18. Ἀρκοῦν τά ἀπαραίτητα (7-13/3)

ΘΕΜΑ: Ἀρκοῦν τά ἀπαραίτητα
ΕΒΔΟΜΑΔΑ: 7-13 Μαρτίου 2022
ΑΡΘΡΟ: «Ἀρκοῦν τά ἀπαραίτητα», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2258/1.2.22/σελ. 57-58.
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Α΄ Τιμ. ς΄ 6- 8
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ: † Π. Ν. Τρεμπέλα, «Ὑπόμνημα εἰς τάς ἐπιστολάς τῆς Καινῆς Διαθήκης, Τόμος 2ος, σελ. 382-385, ἐκδ. «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀθήνα 20035.


Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

Άρθρο

Συμπληρωματικό

Θέμα για μέλη

Σύνθημα

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ κήρυκας τῶν Ἐθνῶν καί ἱδρυτής τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, θά μᾶς διδάξει σήμερα ἕνα πολύ σπουδαῖο μάθημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς: τό μάθημα τῆς αὐτάρκειας καί ὀλιγάρκειας. Νά ἀρκού­μα­στε στά ἀπαραίτητα. Νά μένουμε εὐχαριστημένοι μέ ὅσα μᾶς χαρίζει ὁ ἅγιος Θεός καί νά δίνουμε δόξα στόν εὐλογητό Τριαδικό Θεό, λέγοντας: Δόξα σοι ὁ Θεός!

Τό μάθημα τῆς αὐτάρκειας ὁ θεῖος Ἀπόστολος ἔμαθε νά τό ἐφαρμόζει πρῶτα ὁ ἴδιος. Ἔμαθε σέ ὅποιες περιστάσεις κι ἄν βρισκόταν, νά ἀρκεῖται σέ ὅσα ἔχει: «Ἐγώ γάρ ἔμαθον ἐν οἷς εἰμι αὐτάρκης εἶναι». Γνωρίζω νά ζῶ χωρίς πολυτέλεια καί ἀλαζονεία, ὅταν τά ἔχω περίσσια. Σέ κάθε περίσταση καί σέ κάθε τι πού μοῦ συμβαίνει, ἔχω μάθει τό μυστικό καί νά χορταίνω καί νά πεινῶ, καί νά κάνω καλή χρήση, ὅταν τά ἔχω ἄφθονα, καί νά ὑπομένω εὐχάριστα τή στέρηση (Φιλιπ. δ΄ 11-12). Ἦταν ὁ ἴδιος καί στή στέρηση καί στήν ἀφθονία τῶν ἀγαθῶν, χωρίς νά δυσανασχετεῖ ἀπό τή στέρηση, οὔτε νά γίνεται μαλθακός ἀπό τήν ἀφθονία. Στίς ἱεραποστολικές περιοδεῖες του ποτέ δέν παραπονέθηκε νά πεῖ: Μοῦ λείπει αὐτό, μοῦ λείπει ἐκεῖνο, μοῦ λείπει τό ἄλλο. Ἔμαθε νά δοξάζει τόν ἅγιο Θεό καί ὅταν εἶχε πολλά, καί ὅταν εἶχε λίγα, καί ὅταν δέν εἶχε «οὐδέ ὀλίγα». Διότι συνήθισε νά ἀρκεῖται στά ἀπαραίτητα.

Αὐτό τόν ἀσκητικό τρόπο ζωῆς θά τόν διδάξει καί σέ μᾶς μέ τό ἁγιογραφικό Ἀνάγνωσμα καί τό ἄρθρο «Ἀρκοῦν τά ἀπαραίτητα», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2258/1.2.22/σελ. 57-58, πού θά μελετήσουμε σήμερα.

ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Θά διαβάσουμε τό κείμενο καί τήν ἑρμηνεία τοῦ ἁγιογραφικοῦ Ἀνα­γνώσματος: 6 «Ἔστι δέ πορισμός μέγας ἡ εὐσέβεια μετά αὐταρκείας. 7 οὐδέν γάρ εἰσηνέγκαμεν εἰς τόν κόσμον, δῆλον ὅτι οὐδέ ἐξενεγκεῖν τι δυνάμεθα· 8 ἔχοντες δέ διατροφάς καί σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. ς΄ 6-8). 6 Ἡ εὐσέβεια εἶναι πράγματι πηγή μεγάλου πλουτισμοῦ, ὅταν συνοδεύεται ἀπό ὀλιγάρκεια κι ὄχι ἀπό πλεονεξία καί αἰσχροκέρδεια. 7 Πρέπει λοιπόν νά ζοῦμε μέ ὀλιγάρκεια, διότι τίποτε δέν φέραμε στόν κόσμο ὅταν γεννηθήκαμε. Καί εἶναι φανερό ὅτι καί τίποτε δέν μποροῦμε νά πάρουμε μαζί μας, ὅταν φύγουμε ἀπό τόν κόσμο αὐτό. 8 Ἐφόσον λοιπόν κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς μας ἔχουμε τροφές καί ἐνδύματα καί κατοικία γιά νά μᾶς σκεπάζει, θά ἀρκεσθοῦμε σ᾿ αὐτά.

Α΄ ΜΕΡΟΣ: Ἀρκοῦν τά ἀπαραίτητα

1. Ἀμέσως κατόπιν θά διαβάσουμε τό πρῶτο Μέρος τοῦ ἄρθρου «Ἀρκοῦν τά ἀπαραίτητα», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2258/1.2.22/σελ. 57-58, ἕως ἐκεῖ πού λέει: «Ἔχοντες δέ διατροφάς καί σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. ς΄ 8), σελ. 58, α΄ στήλη, καί θά ρωτήσουμε τά Μέλη: Ἡ νοοτροπία τοῦ κόσμου εἶναι νά ζοῦν οἱ ἄνθρωποι μέ αὐτάρκεια καί ὀλιγάρκεια ἤ νά μαζεύουν ὅσο μποροῦν περισσότερα ὑλικά ἀγαθά; (Σκέψεις Μελῶν…) Οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι ἔχουν ἀκόρεστη ἐπιθυμία νά μαζεύουν ὅσο μποροῦν περισσότερα (χρήματα, κτήματα, διαμερίσματα, αὐτοκίνητα, ἐξοχικά). Φαντάζονται ὅτι τό μυστικό τῆς εὐτυχίας τους βρίσκεται στήν εὐμάρεια, στήν καλοπέραση, στίς ἀνέσεις καί στή χλιδή.

2. Βρίσκουμε ὄντως τήν εὐτυχία μας στήν καλοπέραση, στίς ἀνέσεις καί στήν τρυφή; Τί μᾶς διδάσκει ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Γραφῆς; (Σκέψεις Μελῶν…) Ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς μᾶς βεβαιώνει ὅτι δέν βρίσκουμε τήν εὐτυχία μας στήν πλεονεξία, στή φιλαργυρία καί στήν ἐπιθυμία τοῦ πλουτισμοῦ, ἀλλά στήν εὐσέβεια, στήν αὐτάρκεια καί στήν ὀλιγάρκεια. Σέ ἀντίθεση μέ τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου πού λένε: Ὅσο πιό πολλά κερδήσω, ὅσο πιό μεγάλο μισθό πάρω, ὅσο πιό μεγάλη περιουσία ἀποκτήσω, τόσο πλουσιότερος θά εἶμαι, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅμως μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ πιό μεγάλος πορισμός (=τό πιό μεγάλο κέρδος) εἶναι «ἡ εὐσέβεια μετά αὐταρκείας», ἡ εὐσέβεια πού συνοδεύεται ἀπό ὀλιγάρκεια.

