Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Στίς δύο προηγούμενες συμμελέτες εἴδαμε πῶς διόρθωσε ὁ Κύριος τίς ἐκδηλώσεις τῶν ἀρετῶν τῆς ἐλεημοσύνης καί τῆς προσευχῆς ἀπό τήν παραποίηση, τήν ὁποία εἶχαν ἐπιφέρει σ᾿ αὐτές οἱ νομοδιδάσκαλοι τοῦ Ἰσραήλ καί οἱ ὑποκριτές Φαρισαῖοι. Μετά τά ὅσα εἶπε γιά τή θεάρεστη προσευχή ὁ Κύριος, ὑπέδειξε τόν τύπο τῆς καλῆς προσευχῆς καί παρέδωσε τή λεγόμενη «Κυριακή προσευχή», τό γνωστό μας «Πάτερ ἡμῶν». Ἐπειδή βρισκόμαστε πρίν τή ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ, παρακάμπτουμε προσωρινά τήν «Κυριακή Προσευχή», τήν ὁποία θά μελετήσουμε, σύν Θεῷ, σέ μεταπροσεχεῖς συμμελέτες μας καί θά ἀσχοληθοῦμε στήν παρούσα συμμελέτη μέ τή νηστεία, τήν ἐκδήλωση τῆς ὁποίας διόρθωσε ἐπίσης ὁ Κύριος.
Μελέτη περικοπῆς. Ματθ. ς´ 16-18.
1. Πῶς φαίνεται ἀπό τήν περικοπή μας ὅτι ὁ Κύριος ἀναγνωρίζει τόν θεσμό τῆς νηστείας καί δέν τήν καταργεῖ, ἀλλά διορθώνει τόν τρόπο τῆς τηρήσεώς της; Θεωρεῖ ὡς δεδομένη τήν ἐντολή τῆς νηστείας καί ὡς γνωστή στούς ἀκροατές του. Δέν λέει «ἐάν νηστεύητε…», ἀλλ᾿ «ὅταν νηστεύητε», τότε δηλαδή πού νηστεύετε. Ἔρχεται νά ὑποδείξει τόν τρόπο τῆς νηστείας, γιά νά εἶναι θεάρεστη καί νά ἀποβαίνει σέ ὄφελος οὐσιαστικό τῶν νηστευόντων. «Θεωρεῖ τήν νηστείαν ὡς θεσμόν καλῶς τεθειμένον. Πράγματι δέ, ἀπό τῆς ἐποχῆς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὑπῆρχεν ἡ ἐντολή τῆς νηστείας, τήν ὁποίαν τώρα ἐπικυρώνει ὁ Κύριος, δίδων εἰς αὐτήν νέον πνεῦμα καί σκοπόν» (π. Σεραφείμ).
Πῶς φαίνεται ἐπίσης ἀπό τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου ὅτι ἀναγνώριζε τόν θεσμό τῆς νηστείας; Ἀπό τό ὅτι νήστευσε καί ὁ Ἴδιος ἐπί σαράντα ἡμέρες, ἔκανε αὐστηρότατη νηστεία στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου μετά τή Βάπτισή Του ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη.
Ἄς δοῦμε ὅμως κάπως καλύτερα αὐτόν τόν θεσμό. Εἶναι ἆραγε θεόσδοτος ἤ ἐφεύρημα τῶν ἀνθρώπων ὁ θεσμός τῆς νηστείας; Εἶναι θεόσδοτος. Πότε καθορίσθηκε; Οἱ ἱεροί Πατέρες λένε ὅτι ἡ νηστεία εἶναι «συνηλικιῶτις» τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶναι ἡ ἀρχαιότερη ἀπό ὅλες τίς ἐντολές: Ἡ νηστεία, λέει ὁ Μ. Βασίλειος, εἶναι «καί νόμου πρεσβυτέρα, (ἀρχαιότερη καί ἀπό τόν Μωσαϊκό Νόμο)… ἐν τῷ Παραδείσῳ ἐνομοθετήθη… ἐπειδή οὐκ ἐνηστεύσαμεν, ἐξεπέσαμεν τοῦ Παραδείσου» (ΕΠΕ 6, 26-28). Ὁ ἱερός Χρυσόστομος γράφει μέ τόν χαρακτηριστικό του τρόπο: «Ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον ποιῶν ἐξ ἀρχῆς, εὐθέως αὐτόν ταῖς τῆς νηστείας φέρων παρακατέθετο χερσίν (=τόν παρέδωσε καί τόν ἐμπιστεύθηκε στά χέρια τῆς νηστείας), ὥσπερ φιλοστόργῳ μητρί καί ἀρίστῃ διδασκάλῳ (=σάν σέ ἄλλη φιλόστοργη μητέρα καί ἄριστη παιδαγωγό) τήν ἐκείνου σωτηρίαν ἐγχειρίζων αὐτῇ (=δίνοντας στή νηστεία τή δύναμη νά συμβάλλει στή σωτηρία του). Τό γάρ «ἀπό παντός ξύλου (=δένδρου) τοῦ παραδείσου βρώσει φαγῇ, ἀπό δέ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν οὐ φάγεσθε», νηστείας εἶδός ἐστιν» (ΕΠΕ 30, 186-188). Ἀρχαία λοιπόν ἐντολή ἡ νηστεία, αἰωνόβιος θεσμός τόν ὁποῖο ὑπολόγιζαν οἱ Ἰουδαῖοι διά μέσου τῶν αἰώνων, ὅπως φαίνεται ἀπό πολλά σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς (βλ. Β´ Βασ. ιβ´ 16, Β´ Παραλ. κ´ 3, Ψαλ. λδ´ [44] 13, Λουκ. β´ 36-37, Πραξ. ιγ´ 1-3).
