6. Τό κλειδί τοῦ οὐρανοῦ (22-28/11)

ΘΕΜΑ: Τό κλειδί τοῦ οὐρανοῦ

ΕΒΔΟΜΑΔΑ: 22-28 Νοεμβρίου 2021

ΑΡΘΡΟ: «Τό κλειδί τοῦ οὐρανοῦ», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2241/15.4.21/σελ. 191-122.

ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Ματθ. κα΄ 22

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ: Ἀρχιμ. Ἀστερίου Σ. Χατζηνικολάου, «Ἡ κραυγή μου πρός σέ ἐλθέτω»: «Γιά νά εἰσακούονται οἱ προσευχές μας», σελ. 51-60 (Μέ πίστη), 69-78 (Μέ ταπείνωση), 91-110 (Μέ ἐπιμονή), ἐκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀθήνα 200514.


Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

Άρθρο

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Ὁ ἀείμνηστος ζηλωτής ἱεροκήρυκας π. Διονύσιος Χουρμουζιάδης ἔφυγε γιά τό αἰώνιο ταξίδι του προσευχόμενος. Λίγο χρονικό διάστημα νωρίτερα, σάν νά τό διαισθανόταν ὅτι φεύγει, μᾶς ἄφησε ἀπό τήν ἐξαίρετη γραφίδα του τρία ἄρθρα, πού ἀναφέρονται καί τά τρία στήν προσευχή: Τό ἄρθρο: «Τό κλειδί τοῦ οὐρανοῦ», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2241/15.4.21/σελ. 191-122· τό ἄρθρο: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε (Α΄)», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2246/1.7.21/σελ. 311-312·  καί τό ἄρθρο: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε (Β΄)», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2247/15.7.21/σελ. 335-336. Ἐμεῖς στό θέμα «περί προσευχῆς» πού θά κάνουμε σήμερα, θά ἀναλύσουμε τό πρῶτο ἀπό τά τρία ἄρθρα, ἀλλά θά πάρουμε κάποιες ἔννοιες καί ἀπό τά δύο ἑπόμενα.

 

Α΄ ΜΕΡΟΣ: «Τό κλειδί τοῦ οὐρανοῦ»

1. Θά διαβάσουμε τό πρῶτο Μέρος τοῦ ἄρθρου «Τό κλειδί τοῦ οὐρανοῦ», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2241/15.4.21/σελ. 191-122, ἕως ἐκεῖ πού λέει: «Τί εὐλογημένο τέλος!», σελ. 192, καί θά ρωτήσουμε τά Μέλη: Γιατί ἡ προσευχή ὀνομάζεται «τό κλειδί τοῦ οὐρανοῦ»; (Σκέψεις Μελῶν…) Διότι διανοίγει τούς οὐρανούς, ὅπως μᾶς τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «κρούετε καί ἀνοιγήσεται ὑμῖν» (Ματθ. ζ΄ 7). Ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος ὀνομάζει τήν προσευχή «κλειδί τοῦ οὐρανοῦ» καί ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος μέ παρόμοιο τρόπο γιατί τήν ὀνομάζει κλειδί τοῦ οὐρανοῦ: Διότι μέ τήν προσευχή «ἀνεβαίνει ἡ δέηση καί κατεβαίνει ἡ Χάρις».

2. Μπορεῖτε νά ἀναφέρετε κάποια παραδείγματα πού νά δείχνουν ὅτι ἡ προσευχή λειτουργεῖ σάν κλειδί πού διανοίγει τούς οὐρανούς; (Σκέψεις Μελῶν…).

α) Πολύ ὡραῖο εἶναι τό παράδειγμα τοῦ ἑκατοντάρχου Κορνηλίου, ὁ ὁποῖος προσευχόταν «διά παντός» (=συνεχῶς) καί παρακαλοῦσε τόν Θεό νά τόν φωτίζει. Καί ὁ Θεός τοῦ γνώρισε μέ ἄγγελο ὅτι οἱ προσευχές του καί οἱ ἐλεημοσύνες του ἀνέβηκαν στόν οὐρανό ὡς προσφορά εὐπρόσδεκτη στόν Θεό (βλ. Πράξ. ι΄ 1-5).

