ὀρθῶν διδασκαλιῶν, ἐάν λείπει ἡ ὀρθή ζωή. Ἐάν ἡ ζωή μας δέν συμφωνεῖ μέ τά πιστεύω μας, δέν ὑπάρχει σωτηρία γιά μᾶς. Θέμα πολύ σοβαρό. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔλεγε: «Οὐδέν ὄφελος… δογμάτων ὑγιῶν, ἐάν βίος ᾖ διεφθαρμένος» (ΕΠΕ 14, 282).
Μελέτη περικοπῆς: Ματθ. ζ΄ 21-23.
1. Ἄς προσέξουμε τόν πρῶτο στίχο τῆς περικοπῆς μας, στόν ὁποῖο ὁ Κύριος θέτει μέ σαφήνεια τό θέμα. Τί τονίζει στόν στίχο αὐτό (στ. 21); «Τό πλῆρες νόημα τοῦ παρόντος (στίχου)… εἶναι τοῦτο: Εἰς τήν ἐν οὐρανοῖς βασιλείαν τοῦ Θεοῦ θά εἰσέλθουν οὐχί ὅλοι ὅσοι λέγονται Χριστιανοί, οὐδέ ὅλοι οἱ πιστεύοντες εἰς Χριστόν καί ὁμολογοῦντες αὐτόν Κύριον καί Θεόν, ἀλλά ἐκεῖνοι μόνον ἀπό τούς πιστεύοντας καί ὁμολογοῦντας, πού ὑπακούουν καί ἐκτελοῦν τό θέλημα τοῦ Πατρός. Ἄλλως ἀρνοῦνται μέ τήν πρᾶξιν ὅ,τι ὁμολογοῦν μέ τήν γλῶσσαν» (π. Σεραφείμ).
Πῶς ἀντιλαμβάνεστε αὐτή τήν ἔννοια; (Ἄς ποῦν τά μέλη τίς σκέψεις τους, καί συνεχίζουμε).
Γιατί δέν ἔχει οὐσιαστική ἀξία μόνο ἡ ἀναγνώριση τοῦ Κυρίου ὡς Θεοῦ μας καί ἡ ὁμολογία ἐνώπιον καί ἄλλων ἀνθρώπων τῆς πίστης μας σ’ Αὐτόν; Θυμάστε κάτι σχετικό πού γράφει ὁ ἅγιος ἀδελφόθεος Ἰάκωβος; «Καί τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίττουσι» ( Ἰακ. β΄ 19). Καί ὄχι μόνο πιστεύουν τά δαιμόνια ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλά καί ὁμολογοῦν τή δύναμή Του. Θυμάστε τί ἔγινε μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο καί τόν συνεργό του Σίλα στούς Φιλίππους; Ἡ νεαρή «μαντευομένη», ἡ ὁποία ἐκινεῖτο ἀπό «πνεῦμα πύθωνος», ἀκολουθοῦσε τούς δύο Ἀποστόλους στούς δρόμους τῶν Φιλίππων καί φώναζε: «αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ». Γνώριζε τήν ἀλήθεια καί τήν ὁμολογοῦσε. Δέν τήν ὠφέλησε ὅμως καθόλου ἡ ὁμολογία. Καί ὁ ἀπ. Παῦλος, γιά νά μή διαφημίζεται τό ἔργο του ἀπό τόν Πονηρό, ἔβγαλε ἀπό μέσα της τό δαιμόνιο (βλ. Πράξ. ις΄ 16-19).
Ἔχει λεχθεῖ καί φαίνεται ἀληθινό ὅτι ὁ Διάβολος εἶναι δεινός «θεολόγος». Γνωρίζει τά τῆς πίστεως καί ἔντεχνα τά διαστρέφει μέ τίς αἱρέσεις.
