Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΘΩΝ
Φθάσαμε κι ἐφέτος στά πρόθυρα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Θά δοῦμε καί πάλι τόν Κύριο νά συλλαμβάνεται στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, νά ὁδηγεῖται στούς ἀρχιερεῖς, στόν Πιλάτο καί τόν Ἡρώδη, νά ἐμπαίζεται, νά μαστιγώνεται καί νά ὑψώνεται στόν Σταυρό τοῦ φρικτοῦ Γολγοθᾶ. Οἱ ἱερές Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος θά μᾶς βοηθήσουν νά ζήσουμε συγκλονισμένοι τίς μεγάλες ἐκεῖνες ὧρες τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου. Μία πτυχή τῶν ἀχράντων Παθῶν τοῦ Σωτῆρος μας θά μελετήσουμε στήν παρούσα συμμελέτη μας, ἐν ὄψει τῶν ἁγίων ἡμερῶν τῆς Μ. Ἑβδομάδος.
Μελέτη περικοπῆς: Ματθ. κς΄ 47-56.
1. Εἶχε τελειώσει πλέον ἡ ἐναγώνια προσευχή τοῦ Κυρίου στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καί ὁ Ἰησοῦς ἤρεμος προχωρεῖ πρός τό Πάθος. Οἱ ἀπεσταλμένοι τῶν ὁρκισμένων ἐχθρῶν Του μέ ἐπικεφαλῆς τους ἕναν ἀπό τούς δώδεκα Μαθητές Του, τόν Ἰσκαριώτη Ἰούδα, εἰσβάλλουν στόν κῆπο γιά νά Τόν συλλάβουν.
Νά προσέξουμε κατ’ ἀρχήν πῶς χαρακτηρίζει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής τόν προδότη. Γιατί προσθέτει τίς λέξεις «εἷς ἐκ τῶν δώδεκα»; Τίποτε δέν εἶναι τυχαῖο στήν Ἁγία Γραφή. Μέ τόν χαρακτηρισμό αὐτό «θέλει νά τονίσῃ τό κατάντημα τοῦ μαθητοῦ. Εἰς τόν στενόν κύκλον τῶν δώδεκα μαθητῶν του τόν εἶχε συμπεριλάβει ὁ Ἰησοῦς. Καί ἤκουε καί ἐκεῖνος τά ὅσα ὁ Διδάσκαλος κατ’ ἰδίαν ἐνεπιστεύετο εἰς τούς μαθητάς του. Ἀπελάμβανε τῶν ἰδιαιτέρων δωρεῶν τῆς ἀγάπης καί προστασίας του. Ἀπεστέλλετο καί ἐκεῖνος μαζί μέ τούς ἄλλους μαθητάς νά κηρύξῃ τό Εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας. Καί μόλις πρό ὀλίγων ὡρῶν εὑρίσκετο μαζί μέ τόν Διδάσκαλον εἰς τό ὑπερῶον τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπου ὁ Κύριος παρέδωκεν τό μέγα μυστήριον εἰς τούς μαθητάς του. Καί ὅμως τώρα εὑρίσκεται ὄχι ἁπλῶς χωρισμένος ἀπό τόν Διδάσκαλον καί ἀπομακρυσμένος ἀπ’ Αὐτοῦ, ἀλλά καί ἐπί κεφαλῆς ἐκείνων πού ἦλθαν νά τόν συλλάβουν. Θλιβερόν πράγματι τό φαινόμενον. Καί ἐν τῇ θλιβερότητί του ἐξόχως διδακτικόν. Κανένα ἀξίωμα καί καμμία προνομιοῦχος θέσις κοντά εἰς τόν Ἰησοῦν δέν μᾶς ἐξασφαλίζει τήν σωτηρίαν, ἐάν δέν προσέξωμεν. Εἶναι δυνατόν κανείς καί μέ τά ἱερώτερα νά ἀσχολῆται, καί ἀπό τούς ἀνθρώπους νά ἐγκωμιάζεται καί νά θαυμάζεται ἀκόμη, καί ὅμως νά πέσῃ πολύ χαμηλά» (Ἀρχιμ. π. Γεωργίου Δημοπούλου, «Τά Πάθη τά σεπτά», ἔκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1980, σελ. 64).
Μόνο ἡ ταπεινή ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό μᾶς σώζει. Μήπως εἶναι λίγοι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι γιά κάποιο πάθος τους ἤ γιά μιά κοσμική ἀνάδειξη, γιά χρήματα κ.λπ. προδίδουν καί σήμερα τόν Χριστό;
2. Ἄς ἔλθουμε καί στό φρικτό προδοτικό φίλημα. Ὁ ἀσπασμός, ἡ ἐκδήλωση αὐτή τῆς φιλίας καί τῆς ἀγάπης, ἔγινε τή στιγμή ἐκείνη σύμβολο (σημάδι) τῆς ὁλοκληρώσεως τῆς προδοσίας. «Οὐδέν ἐξ ὅσων ἐλέχθησαν περί τοῦ Ἰούδα διήγειρε τοσοῦτον τόν ἀποτροπιασμόν τῆς χριστιανωσύνης, ὅσον τό συμβάν τοῦ ἀναλγήτως προδοτικοῦ τούτου φιλήματος» ( Ὑπόμν. Π. Ν. Τρεμπέλα).
