Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 14 Νοεμβρίου 2021, H΄ Λουκᾶ (Λουκ. ι΄ 25-37)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.
1. Ὁλοκληρωτικὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ
Κάποτε πλησίασε τὸν Κύριο ἕνας Ἰουδαῖος ἑρμηνευτὴς τῆς Γραφῆς καὶ Τὸν ρώτησε τί πρέπει νὰ κάνει, γιὰ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή. Ὁ Κύριος τοῦ ὑπέδειξε νὰ ἀναζητήσει τὴν ἀπάντηση στὸν Νόμο, τὸν ὁποῖο ἄλλωστε μελετοῦσε. Ὁ νομικὸς τότε ἀποκρίθηκε: «ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Νὰ ἀγαπᾶς δηλαδὴ τὸν Θεὸ μὲ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ μὲ ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ μὲ ὁλόκληρο τὸν νοῦ σου. Νὰ ἀγαπᾶς ἐπίσης τὸν συνάνθρωπό σου, ὅπως ἀγαπᾶς τὸν ἑαυτό σου. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς τὸν ἐπαίνεσε γιὰ τὴν ὀρθὴ ἀπάντησή του καὶ τὸν προέτρεψε νὰ ἐφαρμόσει τὴν ἐντολὴ τῆς ὁλοκληρωτικῆς αὐτῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό, γιὰ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή.
Τέτοια ἀγάπη θέλει ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Κύριος: ἀγάπη καρδιακή, ὁλοκληρωτική, ἀπόλυτη. Καμία ἄλλη ἀγάπη πρὸς ὁποιοδήποτε πρόσωπο ἢ ἀντικείμενο νὰ μὴν ὑπερέχει τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Κύριό μας. Πιὸ συγκεκριμένα, νὰ Τὸν ἀγαποῦμε μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς μας· δηλαδή, μὲ ὅλο μας τὸ συναίσθημα· μὲ ζέση καὶ θερμότητα. Νὰ Τὸν ἀγαποῦμε μὲ ὅλη μας τὴν ἰσχύ, δηλαδὴ μὲ ὅλη μας τὴ θέληση, τὴ βούληση, ὥστε νὰ ἐφαρμόζουμε μόνο τὸ δικό του θέλημα στὴ ζωή μας. Νὰ Τὸν ἀγαποῦμε τέλος μὲ ὅλη μας τὴ διάνοια· μὲ ὁλόκληρο τὸν νοῦ μας, τὴ σκέψη μας. Νὰ φέρνουμε πρὸς τοῦτο πάντα στὴ μνήμη μας τὸν Κύριο, τοὺς θείους λόγους του, τὴν ἀσύλληπτη ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς, τὴν ὁποία Ἐκεῖνος ἔδειξε μὲ τὶς ἀμέτρητες εὐεργεσίες του καὶ ἰδιαιτέρως μὲ τὴ σταυρική του θυσία.
Ἡ θερμὴ ὅμως αὐτὴ καὶ ὁλοκληρωτικὴ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό, πρέπει νὰ συνδυάζεται μὲ τὴ θυσιαστικὴ ἀγάπη πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴ συνέχεια τῆς παραβολῆς.
2. Θυσιαστικὴ ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο
Ὁ Ἰουδαῖος ἑρμηνευτὴς στὴ συνέχεια ρώτησε τὸν Χριστὸ ποιὸς θεωρεῖται «πλησίον» σύμφωνα μὲ τὴ Γραφή. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς τότε τοῦ διηγήθηκε τὴ θαυμάσια παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη. Κάποιος ἄνθρωπος, εἶπε, καθὼς κατέβαινε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Ἱεριχώ, ἔπεσε σὲ ἐνέδρα ληστῶν, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ τοῦ πῆραν ὅ,τι εἶχε, τὸν χτύπησαν, τὸν ἄφησαν μισοπεθαμένο κι ἔφυγαν. Κατὰ σύμπτωση, ἔπειτα ἀπὸ λίγη ὥρα πέρασε ἕνας ἱερέας τῶν Ἰουδαίων καὶ λίγο ἀργότερα ἕνας Λευΐτης, καὶ οἱ δύο ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Κανένας ὅμως ἀπὸ αὐτοὺς δὲν στάθηκε νὰ τὸν βοηθήσει. Μόνο ποὺ τὸν κοίταξαν καὶ συνέχισαν τὴν πορεία τους.
