1. «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Ἐφέτος, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θά συμμελετήσουμε τήν «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία» τοῦ Κυρίου. Ὅπως θά τό διαπιστώσουμε, ἡ ὁμιλία αὐτή ἔχει ὑπέροχα νοήματα καί διδάγματα. Ἀποτελεῖ σύν­οψη τῆς ἠθικῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καί κατά κάποιον τρόπο, τόν καταστατικό χάρτη τῆς χριστιανικῆς πνευματικότητας. Ὅπως σημειώνει ὁ ἀείμνηστος Π. Ν. Τρεμπέλας στό Ὑπόμνημα, «ἡ διδασκαλία ἐν τῇ ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλίᾳ δέν εἶναι στοιχειώδης τις, ἀλλ᾿ ἀφορᾷ εἰς μαθητάς προωδευμένους ἤδη, οἵτινες ἔτυχον προηγουμένως ἱκανῆς διδασκαλίας».

Ὑπάρχουν δύο παρόμοιες ὁμιλίες μέ λίγες διαφορές. Τή μία τήν ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ματθαῖος καί τήν ἄλλη ὁ ἅγιος Λουκᾶς (κεφ. ς´ 17-49). Οἱ Ἑρμηνευτές διχάζονται ὡς πρός τό ἐάν εἶναι δύο διαφορετικές ὁμιλίες πού ἔγιναν σέ διαφορετικά ἀκροατήρια ἤ ἐάν πρόκειται γιά μία καί τήν ἴδια. Ἐμεῖς στή συμμελέτη μας θά ἀκολουθήσουμε τόν ἅγιο Ματθαῖο. Βασικά βοηθήματα θά ἔχουμε τό Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο τοῦ ἀειμνήστου Π. Ν. Τρεμπέλα, τό βιβλίο τοῦ ἀειμνήστου π. Σεραφείμ Παπακώστα «Ἡ ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου» καί τά ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Μελέτη περικοπῆς· Ματθ. ε´ 1-3.

1. Τό ὄρος ὅπου ἐκφωνήθηκε αὐτή ἡ ὁμιλία δέν κατονομάζεται. Πιθανῶς νά ἦταν κάποιος λόφος ἤ ὀροπέδιο κοντά στή θάλασσα τῆς Τιβεριάδος. Ὁ Κύριος ἀκολουθεῖ τή συνήθεια τῶν διδασκάλων τῆς ἀρχαίας Ἀνατολῆς, οἱ ὁποῖοι δίδασκαν τούς μαθητές τους καθισμένοι. Ἐδῶ μᾶς δίνεται καί ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα τῆς οἰκειότητος τοῦ Κυρίου μέ τούς άκροατές Του. Ἀπό τή λέξη «μακάριος» πού προτάσσεται σέ κάθε στίχο, ὀνομάζεται ἡ ἑνότητα αὐτή (στίχ. 3-12) «Μακαρισμοί».

Ἄς δοῦμε ἀρχικά τί σημαίνει ἡ λέξη «μακάριος». Στό Ὑπόμνημα σημειώνεται ὅτι ἡ λέξη αὐτή προέρχεται ἀπό τή λέξη «μᾶκος» πού σημαίνει «μῆκος», «μάκρος», ἡ δέ λέξη «μάκαρ» σημαίνει «μακρός». Ἑπομένως τό «μακάριος» σημαίνει «τόν μεγάλο καί πολύ» καί στή συνέχεια «τόν ἐπίσημο καί ἰσχυρό» καί κατ᾿ ἐπέκταση «τόν εὐδαίμονα, τόν εὐτυχισμένο, τόν καλότυχο». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, γράφει ὅτι ἡ μακαριότητα περιλαμβάνει ὡς λέξη ὅλα τά ἀγαθά. Καί προσθέτει ὁ ἴδιος ὅτι «εἶναι ἄρρητον καὶ ἀκατανόητον ἀγαθόν… ἡ πηγή πάσης ἀγαθότητος… ἡ ἀΐδιος εὐφροσύνη».