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, γεμάτος μέ πόνο ψυχῆς γιά τό κατάντημα τοῦ Ἰούδα, γράφει: «Βαβαί (=πώ! πώ! ἀλίμονο), πόσην ἐδέξατο πονηρίαν ἡ τοῦ προδότου ψυχή; Ποίοις γάρ ὀφθαλμοῖς ἑώρα τότε εἰς τόν διδάσκαλον; Ποίῳ στόματι ἐφίλει; Ὤ τῆς μιαρᾶς γνώμης! Τί ἐβουλεύσατο; Τί ἐτόλμησε; Ποῖον σύμβολον ἔδωκε τῆς προδοσίας;» (ΕΠΕ 12, 230).
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σχολιάζοντας τό τροπάριο τῆς Μεγάλης Τρίτης (Τετάρτης) «Ὤ πηρωτικῆς φιλαργυρίας…», σημειώνει γιά τόν Ἰούδα: «Ὦ ἀπάνθρωπε Ἰούδα καί ἄφιλε, φεῦ καί ἀλλοίμονον εἰς ἐσέ! ἕνεκεν τῆς τυφλωτικῆς σου φιλαργυρίας, ἥτις ἐτύφλωσε τούς νοητούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς σου. Ὅθεν… ἐλησμόνησες, ἄθλιε, τά σωτηριωδέστατα λόγια τοῦ Διδασκάλου σου Χριστοῦ… Φεῖσαι, Κύριε, τῶν ψυχῶν ἡμῶν! Καί μή ἴδοιμεν ἄλλην τοιαύτην ἀπανθρωπίαν, ἥν ὁ ἀθλιώτατος Ἰούδας ἐνόσησε!» (« Ἑορτοδρόμιον» ἁγίου Νικοδήμου).
3. Πῶς ἀντιμετώπισε τόν Ἰούδα τήν ὥρα ἐκείνη ὁ Κύριος; Τί αἰσθάνθηκε ἄραγε ἡ ἁγία ψυχή Του; Πόνο βαθύ ἀσφαλῶς καί πικρία γιά τό κατάντημά του. Θά μποροῦσε νά τόν καταρασθεῖ ἤ νά τόν τιμωρήσει π.χ. μέ ἀποπληξία, ὅταν τόλμησε νά ἀγγίξει τά ἁμαρτωλά χείλη του στό πρόσωπό Του. Τοῦ μίλησε ἐπιτιμητικά καί ἐλεγκτικά; Ὄχι· ἀντίθετα μέ ἠρεμία, μέ ἀγάπη, μέ αὐτοκυριαρχία καί πραότητα. Ὁ λόγος Του ἦταν «κατ’ ἐξοχήν σεμνός καί συνεσταλμένος καί ἔπρεπε νά δημιουργήσῃ πολλήν ἐντροπήν εἰς τόν ἀχάριστον μαθητήν. Ἦτο λόγος ἱκανός νά μαλάξῃ καί νά μαλακώσῃ καί τήν πλέον σκληράν λιθίνην καρδίαν» («Τά Πάθη τά σεπτά», σελ. 73). «Ὁ δέ παράνομος Ἰούδας οὐκ ἠβουλήθη συνιέναι», ὅπως λέει ἕνας ὕμνος. Εἶχε κυριευθεῖ ἀπό τή χρυσομανία, ἀπό τό πάθος τῆς φιλαργυρίας, καί κατάντησε ἄφρονας. Αὐτό συμβαίνει συνήθως, ὅταν κυριευθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό κάποιο ἀπολέμητο πάθος. Τά ἄλογα πάθη κυριαρχοῦν στήν ψυχή, σκοτίζουν τό λογικό καί ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο σέ ἄλογες καί ἀσύνετες ἐνέργειες.
4. Πῶς ἀντέδρασαν οἱ ἄλλοι Μαθητές; Κινήθηκε δυναμικά ὁ πιό θερμόαιμος, ὁ Πέτρος. (Τόν κατονομάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής, ὁ ὁποῖος ἔγραψε τό Εὐαγγέλιό του μετά ἀπό τόν μαρτυρικό θάνατο τοῦ ἀποστόλου Πέτρου καί ἀφοῦ εἶχε ἐκλείψει πλέον ὁ κίνδυνος ἐκδικήσεως εἰς βάρος του ἐκ μέρους τῶν φανατικῶν Ἰουδαίων). Ἔβγαλε τό μαχαίρι του καί ἔκοψε τό αὐτί ἑνός ἀπό τούς δούλους τοῦ ἀρχιερέως, πιθανόν αὐτοῦ ὁ ὁποῖος πρῶτος ὅρμησε νά συλλάβει τόν Ἰησοῦ.