3. Γιατί ἡ εὐσέβεια πού συνοδεύεται ἀπό ὀλιγάρκεια εἶναι πηγή μεγάλου πλουτισμοῦ; (Σκέψεις Μελῶν…) Διότι πλουτίζει πνευματικά τόν ἄνθρωπο στή ζωή αὐτή καί τόν ἀκολουθεῖ στήν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα: «τά δέ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν» (Ἀποκ. ιδ΄ 13). Τούς ἀκολουθοῦν τά ἅγια ἔργα πού ἐργάζονταν σ᾿ ὅλη τους τή ζωή. Τίς καλοσύνες τους τίς παίρνουν μαζί τους στήν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα. Ἐνῶ τά ὑλικά ἀγαθά φεύγοντας ἀπό τή ζωή αὐτή, δέν τά παίρνουμε μαζί μας. Ὅλα ἐδῶ μένουν.

Τό ἐπιχείρημα πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι πολύ ἰσχυρό: «Οὐδέν εἰσηνέγκαμεν εἰς τόν κόσμον, δῆλον ὅτι οὐδέ ἐξενεγκεῖν τι δυνάμεθα» (Α΄ Τιμ. ς΄ 7). Ὅταν γεννηθήκαμε, τίποτε δέν φέραμε στόν κόσμο. Κι ὅταν θά φύγουμε ἀπό τόν κόσμο αὐτό, πάλι τίποτε δέν θά πάρουμε μαζί μας. Τόν ἴδιο σοφό λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου τόν εἶπε μέ διαφορετική διατύπωση καί ὁ πολύαθλος Ἰώβ. Ὅταν ἔχασε ἀπό τή μιά στιγμή στήν ἄλλη τήν πολύ μεγάλη περιουσία του, δέν ταράχθηκε, ἀλλά ἔπεσε καταγῆς, προσκύνησε τόν Κύριο καί εἶπε: «αὐτός γυμνός ἐξῆλθον ἐκ κοιλίας μητρός μου, γυμνός καί ἀπελεύσομαι ἐκεῖ» (Ἰώβ α΄ 21). Γυμνός βγῆκα ἀπό τήν κοιλία τῆς μητέρας μου, γυμνός καί θά ἀπέλθω στήν κοινή μητέρα γῆ.

Ὁ πλουσιότερος γιά τήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς του (1950-1975) Ἕλληνας ἐφοπλιστής, ὁ Ἀριστοτέλης Ὠνάσης, προκήρυξε ἕνα διαγωνισμό, στόν ὁποῖο ἔδινε μεγάλο χρηματικό ποσό σ᾿ αὐτόν πού θά ὑπολόγιζε μέ περισσότερη ἀκρίβεια πόση εἶναι ἡ κολοσσιαία περιουσία του. Στόν διαγωνισμό αὐτό βραβεύθηκε αὐτός πού ἀπάντησε: «Ἡ περιουσία σου εἶναι δύο μέτρα γῆς», ἐννοώντας τόν τάφο του. Πράγματι· ὁ Ὠνάσης καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι φεύγουμε ἀπό τήν παρούσα ζωή, χωρίς νά πάρουμε τίποτε ὑλικό μαζί μας. Ἄρα πλουσιότερος δέν εἶναι αὐτός πού στοχεύει στή μεγάλη περιουσία, ἀλλά αὐτός πού ἐπενδύει στήν εὐσέβεια, πού εἶναι πηγή μεγάλου πλουτισμοῦ!

4. Σέ ποιό συμπέρασμα καταλήγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος; (Σκέψεις Μελῶν…) Καταλήγει στό συμπέρασμα νά ἀρκούμαστε στά ἀπαραίτητα. «Ἔχοντες δέ διατροφάς καί σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. ς΄ 8). Νά ἀρκούμαστε στίς τροφές πού εἶναι ἀπαραίτητες γιά νά μᾶς θρέψουν, καί στά σκεπάσματα (ἐνδύματα καί κατοικία) πού εἶναι ἀπαραίτητα γιά νά μᾶς σκεπάσουν. Τά περισσότερα πού προστίθενται γιά τρυφή καί γιά ἐπίδειξη, δέν μᾶς χρειάζονται.