Ὁ Κύριος λοιπόν χρησιμοποιεῖ ἐδῶ τή λέξη μέ τήν ἔννοια τῆς εὐτυχίας. Λέγοντας μακάριος, ἐννοεῖ εὐτυχισμένος, καλότυχος.

Ἄραγε χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος τή λέξη «μακάριος» ὅπως ὁ κόσμος; Ἀσφαλῶς ὄχι! Ἄλλα εἶναι τά κριτήρια τοῦ κόσμου. Ποιόν θεωρεῖ ὁ κόσμος μακάριο, καλότυχο καί εὐτυχισμένο; Τόν πλούσιο, τόν ἐπιτυχημένο στή ζωή καί καταξιωμένο κοινωνικά, τόν ἄνθρωπο πού προβάλλεται καί ἐπαινεῖται ἀπό τούς ἄλλους. Τά κοσμικά κριτήρια εἶναι ἐντελῶς ἐπιφανειακά καί ἐξωτερικά. Ἀντιθέτως ὁ Κύριος μακαρίζει, ὅπως θά δοῦμε, τούς ἐνάρετους, τούς ὁποίους παραθεωρεῖ καί περιφρονεῖ κάποτε ὁ κόσμος.

2. Ποιούς λοιπόν μακαρίζει πρώτους-πρώτους ὁ Κύριος; Τούς «πτωχούς τῷ πνεύματι». Ποιοί εἶναι αὐτοί; Μήπως οἱ ἀνόητοι καί καθυστερημένοι διανοητικά; Τί γράφει ἡ ἑρμηνεία; «Πτωχοί τῷ πνεύματι» «εἶναι ἐκεῖνοι πού ταπεινῶς συναισθάνονται τήν πνευματικήν πτωχείαν των καί τήν ἐξάρτησίν των ἀπό τόν Θεόν». «Οἱ ταπεινοί καί συντετριμμένοι τήν διάνοιαν» (ἱερός Χρυσόστομος). Καί γιατί δέν εἶπε «μακάριοι οἱ ταπεινοί», ἀλλ᾿ «οἱ πτωχοί»; ρωτᾶ ὁ ἴδιος Πατήρ. Τί μποροῦμε νά ἀπαντήσουμε ἐμεῖς; Διότι ἡ ταπείνωση εἶναι καρπός τῆς συναισθήσεως τῆς πνευματικῆς πτωχείας μας. Ἡ συναίσθηση εἶναι ἡ προϋπόθεση καί ρίζα. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀπαντᾶ: «ὅτι τοῦτο (=ἡ συναίσθηση τῆς πτωχείας μας) ἐκείνου (=τῆς ταπεινοφροσύνης) πλέον» (ΕΠΕ 9, 464). Συμφωνοῦμε μέ τήν ἀπάντησή του; (Ἄς ποῦν τίς σκέψεις τους τά μέλη μας).