Πῶς κρίνετε τήν πράξη αὐτή τοῦ Πέτρου; «Ἡ πρᾶξις του αὐτή καίτοι ἦτο πρᾶξις τόλμης καί ἀνδρείας καί ἀγάπης πολλῆς, ἦτο ὅμως καί πρᾶξις ἐξόχως ἐπικίνδυνος καί ἐστερημένη συνέσεως» («Τά Πάθη τά σεπτά», σελ. 91). Δέν ἦταν θεοκίνητος ὁ ζῆλος τοῦ Πέτρου τή στιγμή ἐκείνη. Θά μποροῦσε νά γίνει συμπλοκή καί οἱ ὁπλισμένοι δοῦλοι τῶν ἀρχιερέων καί οἱ στρατιῶτες νά θανατώσουν ἤ νά τραυματίσουν ἐπί τόπου τόν Κύριο καί τούς Μαθητές. Θά χαρακτηρίζονταν ἐπίσης οἱ Μαθητές ὡς ἐπαναστάτες, κατά τῶν νόμων πού ἐπικρατοῦσαν, καί θά συλλαμβάνονταν καί αὐτοί μέ ἀπρόβλεπτες συνέπειες. Τί διδάσκει αὐτό; Ὅτι χρειάζεται πολλή προσοχή καί σύνεση στίς τυχόν ἐνέργειές μας, προκειμένου νά ὑπερασπισθοῦμε τήν πίστη μας καί νά ἐκδηλώσουμε τήν ἀγάπη μας πρός τόν Κύριο. Ἡ εἰλικρινής ἀγάπη μας πρός Αὐτόν πρέπει νά συμβαδίζει μέ τή σύνεση καί τήν αὐτοκυριαρχία. Εἶναι πιθανόν νά προέλθει μεγάλη ζημιά καί συμφορά ἐξαιτίας ἄστοχης τυχόν συμπεριφορᾶς μας. Χρειάζεται φωτισμός Θεοῦ.
5. Ἄς προσέξουμε καλύτερα στή συνέχεια τά λόγια τοῦ Κυρίου πρός τόν Πέτρο καί πρός τούς ὄχλους. Τί φαίνεται ἀπό τά λόγια αὐτά; Ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ἤδη ἀποφασισμένος νά θανατωθεῖ, ὑπάκουος τελείως πρός τό θέλημα τοῦ οὐράνιου Πατέρα Του. Ἀφοῦ ἔκλεισε τήν προσευχή του μέ τή φράση «γενηθήτω τό θέλημά σου», ὑποτάσσοντας δηλαδή τό δικό Του θέλημα τελείως στό θέλημα τοῦ Πατέρα Του, προχωρεῖ ἤρεμος καί γαλήνιος πρός τό Πάθος. Καί «δέν θέλει οὐδεμίαν βοήθειαν κατά τῆς ἐπ’ αὐτοῦ ἀσκουμένης ἤδη βίας. Ἠδύνατο νά ζητήσῃ καί ἦτο βέβαιος ὅτι θά τήν ἐλάμβανεν, ἀκαταγώνιστον δύναμιν ἐξ οὐρανοῦ. Γνωρίζει ὅμως ὅτι τό ποτήριον τοῦ παθήματος πρέπει νά τό πίῃ καί ὅτι ἡ πρός τοῦτο ὥρα ἦλθε καί δέν θά ζητήσῃ πλέον, ἵνα τό ποτήριον παρέλθῃ ἀπ’ αὐτοῦ» ( Ὑπόμνημα Π. Ν. Τρεμπέλα). Βαδίζει πρός τό Πάθος, γιά νά κατανικήσει μόνος Του τόν Σατανᾶ.