Δέν ὑπάρχουν καί στίς ἡμέρες μας ἄνθρωποι καταρτισμένοι στήν πίστη, κάτοχοι τῶν διδασκαλιῶν τοῦ Χριστοῦ, ρήτορες δεινοί, οἱ ὁποῖοι ἀναπτύσσουν μέν ἄριστα τά θέματα τῆς Πίστεως καί ἐξυμνοῦν τήν Ὀρθοδοξία, ἀλλά στήν πράξη, στή ζωή τους, ἐνεργοῦν καί φέρονται ἀντίθετα μέ ὅσα λένε; Ἀσφαλῶς ὑπάρχουν. Αὐτούς ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ Κύριος. Δέν ὑπάρχουν ἐπίσης ἄλλοι πού μελετοῦν θεολογικά, θρησκευτικά, ὀρθόδοξα βιβλία καί ἀρέσκονται σ’ αὐτά, πού ἐκκλησιάζονται, πού μετέχουν σέ Ἀγρυπνίες, σέ προσκυνηματικές ἐκδρομές, σέ θρησκευτικές ὁμιλίες καί συγκεντρώσεις, πού ψάλλουν καί ὑμνοῦν τό Ὄνομα τοῦ Κυρίου, πού παρακινοῦν καί ἄλλους νά κάνουν τό ἴδιο, καί ὅμως δέν ἔχουν οὐσιαστική σχέση μέ τόν Κύριο; Γιατί; Διότι δέν ἐφαρμόζουν τά λόγια Του· μένουν μόνο στά τυπικά, τά ἐξωτερικά. Ἰσχύει γι’ αὐτούς αὐτό πού λέει ὁ Θεός μέ τό στόμα τοῦ προφήτη Ἡσαΐα. Τό θυμάστε; «Ἐγγίζει μοι ὁ λαός οὗτος ἐν τῷ στόματι αὐτῶν καί ἐν τοῖς χείλεσί με τιμᾷ με, ἡ δέ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ» (Ἡσ. κθ΄ 13, Ματθ. ιε΄ 8). Μέ πλησιάζουν δηλαδή μέ τό στόμα τους μόνο καί μέ τιμοῦν μόνο μέ τά χείλη τους. Ἡ καρδιά τους ὅμως ἀπέχει πολύ μακριά ἀπό ἐμένα.
Γιατί ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀντίφαση μεταξύ ὁμολογίας τῆς πίστεως καί ζωῆς σέ ὁρισμένους; Διότι τό νά ὁμολογεῖς ὅτι πιστεύεις πώς ὑπάρχει Θεός καί νά ἐξυμνεῖς ἀκόμη καί τήν Ὀρθοδοξία δέν ἀπαιτεῖ κόπο καί ἀγώνα. Ἐνῶ ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου ἀπαιτεῖ βία στόν ἑαυτό μας, ἐκκοπή τοῦ ἰδίου θελήματος, πράγμα πολύ δύσκολο. Πολλοί ἀρέσκονται στήν ἄνετη χριστιανική ζωή, πού δέν τούς κοστίζει.
2. Ἄς ἔλθουμε τώρα στόν ἑπόμενο στίχο τῆς περικοπῆς. Ποιοί ὑπονοοῦνται ἐδῶ; Ποιοί προφήτευσαν καί προφητεύουν (δίδαξαν δηλαδή καί διδάσκουν) «ἐν τῷ ὀνόματι» τοῦ Κυρίου; Ποιοί ἐπίσης θαυματούργησαν καί θαυματουργοῦν «ἐν τῷ ὀνόματί» Του; Ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει ὅτι προφήτευσε (=συνέβη νά διδάξει, ἤ ὑμνοῦσε τόν Θεό· ἡ λέξη προφητεύω ἔχει καί αὐτό τό νόημα) ἀκόμη καί ὁ βασιλιάς Σαούλ, καί ὁ ἀρχιερέας Καϊάφας καί ὁ προδότης Ἰούδας, πού εἶχε λάβει ἀπό τόν Κύριο καί χάρισμα θαυματουργιῶν (βλ. Α΄ Βασ. ι΄ 1-13, Μαρκ. στ΄ 7, Ἰω. ια΄ 51).
Στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρχαν ἀνέκαθεν ἄνθρωποι πού δίδασκαν τά ὀρθά δόγματα μέ ἐπιτυχία, ἀλλά ἡ ζωή τους δέν ἦταν σύμφωνη μέ ὅσα δίδασκαν. Βρίσκει ἐδῶ ἐφαρμογή ὁ λόγος τοῦ Κυρίου πού εἶπε γιά τούς Φαρισαίους: «Πάντα… ὅσα ἐάν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καί ποιεῖτε, κατά δέ τά ἔργα αὐτῶν μή ποιεῖτε. λέγουσι γάρ καί οὐ ποιοῦσι» (Ματθ. κγ΄ 3).
Τό ἴδιο μπορεῖ νά ἰσχύει καί γιά ὁρισμένους σύγχρονους ἱεροκήρυκες, ἱερεῖς, κυκλάρχες κ.λπ.: «Αἱ ἐκφράσεις (των) τῆς ἀφοσιώσεως πρός τόν Χριστόν δύνανται νά ὑπῆρξαν τόσον θερμαί, ὥστε νά ἐπηρέασαν… τούς ἄλλους εἰς τό ἀγαθόν» (Ὑπόμν. Π. Ν. Τρεμπέλα). Μέ τά λόγια τους εἶναι πιθανό νά συγκίνησαν ἄλλους καί νά τούς παρακίνησαν σέ μετάνοια, οἱ ἴδιοι ὅμως συνέχισαν νά ζοῦν χωρίς μετάνοια, «ξένοι πρός τήν ἀρετήν, ἄνομοι εἰς τήν πρᾶξιν καί τόν βίον, δοῦλοι τῶν παθῶν καί τῶν κακιῶν» (π. Σεραφείμ).
Δέν ὑπάρχουν καί σήμερα κληρικοί πού κάνουν θαύματα; Μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ, πού τελοῦν, τό ὕδωρ μεταβάλλεται θαυμαστά σέ Ἁγιασμό. Μέ τήν τέλεση τῆς Θ. Λειτουργίας συντελοῦν στή θαυμαστή μεταβολή διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Μέ τό Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου κάνουν θαυμαστές θεραπεῖες σέ ἀσθενεῖς. Μέ τίς εὐχές τους διώχνουν καί δαιμόνια. Ἐπικαλοῦνται τό ὄνομα τοῦ Κυρίου καί ἐνεργοῦν «ἐν τῷ ὀνόματί» Του (κάτι μᾶς λέει γι᾿ αὐτό ἡ τριπλή χρήση τῶν λέξεων «τῷ σῷ ὀνόματι» ἀπό τόν Κύριον στόν στίχο αὐτό). Παρ᾿ ὅλα αὐτά ὅμως, εἶναι πιθανόν ἡ ζωή τους νά μήν εἶναι θεάρεστη, διότι δέν συμμορφώνονται τελείως μέ τά προστάγματα Ἐκείνου, τό Ὄνομα τοῦ Ὁποίου ἐπικαλοῦνται. Γι’ αὐτό λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὅτι εἶναι δίκαιη ἡ τιμωρία πού τούς ἀναμένει, διότι, ἐνῶ τόσο τούς ἐτίμησε ὁ Κύριος, αὐτοί «περί τόν οὕτω τιμήσαντα… ἀγνώμονες γεγόνασι καί ἀναίσθητοι» (ΕΠΕ 10, 122).