Πῶς γεννᾶται ἄραγε μέσα μας, καί πῶς καλλιεργεῖται καί ἀναπτύσσεται αὐτή ἡ συναίσθηση τῆς πνευματικῆς πτωχείας μας; Μέ τόν αὐτοέλεγχο καί τήν αὐτογνωσία. Ὅταν ἐξετάζουμε μέ σοβαρότητα τίς δυνάμεις μας, σωματικές καί διανοητικές, διαπιστώνουμε ὅτι εἴμαστε πολύ πτωχοί συγκρινόμενοι μέ τήν παντοδυναμία καί πανσοφία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί ὅταν συγκρίνουμε τόν ἑαυτό μας μέ τίς δυνάμεις καί τά στοιχεῖα τῆς φύσεως, ἤ καί μέ ἄλλους ἀνθρώπους προικισμένους μέ ἐξαίρετα διανοητικά καί ἄλλα προσόντα. Ἡ πτωχεία μας ὅμως εἶναι ὁλοφάνερη, ὅταν συγκρίνουμε τίς τυχόν ἀρετές μας μέ τήν τέλεια παναγιότητα τοῦ Θεοῦ. Ἡ αὐτοεξέταση καί ἡ σύγκριση αὐτή θά ἀποδείξει πόσο ἐλλιπεῖς καί ἀτελεῖς εἶναι οἱ ἀρετές μας. Καί θά μᾶς ὁδηγήσει μέ συντριβή στό ταπεινό φρόνημα καί στήν καταφυγή σ᾿ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος μπορεῖ μέ τή Χάρι Του νά ἀναπληρώσει τίς ἐλλείψεις μας. Καί ἄν ἀκόμη εἴμαστε σπουδαῖοι καί ἱκανοί κατά κόσμον, πρέπει νά ταπεινοφρονοῦμε, διότι ὅ,τι καί ἄν ἔχουμε εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ (βλ. Σ. Σειρ. γ´ 18, Α´ Κορ. δ´ 7).

Ἡ ταπείνωση ἑπομένως «εἶναι τό ὀρθόν φρόνημα περί τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ἀναγνώρισις τῆς ἀληθινῆς μας καταστάσεως» (π. Σεραφείμ). Ἡ δέ «πτωχεία τοῦ πνεύματος» εἶναι «ἑκούσιος ταπεινοφροσύνη», λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης (ΕΠΕ 8, 132), ὁ ὁποῖος ἔγραψε ὑπέροχους λόγους στούς Μακαρισμούς.

3. Γιατί ἄραγε ἄρχισε ὁ Κύριος τήν ὁμιλία Του ἀπό αὐτόν τόν Μακαρισμό; Διότι ἡ ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ βάση καί τό θεμέλιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς: «Θεμέλιός ἐστι τῆς καθ᾿ ἡμᾶς φιλοσοφίας», λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος (ΡG 51, 312). Ἡ ταπείνωση, προσθέτει ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, «τροφός ὑπάρχει τῶν ἀρετῶν… καί ἀρχή καί τέλος» (ΡG 97, 1256). Ἀπό αὐτήν ξεκινοῦν καί σ᾿ αὐτήν καταλήγουν ὅλες οἱ ἀρετές. Εἶναι «γεννητική καί συν­εκτική ἁπάσης ἀρετῆς», συμπληρώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (ΕΠΕ 8, 410).

Γιατί εἶναι αἰτία ὅλων τῶν ἄλλων ἀρετῶν ἡ ταπεινοφροσύνη; Διότι ἑλκύει τή Χάρι τοῦ Θεοῦ, χωρίς τήν ὁποία δέν ὑπάρχει οὔτε ἀρετή οὔτε κάποια πρόοδος στήν πνευματική ζωή (βλ. Ἡσ. ξς´ 2, Ἰω. ιε´ 5, Ἰακ. δ´ 6).

Σκέπτεσθε ὁρισμένες ἀρετές πού σχετίζονται μέ τήν ταπείνωση καί ὀφείλονται σ᾿ αὐτήν; Ἡ μετριοφροσύνη, ἡ ἀληθινή εὐγένεια, ἡ καταδεκτικότητα πρός τούς ἄλλους, ἡ ἀγάπη, ἡ ἀναγνώριση τῆς ἀξίας καί προσφορᾶς τοῦ ἄλλου, ἡ πρόθυμη ἐξυπηρέτηση τῶν ἄλλων, ἡ αὐταπάρνηση καί αὐτοθυσία κλπ.