β) Ἐπίσης πολύ ὡραῖο εἶναι τό παράδειγμα τῆς ἁγίας Νόννας, ἡ ὁποία μέ τήν προσευχή της βοήθησε στό νά μεταστραφεῖ ὁ αἱρετικός σύζυγός της· μέ τήν προσευχή της ἀξιώθηκε σέ μεγάλη ἡλικία νά γίνει μητέρα τριῶν παιδιῶν, τοῦ Γρηγορίου, τῆς Γοργονίας καί τοῦ Καισαρίου· μέ  τήν προσευχή της ἀξιώθηκε νά δεῖ τόν σύζυγό της Γρηγόριο καί τόν πρῶτο γιό της Γρηγόριο λειτουργούς τοῦ ἁγίου θυσιαστηρίου καί ἐπισκόπους Ναζιανζοῦ· μέ τήν προσευχή της ἀξιώθηκε τελικά νά ἀναδείξει τήν πενταμελή οἰκογένειά της σέ οἰκογένεια Ἁγίων.

γ) Ὁ προφήτης Ἠλίας μέ τήν προσευχή ἔκλεισε τούς οὐρανούς καί δέν ἔβρεξε γιά τρία χρόνια καί ἕξι μῆνες (Ἰακ. ε΄ 17)· μέ τήν προσευχή ἄνοιξε πάλι τούς οὐρανούς καί ὁ οὐρανός ἔδωσε βροχή καί ἡ γῆ βλάστησε τόν σπόρο πού εἶχε μέσα της κι ἔκανε τόν καρπό της (Ἰακ. ε΄ 18).

δ) Ὁ Ἰωακείμ καί ἡ Ἄννα μέ τήν προσευχή σέ προχωρημένη ἡλικία ἀπέκτησαν τήν θεόπαιδα Μαριάμ.

ε) Ἡ Ἄννα, μητέρα τοῦ προφήτη Σαμουήλ, μέ τήν προσευχή σέ προχωρημένη ἡλικία ἀπέκτησε τόν Σαμουήλ καί τόν ἀφιέρωσε στόν Θεό.

ς) Ὁ Ζαχαρίας καί ἡ Ἐλισάβετ μέ τήν προσευχή ἀπέκτησαν σέ προχωρημένη ἡλικία τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο.

ζ) Πρίν ἀπό πολλά χρόνια οἱ ἄνδρες τοῦ πληρώματος ἑνός ἐμπορικοῦ πλοίου πού ταξίδευε στόν Εἰρηνικό Ὠκεανό, ἀναγκάστηκαν νά ἐγκαταλείψουν τό πλοῖο τους, διότι πῆρε φωτιά ἀπό βλάβη τῆς μηχανῆς καί καιγόταν. Ἀπομακρύνθηκαν ἔτσι γρήγορα μέ λέμβο. Ἀλλά δέν εἶχαν νερό νά πιοῦν. Μέ τήν προσευχή τούς ἔστειλε ὁ Θεός βροχή. Οὔτε  εἶχαν φαγητό νά φᾶνε. Μέ τήν προσευχή τούς ἔστειλε ὁ Θεός ψάρια. Δέν εἶχαν ἀκόμη τρόπο νά δώσουν σῆμα κινδύνου. Μέ τήν προσευχή μετά ἀπό μέρες τούς ἔστειλε ὁ Θεός ἄλλο πλοῖο, τό ὁποῖο τούς περισυνέλεξε.

 

Β΄ ΜΕΡΟΣ: Τρεῖς προϋποθέσεις, γιά νά ἐνεργήσει ἡ προσευχή ὡς κλειδί τοῦ οὐρανοῦ

Ἔπειτα θά διαβάσουμε τό ὑπόλοιπο ἄρθρο καί θά ρωτήσουμε τά Μέλη: Ποιές προϋποθέσεις χρειάζεται νά ἔχει ἡ προσευχή μας, γιά νά ἐνεργήσει ὡς κλειδί τοῦ οὐρανοῦ καί νά μᾶς χαρίσει τά ἐλέη τοῦ Θεοῦ; Πῶς δηλαδή νά γίνεται; (Σκέψεις Μελῶν…).