Μέ τά ὅσα εἶπε καί πρός τούς ὄχλους γίνεται φανερό ὅτι τό Πάθος Του ἦταν ἑκούσιο; Μάλιστα· σάν νά ἔλεγε: «Ὅλη αὐτή ἡ ἐκστρατεία ἡ νυκτερινή τί ἐχρειάζετο; Τόσος ὄχλος, ὡπλισμένος μέ μαχαίρια καί ὅπλα, νά ἐκστρατεύσῃ κατά τήν προχωρημένην αὐτήν ὥραν τῆς νυκτός… ποῖον σκοπόν ἐξυπηρετεῖ; Διά τούς ληστάς πού εἶναι ἐπικίνδυνοι καί προβάλλουν ἀντίστασιν καί ἐπιχειροῦν νά διαφύγουν χρειάζονται ὅλα αὐτά. Ἐγώ οὐδέποτε προέβαλα τήν παραμικράν ἀντίστασιν. Καθημερινῶς εἰς τόπους δημοσίους εὑρισκόμην, εἰς τόν Ναόν τοῦ Σολομῶντος, ὅπου συγκεντρώνεται πλῆθος πολύ ὅλας τάς ὥρας τῆς ἡμέρας…». Καί «μή φαντασθῆτε ὅτι αὐτήν τήν ὥραν κάμνετε ἐπίδειξιν δυνάμεως. Ἦτο ἀδύνατον νά μέ συλλάβετε, ἐάν αὐτό δέν ἦτο τό σχέδιον, τό ὁποῖον ἔχει ὁ Πατήρ μου καί τό ὁποῖον προεφήτευσαν οἱ Προφῆται. Τό θέλει ὁ Πατήρ, τό θέλω καί ἐγώ. Δι’ αὐτό παραδίδομαι εἰς τά χέρια σας. Πρέπει νά θανατωθῶ, διότι αὐτό ἀπαιτεῖ ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων» («Τά Πάθη τά σεπτά», σελ. 99-102).
Ἡ ὥρα αὐτή ἦταν προκαθορισμένη ἀπό τόν Πατέρα Του. Ἐνῶ εἶχαν ἐπιχειρήσει καί ἄλλοτε νά Τόν θανατώσουν, δέν τό πέτυχαν, διότι δέν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα τῆς θυσίας Του (βλ. Λουκ. δ΄ 28-30, Ἰω. η΄ 56-59).
Τί μποροῦμε νά διδαχθοῦμε ἀπό τή μεγαλειώδη στάση τοῦ Κυρίου κατά τήν ὥρα τῆς συλλήψεώς Του; Νά μάθουμε νά διακρίνουμε στή ζωή μας ποιό εἶναι «τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ἀγαθόν καί εὐάρεστον καί τέλειον» (Ρωμ. ιβ΄ 2) σέ κάθε περίσταση, καί νά παραδινόμαστε σ’ αὐτό, ὅσο δύσκολο κι ἄν παρουσιάζεται κάποτε. Ἡ ἀνεπιφύλακτη ὑπακοή στό θεῖο θέλημα ἑλκύει τή Χάρι τοῦ οὐρανοῦ καί παραμένει ἡ ψυχή ἤρεμη, μέ τή βεβαιότητα ὅτι πλούσια θά ἐκχυθεῖ ἡ θεία εὐλογία, ὡς ἐπιβράβευση τῆς ὑπακοῆς καί τῆς ἀπόλυτης ἐξαρτήσεως ἀπό τό πάνσοφο καί ἀνεξιχνίαστο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τόν καθένα μας.
6. Ἡ περικοπή μας κλείνει μέ τήν ἐγκατάλειψη τοῦ Κυρίου ἀπό τούς Μαθητές Του. Γιατί τόν ἐγκατέλειψαν; Δέν εἶχαν λάβει ἀκόμη τήν παντοδύναμη Χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος, γι’ αὐτό φοβήθηκαν γιά τή ζωή τους. Μετά τήν Πεντηκοστή ὅμως κήρυτταν ἀτρόμητοι γιά τόν Χριστό καί θυσιάσθηκαν γι’ Αὐτόν. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι μόνοι μας, χωρίς τή βοήθεια τῆς Θείας Χάριτος, εἴμαστε πολύ ἀδύναμοι. Χρειαζόμαστε τή θεία ἐνίσχυση, γιά νά ἀντιμετωπίσουμε κάθε πειρασμό.
Ἀφοῦ ἔφυγαν φοβισμένοι οἱ Μαθητές, «ὁ Κύριος μένει μόνος. Μόνος ἐν μέσῳ τοῦ ἀτάκτου καί ἐξηγριωμένου στίφους τῶν ὑπηρετῶν. Προδομένος ἀπό τόν ἀχάριστον μαθητήν εὑρίσκεται εἰς τά χέρια τῶν ἐχθρῶν του. Καί πορεύεται πρός τόν Σταυρόν διά τήν σωτηρίαν μας» («Τά Πάθη τά σεπτά», σελ. 103).
Ἄς διδαχθοῦμε ἀρνητικά ἀπό τό παράδειγμα τῶν Μαθητῶν καί θετικά ἀπό τό τέλειο παράδειγμα τοῦ πάσχοντος Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς. Καί ἄς Τόν εὐγνωμονοῦμε ἰσόβια καί ἔμπρακτα γιά τήν ὕψιστη θυσία Του.
ΣΥΝΘΗΜΑ: Ἄς συμπορευθοῦμε μέ τόν «ἐρχόμενον πρός τό ἑκούσιον Πάθος» Κύριο.