Ἀλλά καί ἐμεῖς οἱ λαϊκοί, οἱ ἁπλοί πιστοί, εἶναι δυνατόν νά περιπέσουμε καί νά καταταγοῦμε σ’ αὐτή τή θλιβερή χορεία αὐτῶν τῶν Χριστιανῶν. Πῶς; Μπορεῖ π.χ. νά συμβουλεύουμε ὡραῖα τόν ἄλλον γιά τήν προσευχή καί νά τόν βοηθοῦμε οὐσιαστικά σ’ αὐτό, κι ἐμεῖς νά μήν προσευχόμαστε σωστά. Εἶναι πιθανόν ἐπίσης νά προτρέψουμε κάποιον νά ζητεῖ ἀπό τόν Θεό τή Χάρι Του γιά νά ἔχει ὑπομονή, καθαρότητα, ταπείνωση, καί ἐμεῖς νά εἴμαστε σχεδόν ἄγευστοι ἀπό τή γλυκύτητα αὐτῶν τῶν ἀρετῶν.
3. Ἄς ἔλθουμε καί στόν στίχο 23. Τί κάνει ἐντύπωση εὐθύς ἐξ ἀρχῆς; Ὁμιλεῖ ὁ Κύριος ὡς Ἐξουσιαστής. Ἐκεῖνος πού μιλοῦσε τότε ἐπί τοῦ ὄρους καί φαινόταν σάν ἁπλός ἄνθρωπος, τονίζει μέ κύρος ὅτι θά μᾶς κρίνει τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Καί θά διακηρύξει ἐπίσημα ὡς καρδιογνώστης ἐάν ἤμασταν πράγματι δικοί Του ἄνθρωποι κατά τήν ἐπίγεια ζωή μας.
Σάν νά ἔλεγε: «Ἐγώ πού ἀνέχομαι τώρα νά καταπατοῦν τόν νόμον μου καί μακροθυμῶ διά τούς παραβάτας, θά ὁμολογήσω φανερά, μέ ὅλην τήν ἀξιοπρέπειαν τοῦ Κριτοῦ τοῦ δικαίου, καί θά εἴπω εἰς αὐτούς πού φαίνονται ἰδικοί μου καί ἐνεργοῦν δῆθεν ὡς ἀπεσταλμένοι μου… ὅτι “οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς”. Δέν ἦλθον ποτέ εἰς πραγματικήν γνωριμίαν καί σχέσιν μέ σᾶς. Δέν σᾶς ἀνεγνώρισα ποτέ ὡς ἀληθινούς μαθητάς μου, ὡς γνήσια ὄργανά μου, διότι τά ἔργα σας καί ὁ βίος σας ἦσαν ὅλως ἀντίθετα πρός τόν νόμον μου, τόν ὁποῖον καθημερινῶς εἴχετε εἰς τό στόμα σας» (π. Σεραφείμ).
Φοβερή πράγματι ἡ τελεσίδικη ἐκείνη κρίση καί ἀπόφαση τοῦ Κριτοῦ. Θά ἀπομακρύνει ἀπό κοντά Του ὅλους ὅσους ἐργάζονται τήν ἀνομία. Γιατί χαρακτηρίζει τούς πιστούς, τῶν ὁποίων ἡ ζωή δέν συμφωνεῖ μέ τήν πίστη πού κηρύσσουν καί συνιστοῦν καί στούς ἄλλους, ὡς «ἐργαζομένους τήν ἀνομίαν;» Ποιά εἶναι ἡ ἀνομία τους; Ὄχι ἁπλῶς μία παράβαση τοῦ θελήματός Του, ἀλλά ἡ ὅλη νοοτροπία καί ζωή τους, ἡ ὁποία εἶναι ἀντίθετη μέ τόν τέλειο καί ἅγιο Νόμο Του.
Ἄς παρακαλοῦμε τόν Κύριο νά μᾶς προφυλάξει ἀπό μία τέτοια συμπεριφορά καί νά μᾶς βοηθάει νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τήν πίστη μας. Ἔτσι ὥστε «καί ὁ βίος (νά) συμφωνῇ τοῖς δόγμασι καί τά δόγματα (νά) κηρύττῃ τόν βίον» (ἱερός Χρυσόστομος, ΕΠΕ 2, 46).
ΣΥΝΘΗΜΑ: Ὁ βίος μας νά συμφωνεῖ μέ τά λόγια μας.