α) Μέ πίστη. Πρῶτον, νά γίνεται μέ ἀκράδαντη πίστη, χωρίς τόν παραμικρό δισταγμό. Ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει: Ὅλα ὅσα θά ζητήσετε στήν προσευχή σας μέ πίστη στή δύναμη τοῦ Θεοῦ, θά τά λάβετε (Ματθ. κα΄ 22). Ἄν ὅμως ἔχουμε ἀμφιβολίες καί λέμε: Θά μέ ἀκούσει ὁ Θεός; Δέν θά μέ ἀκούσει; Θά μοῦ κάνει αὐτό πού τοῦ ζητῶ; Δέν θά μοῦ τό κάνει; Τότε μοιάζουμε μέ τά κύματα τῆς θάλασσας, πού πηγαίνουν πότε ἐδῶ καί πότε ἐκεῖ. Τό σωστό εἶναι ὁ προσευχόμενος ἄνθρωπος νά προσεύχεται «ἐν πίστει, μηδέν διακρινόμενος» (Ἰακ.  α΄ 6), ὅπως ὁ ἑκατόνταρχος πού εἶπε στόν Χριστό: Ἕνα μόνο ἁπλό λόγο νά πεῖς καί θά θεραπευθεῖ ὁ δοῦλος μου. Κι ὁ δοῦλος του θεραπεύθηκε τήν ἴδια ἐκείνη στιγμή (βλ. Ματθ. η΄ 5-13)· ὅπως ἡ αἱμορροούσα, ἡ ὁποία ἄγγιξε τό ἔνδυμα τοῦ Κυρίου μας μέ τήν ἀκράδαντη πίστη ὅτι θά γίνει καλά· καί θεραπεύθηκε (βλ. Ματθ. θ΄ 20-22).

β) Μέ ταπείνωση. Ἡ προσευχή μας εἰσακούεται, ὅταν γίνεται μέ ταπείνωση. «Οὗτοι μάλιστα ἀκούονται εὐχόμενοι, οἱ ταπεινοί τῇ καρδίᾳ, καί συντετριμμένοι», λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος (ΕΠΕ 5, 476). Εἰσακούονται ἀπό τόν Θεό οἱ ταπεινοί ἄνθρωποι, πού προσεύχονται μέ καρδιά συντετριμμένη.  Ὅσοι προσεύχονται μέ ταπεινό λογισμό· μέ «νηπιάζον φρόνημα», σάν ἕνα μικρό παιδί πού τώρα ἄρχισε νά ἀρθρώνει τίς πρῶτες λέξεις· μέ «τελωνικό φρόνημα», ὅπως ὁ τελώνης πού ἔλεγε: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ»· αὐτοί τελικά δικαιώνονται (Λουκ. ιη΄ 13-14). «Προσευχή ταπεινοῦ νεφέλας διῆλθε», γράφει στή Σοφία Σειράχ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (λε΄ 17). Ἡ προσευχή τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου δέν ἐμποδίζεται ἀπό τά σύννεφα, ἀλλά διέρχεται μέσα ἀπό αὐτά καί φθάνει στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ.

γ)  Μέ ἐπιμονή. Νά ἐπιμένουμε προσευχόμενοι, ὅπως ἡ Χαναναία γυ­ναίκα πού παρακαλοῦσε τόν Χριστό νά θεραπεύσει τήν κόρη της καί ὁ Χριστός τήν ἀντάμειψε λέγοντας: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις» (Ματθ. ιε΄ 28). Οἱ προσευχές πού κρατᾶνε χρόνια πολλά, κάνουν τελικά τά μεγαλύτερα θαύματα. Νά ἀναφέρουμε δυό παραδείγματα: Ἡ ἁγία Μόνικα προσευχόταν 17 χρόνια γιά τό παραστρατημένο παιδί της. Ὥσπου εἶδε τόν γιό της νά ἐπιστρέφει καί νά μετανοεῖ καί τελικά ἀναδείχθηκε ἅγιος, ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος, Ἐπίσκοπος Ἱππῶνος. Ἡ ἁγία Γοργονία, ἀδελφή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἦταν ἀσθενής καί παρακαλοῦσε γονατιστή τόν Θεό στόν ἱερό Ναό νά τή θεραπεύσει λέγοντας: Δέν θά φύγω, ἄν δέν γίνω καλά. Καί «ὤ τοῦ θαύματος», ἐπέστρεψε ὑγιής στό σπίτι, διότι ὁ Θεός εἰσάκουσε τήν προσευχή της καί τή θεράπευσε.

 

Γ΄ ΜΕΡΟΣ: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»

1. Ἀπ᾿ ὅσα μέχρι στιγμῆς ἐλέχθησαν, γίνεται φανερό ὅτι εἶναι ἀπαραίτητο νά ἔχουμε μαζί μας τό κλειδί τῆς προσευχῆς καί νά τό χρησιμοποιοῦμε εὐρύτατα. Ὅπως ὅταν φεύγουμε ἀπό τό σπίτι μας, παίρνουμε μαζί μας καί τό κλειδί τῆς οἰκίας μας, διότι, ἄν δέν τό πάρουμε, δέν θά μποροῦμε νά μποῦμε μέσα, ὅταν ἐπιστρέψουμε, ἔτσι καί τό κλειδί τῆς προσευχῆς νά τό παίρνουμε πάντα μαζί μας. Καί νά τό χρησιμοποιοῦμε ὄχι μία καί δύο μόνο φορές, ἀλλά νά βάλουμε ὑψηλότερο στόχο: Νά φθάσουμε στό «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»! Τό «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» εἶναι λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τόν βρίσκουμε στήν Α΄ πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου (ε΄ 17).