Στὴ συνέχεια πέρασε ἕνας Σαμαρείτης, ἄνθρωπος ἀλλοεθνὴς καὶ μισητὸς στοὺς Ἰουδαίους. Σὲ ἀντίθεση ὅμως μὲ τοὺς δύο προηγούμενους, ὁ Σαμαρείτης σπλαχνίσθηκε τὸν κακοποιημένο Ἰουδαῖο, τὸν πόνεσε. Σταμάτησε ἔτσι τὴν πορεία του, τὸν πλησίασε, ἔπλυνε τὰ τραύματά του, τὰ ἄλειψε μὲ λάδι γιὰ νὰ μαλακώσουν καὶ μὲ κρασὶ γιὰ νὰ τὰ ἀπολυμάνει καὶ τὰ ἔδεσε μὲ ἐπιδέσμους. Κατόπιν τὸν ἀνέβασε στὸ ζῶο του καὶ συνεχίζοντας ὁ ἴδιος πεζός, τὸν πῆγε σὲ κάποιο κοντινὸ πανδοχεῖο, ὅπου τὸν περιποιήθηκε μέσα στὴ νύχτα. Δὲν ἀρκέσθηκε ὡστόσο σὲ αὐτά. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα φεύγοντας ἀπὸ τὸ πανδοχεῖο ἔδωσε δύο δηνάρια στὸν ξενοδόχο γιὰ τὴ νοσηλεία τοῦ ἄγνωστου σὲ αὐτὸν Ἰουδαίου – ποσὸ ἀξιόλογο γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη – μὲ τὴν ὑπόσχεση ὅτι θὰ ἐπανερχόταν γιὰ νὰ ἐξοφλήσει ὅ,τι ἐπιπλέον ἀπαιτοῦσε ἡ φροντίδα τοῦ ἀσθενοῦς.
Ὁ Κύριος ὁλοκλήρωσε τὴ διήγησή του μὲ τὴν προτροπὴ στὸν νομοδιδάσκαλο νὰ μιμηθεῖ τὸ παράδειγμα τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης τοῦ Σαμαρείτη.
Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ γνήσια ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπό μας: ἡ θυσιαστικὴ ἀγάπη. Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης ἀφήνει τὸ πρόγραμμά του, ὅπως μᾶς ὑπέδειξε σήμερα ὁ Κύριος μὲ τὴ θαυμάσια παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη, περιφρονεῖ τὶς προτιμήσεις του καὶ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὰ θελήματά του, προκειμένου νὰ ἐξυπηρετήσει τὸν συνάνθρωπό του. Ὑποβάλλεται σὲ κόπους, σὲ στερήσεις, σὲ ἔξοδα. Ξεχνᾶ τὸν ἑαυτό του καὶ θυσιάζεται γιὰ νὰ ἀναπαύσει καὶ νὰ εὐχαριστήσει τοὺς ἄλλους. Δὲν κάνει διακρίσεις ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, οὔτε ἔχει τὴν ἀπαίτηση ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ τὸν ἀγαποῦν. Ἔχει πλατιὰ καὶ πονετικὴ καρδιὰ πρὸς ὅλους καὶ διαρκὴ τὴ διάθεση προσφορᾶς καὶ θυσίας. Τέτοια ἂς εἶναι καὶ ἡ δική μας ἀγάπη: ἀγάπη θυσιαστικὴ πρὸς τοὺς οἰκείους καὶ τοὺς ξένους καὶ γενικὰ πρὸς κάθε συνάνθρωπό μας.