4. Ποιά ἡ ἀμοιβή τῆς ταπεινοφροσύνης; Τί λέει στόν πρῶτο Μακαρισμό ὁ Κύριος; «Ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι στούς ὑπολοίπους Μακαρισμούς ἡ ἀμοιβή ἐκφέρεται σέ χρόνο μέλλοντα: «παρακληθήσονται», «χορτασθήσονται» «ἐλεηθήσονται» κλπ. Ἐνῶ στόν Μακαρισμό τῶν ταπεινοφρόνων ἔχουμε χρόνο ἐνεστώτα. Ἀπό τώρα δηλαδή ζεῖ τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὁ ταπεινόφρων ἄνθρωπος. Πῶς τό ἀντιλαμβάνεσθε τοῦτο; Ἀπολαμβάνει καί ἀπό τόν παρόντα κόσμο τά ἀγαθά τῆς οὐράνιας Βασιλείας ὁ ταπεινόφρων; Προγεύεται τή χαρά καί εὐτυχία πού τόν περιμένει στούς οὐρανούς; Μάλιστα. Πρωτίστως παραμένει πάντοτε εἰρηνικός. Δέν ταράζεται, ἔστω καί ἐάν τόν ὑποτιμοῦν καί τόν παραθεωροῦν. Εἰρηνεύει μέσα του ἀλλά καί μέ τούς ἄλλους. Ἡ εἰρήνη δέ τῆς ψυχῆς θά εἶναι τό βασικό στοιχεῖο τῆς μακαριότητος τοῦ Παραδείσου. Τό ταπεινό φρόνημά του τόν βοηθεῖ ἐπίσης νά ἀγαπᾶ εἰλικρινά καί ἀνιδιοτελῶς τούς ἄλλους. Ὑπερβαίνει τόν ἑαυτό του καί στρέφεται πρός τούς ἄλλους, τούς ὁποίους βλέπει ὡς ἀδελφούς του. Καί προγεύεται ἔτσι τήν εὐφροσύνη τῆς θείας Βασιλείας, ἡ ὁποία θά εἶναι προπάντων κοινωνία ἀγάπης κατά τό πρότυπο τῆς κοινωνίας τῆς ἀγάπης τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος μεταξύ τους.

5. Εἶναι μεγάλη ἡ ἀμοιβή πού ἀναμένει τόν ταπεινόφρονα στούς οὐρανούς; Ἡ μεγαλύτερη ἀπό ὅλες. Τά ἀγαθά τῆς οὐράνιας Βασιλείας ὑπερβαίνουν κάθε ἔννοια. «Ἐδῶ κάθε ἀγαθόν, πού ἀπολαύει ὁ Χριστιανός, εἶναι καί ἀτελές καί προσωρινόν. Στερεῖται τῆς πληρότητος καί μονιμότητος, πού ἱκανοποιεῖ πλήρως τόν ἄνθρωπον. Ἐκεῖ ὅμως ἡ πηγή τῆς εὐτυχίας θά εἶναι ἀνεξάντλητος, αἰωνίως ὑπερεκχειλίζουσα, τελείως ἱκανοποιοῦσα τούς πόθους τῆς ψυχῆς μας» (π. Σεραφείμ). (Βλ. καί Α´ Κορ. β´ 9, Β´ Κορ. δ´ 17-18, Ἀποκ. γ´ 21, κα´ 4, κβ´ 5). Λέει γιά τά ἀγαθά τῆς οὐράνιας Βασιλείας ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Οὐκ ἔστιν ἐκεῖ… οὐ νόσος, οὐ θάνατος… οὐκ ἔστι σκότος, οὔτε νύξ· πάντα ἡμέρα, πάντα φῶς, πάντα ἄνεσις» (ΕΠΕ 24, 366). Μακάρι νά ἀξιωθοῦμε νά εἰσέλθουμε σ᾿ αὐτή τή μακαριότητα. Ὁ δρόμος πάντως πού ὁδηγεῖ σ᾿ αὐτή εἶναι βατός καί γνωστός: ἡ πτωχεία τοῦ πνεύματος.

ΣΥΝΘΗΜΑ· «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ε΄ 3).