Β΄ ΜΕΡΟΣ: Τά περισσότερα δέν μᾶς χρειάζονται

1. Ἔπειτα θά διαβάσουμε τό ὑπόλοιπο ἄρθρο, σελ. 58, καί θά ποῦμε στά Μέλη: Μήνυμα νά ἀρκούμαστε στά ἀπαραίτητα μᾶς δίνει καί ἡ πρός Ἑβραίους ἐπιστολή: «ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσιν» (Ἑβρ. ιγ΄ 5). Τί ἔχετε νά πεῖτε πάνω σ᾿ αὐτό; (Σκέψεις Μελῶν…) Εἶναι πολύ δυνατό σύνθημα. Πόσοι ἔμποροι, πόσοι ἐπιχειρηματίες δέν θά ὁδηγοῦνταν στήν πτώχευση, ἄν τό ἐφάρμοζαν. Ἡ παροιμία τοῦ λαοῦ λέει ὅτι ἁπλώνουμε τά πόδια μας μέχρι ἐκεῖ πού φθάνει τό πάπλωμα. Μή ξανοιγόμαστε στά περισσότερα, γιατί μπορεῖ νά χάσουμε κι᾿ αὐτά πού ἔχουμε.

2. Ὅμως πολλοί ἄνθρωποι δέν μένουν εὐχαριστημένοι μέ ὅσα ἔχουν. Ἄν ἐργάζονται σέ μιά δουλειά, ψάχνουν νά βροῦν καί δεύτερη καί τρίτη, γιά νά παίρνουν περισσότερα. Ἄν ἔχουν ἕνα κατάστημα, θέλουν νά δημιουργήσουν ἁλυσίδα καταστημάτων. Ἄν ἔχουν ἕνα τουριστικό λεωφορεῖο, πλοῖο, ἀεροπλάνο, θέλουν νά ἀποκτήσουν στόλο λεωφορείων, πλοίων, ἀεροπλάνων. Ἄν ἔχουν μία κερδοφόρο ἐπιχείρηση, δανείζονται χρήματα γιά νά τήν ἐπεκτείνουν περισσότερο. Γιατί θέλουν συνεχῶς νά ἐπέκτείνονται; (Σκέψεις Μελῶν…) Διότι κυριεύονται ἀπό τό πάθος τῆς φιλοπλουτίας, τό ὁποῖο εἶναι ἀκόρεστο πάθος. Κανείς πλούσιος δέν εἶπε ποτέ: Εἶναι ἀρκετά τά πλούτη πού συγκέντρωσα.

3. Τί κίνδυνο διατρέχουν ὅσοι κυριεύονται ἀπό τήν ἄκρατη ἐπιθυμία τοῦ πλουτισμοῦ; (Σκέψεις Μελῶν…) Πέφτουν σέ πειρασμό καί παγίδα καί σέ ἐπιθυμίες κακές, ἀνόητες καί βλαβερές, πού τούς βυθίζουν στήν καταστροφή καί τόν ὄλεθρο. Μπήγουν στόν ἑαυτό τους σάν ἄλλα καρφιά πόνους πολλούς καί ἀγωνίες μεγάλες: «Οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμόν καί παγίδα καί ἐπιθυμίας πολλάς ἀνοήτους καί βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τούς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καί ἀπώλειαν» (Α΄ Τιμ. ς΄ 9).

Πόσο καλύτερα θά ἦταν τά πράγματα, ἄν πειθαρχούσαμε στό ἁγιο­γραφικό παράγγελμα: «ἔχοντες δέ διατροφάς καί σκεπάσματα τούτοις ἀρκε­σθησόμεθα»! Τί τά θέλουμε τά πολλά; Γιατί δέν ἀρκούμαστε στά ἀπαραί­τη­τα; Ὑπάρχουν πάμπλουτοι πού δέν μένουν εὐχαριστημένοι μέ ὅσα ἔχουν καί μεροκαματιάρηδες πού μένουν ὑπέρ εὐχαριστημένοι ἀπό τό μεροδούλι τους.