2. Μερικοί παραιτοῦνται ἐκ προοιμίου ἀπό τόν στόχο αὐτό λέγοντας: Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἐφαρμόσουμε αὐτό τό θεῖο παράγγελμα ἐμεῖς πού ζοῦμε μέσα στόν κόσμο, πού ἔχουμε τίς οἰκογένειές μας, τό ἐπάγγελμά μας καί τόσα ἄλλα καθήκοντα; Τί ἔχετε νά πεῖτε πάνω σ᾿ αὐτό; (Σκέψεις Μελῶν…).

Ὅταν λέει ὁ θεῖος Ἀπόστολος νά προσευχόμαστε ἀδιαλείπτως, ἀσφαλῶς δέν ἐννοεῖ νά σταματήσουμε ὅλες τίς ἄλλες δραστηριότητες καί εἴτε ὄρθιοι εἴτε γονυπετεῖς διαρκῶς νά προσευχόμαστε, ἀλλά ὅπως τό ἑρμηνεύει ὁ ἀείμνηστος Γέροντας π. Εὐσέβιος Ματθόπουλος στό πνευματικότατο βιβλίο του «Ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου», ἐννοεῖ τοῦτο: «Παντοῦ καί πάντοτε, ὅπου καί ἄν εὑρισκώμεθα, εἴτε περιπατοῦμεν, εἴτε ἱστάμεθα, εἴτε καθήμεθα, εἴτε ἐργαζόμεθα, εἴτε ἀναπαυόμεθα, συναισθανόμενοι ὅτι ζῶμεν ἐν τῇ κυβερνήσει καί τῇ ἐποπτίᾳ τοῦ Θεοῦ, (ἔχουμε χρέος) νά δοξάζωμεν τό ἅγιον ὄνομά Του καί νά εὐχαριστῶμεν τήν ἀγαθότητά Του δι᾿ ὅλα ὅσα ἀπολαμβάνομεν παρ᾿ αὐτοῦ», (παράγραφος 97).

Καί ὅταν κοιμόμαστε, εἶναι δυνατόν νά προσευχόμαστε: «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» (Ἆσμα Ἀσμάτων ε΄ 2).

Καί οἱ ἀγαθοί λογισμοί καί οἱ θεάρεστες σκέψεις «εἰς τό ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» ὑπάγονται. Καί ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τοῦ βιβλίου τῆς φύσεως πού κινοῦν τά χείλη μας σέ δοξολογία τοῦ Θεοῦ «εἰς τό ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» ὑπάγονται.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος συμβουλεύει: «Εἴτε ἐσθίετε, εἴτε πίνετε, εἴτε ὁδεύετε, εἴτε τι ποιεῖτε ἀδιαλείπτως κράζετε· Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς».

Πόσο ὡραῖο πράγμα εἶναι «εἴτε ἐσθίομεν εἴτε πίνομεν εἴτε ἄλλο «τι ποι­οῦμεν», ὅλα «εἰς δόξαν Θεοῦ» νά προσπαθοῦμε νά γίνονται (Α΄ Κορ. ι΄ 31).

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Ἄς πάρουμε στά χέρια μας τό κλειδί τῆς προσευχῆς καί ἄς προσ­πα­θήσουμε μέ πίστη, μέ ταπείνωση καί ἐπιμονή, νά «κρούουμε» τή θύρα τοῦ θείου ἐλέους. Θά μᾶς ἀνοιχθεῖ: «ἀνοιγήσεται ὑμῖν». Ὁ Κύριος θά εἰσακούει τήν προσευχή μας καί θά μᾶς χαρίζει πλούσια τά δῶρα τοῦ οὐρανοῦ.

 

ΣΥΝΘΗΜΑ

«Πάντα ὅσα ἐάν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε»

(Ματθ. κα΄ 22)

 

Τό ἑπόμενο θέμα μας θά εἶναι ἀπό τό ἄρθρο «Μετά τή θεία Κοινωνία», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2246/1.7.21/σελ. 293-294.