Μία πολύ διδακτική ἱστορία λέει ὅτι ἕνας βασιλιάς, πού ὅλα τά εἶχε ἄφθονα, ἔπεσε σέ κατάθλιψη. Τοῦ εἶπαν ὅτι, ἄν ἔβρισκε ἕναν ἄνθρωπο πού ἦταν εὐχαριστημένος μέ ὅσα εἶχε καί φοροῦσε τό ὑποκάμισό του, θά γινόταν καλά. Ἀλλά ὅσους ρώτησε, κανείς δέν ἦταν εὐχαριστημένος μέ ὅσα εἶχε. Μιά φορά πῆγε γιά κυνήγι καί νυχτώθηκε στό δάσος. Ἐπιστρέφοντας εἶδε σέ ἕνα χαμόσπιτο ἕναν ὑλοτόμο πού μόλις εἶχε τελειώσει τό λιτό φαγητό του καί τόν ἄκουσε νά λέει: «Δόξα σοι ὁ Θεός! Καλά πέρασα τήν ἡμέρα μου. Καλά ἐργάστηκα. Καλά ἔφαγα. Θά κοιμηθῶ τώρα. Τί μοῦ λείπει;»

«Αὐτός εἶναι εὐχαριστημένος μέ ὅσα ἔχει», μονολόγησε ὁ βασιλιάς. «Θά πάω νά φορέσω τό ὑποκάμισό του». Ἀλλά ὁ ὑλοτόμος ἦταν τόσο φτωχός, πού δέν φοροῦσε ὑποκάμισο. Καί ὅμως· ἦταν ὑπέρ εὐχαριστημένος μέ ὅσα εἶχε καί δόξαζε τόν ἅγιο Θεό!

Κι ἐμεῖς νά διώξουμε τήν γκρίνια καί τά παράπονα, νά εἴμαστε εἰρηνικοί καί εὐγνώμονες στόν ἅγιο Θεό γιά ὅσα ἀγαθά μᾶς ἐπιδαψιλεύει, νά τρῶμε γλυκό ψωμί στό σπίτι μας, νά ἀπολαμβάνουμε τά δῶρα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού μέ τόν ἱδρώτα τοῦ προσώπου μας καί μέ τήν τίμια ἐργασία μας ἀποκτοῦμε. Καί ὄχι μόνο οἱ ἴδιοι νά χαιρόμαστε τή ζωή μας, ἀλλά νά βοηθοῦμε καί ἄλλους συνανθρώπους μας πού στεροῦνται τά ἀναγκαῖα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ (προσευχή)

Κύριε, «σύνταξόν μοι τά δέοντα καί τά αὐτάρκη» (Παρ. 24 [Μασ. λ΄ 8]). Χάριζε μου τά ἀπαραίτητα, ὅσα θά μοῦ φθάνουν νά ζῶ μέ ἀξιοπρέπεια. Ἀξίωσέ με νά ζῶ μέ εὐσέβεια, νά μένω εὐχαριστημένος καί μέ τά πολλά καί μέ τά λίγα, ὅσα ἡ ἀγαθότητά Σου θά μοῦ χαρίζει, καί νά δοξάζω τό ὑπερένδοξο καί ὑπερύμνητο Ὄνομά Σου. Ἀμήν.

ΣΥΝΘΗΜΑ
«Ἔχοντες δέ διατροφάς καί σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα»
(Α΄ Τιμ. ς΄ 8)

Τό ἑπόμενο θέμα μας θά εἶναι ἀπό τό ἄρθρο «Ἀντί νά πτοηθοῦμε, κρατυνόμαστε», «Ο ΣΩΤΗΡ», τεῦχ. 2259/15.2.22/σελ. 79-80.