Γιατί δόθηκε ἡ ἐντολή τῆς νηστείας; Σέ τί ἀπέβλεπε καί ἀποβλέπει αὐτός ὁ θεσμός; Τό εἶπαν ἤδη οἱ ἱεροί Πατέρες: Γιά τήν παιδαγωγία τῆς ψυχῆς μας. Πῶς τό ἀντιλαμβάνεσθε αὐτό; «Πρῶτον ἡ νηστεία εἶναι σπουδαῖον μέσον ἐπιβολῆς ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ μας καί κυριαρχίας ἐπί ἐπιθυμιῶν τοῦ σώματος, πού δύνανται νά ὁδηγήσουν εἰς πᾶσαν ἁμαρτίαν… Δεύτερον ἡ νηστεία εἶναι ἐπίσης σπουδαία ἄσκησις καί γυμνασία διά νά ἀποκόπτῃ ὁ Χριστιανός τό ἴδιον θέλημα, νά ταπεινώνεται, νά ὑπακούῃ, νά πειθαρχῇ εἰς ἀνωτέραν αὐθεντίαν, καί δή εἰς τόν Θεόν καί τήν Ἐκκλησίαν… Τρίτον ἡ νηστεία βοηθεῖ σπουδαίως τόν Χριστιανόν ἀφ᾿ ἑνός μέν νά ἐπιμένῃ καί προσκαρτερῇ εἰς τήν προσευχήν· διότι κάμνει τόν νοῦν καθαρώτερον καί προσεκτικώτερον… ἀφ᾿ ἐτέρου δέ βοηθεῖ εἰς τήν ἐλεημοσύνην. Ὅταν δηλαδή ἡ νηστεία δέν χρησιμοποιῆται ὡς εὐκαιρία διά πολυτελῆ καί πολυδάπανα τραπέζια, εἶναι μέσον οἰκονομίας, πού ἀφίνει ὄχι μικρά περισσεύματα… Τά περισσεύματα αὐτά (τά χρήματα πού θά ἐξοδεύοντο δι᾿ ἀρτύσιμα φαγητά) ἕνας Χριστιανός δύναται καί πρέπει νά τά διαθέτῃ δι᾿ ἐλεημοσύνας» (π. Σεραφείμ).
Ἄραγε ἡ νηστεία εἶναι αὐτοσκοπός ἤ μέσο πρός ἐπίτευξη ἄλλου σκοποῦ; Μέσο, ἀσφαλῶς. Πῶς τό καταλαβαίνετε αὐτό; Ἐάν κάποιος νηστεύει ἀπό τροφές, ἀλλά δέν προσέχει στίς αἰσθήσεις του, καί στά λόγια του, δέν τόν ὠφελεῖ ἡ νηστεία καί ἄς εἶναι ἡ πλέον αὐστηρή. «Τί τό ὄφελος νηστεύειν τῷ σώματι τήν δέ ψυχήν μυρίων κακῶν ἐμπεπλῆσθαι;», ρωτᾶ ὁ Μέγας Βασίλειος (ΕΠΕ 4, 336). Δέν εἶναι αὐτόνομη καί ἀνεξάρτητη, κατά κάποιον τρόπο, ἐντολή ἡ νηστεία. Δόθηκε πρός ἐξυπηρέτηση, ἐξυγίανση καί πρόοδο τῆς ψυχῆς καί καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος γράφει ὅτι ἡ νηστεία «καί λογισμούς πονηρούς ἀποδιώκει, καί τόν νοῦν λαμπρότερον ποιεῖ, καί καρδίαν καθαράν, καί σῶμα ἡγιασμένον» (ΒΕΠΕΣ 33, 62). Δέν μᾶς σώζει μόνη της ἡ νηστεία τῶν τροφῶν, ἐάν δέν ἔχει ὡς συνοδό της καί τή νηστεία τῶν ἁμαρτιῶν καί ἐάν δέν συμβάλλει στήν ψυχική πρόοδο καί βελτίωσή μας.
Φταίει ἄραγε σέ αὐτές τίς περιπτώσεις ἡ νηστεία; Ὄχι, διότι δέν θά νομοθετεῖτο ἀπό τόν Θεό κάτι πού θά μᾶς ἔβλαπτε. Ἀλλά τί φταίει; Ἡ παραποίηση τῆς ἐντολῆς, ἡ παρερμηνεία της καί ἡ χρησιμοποίησή της γιά ἄλλους σκοπούς. Αὐτό εἶχε γίνει μέ τίς ἑρμηνεῖες τῶν νομοδιδασκάλων τοῦ Ἰσραήλ καί μέ τήν καθημερινή τακτική τῶν ὑποκριτῶν Φαρισαίων. Καί αὐτό ἔρχεται νά διορθώσει ἐδῶ ὁ Κύριος.
2. Τί ἔκαναν οἱ Φαρισαῖοι ὅταν νήστευαν; Ἐπίδειξη τῆς νηστείας τους. «Ἀφανίζουσι τά πρόσωπα αὐτῶν…», εἶπε ὁ Κύριος. Δέν ἔπλεναν τό πρόσωπό τους, οὔτε ἀλείφονταν μέ ἔλαιο, ὅπως ἔκαναν τίς ἄλλες ἡμέρες, γιά νά ἔχει ἡ ὄψη τους κάποια ἐπίπλαστη ὠχρότητα καί νά φαίνονται ἀμέσως στούς ἄλλους ὅτι νηστεύουν. Βάδιζαν ἐπίσης στούς δρόμους ἀργά-ἀργά, γιά νά δείχνουν ὅτι ἦταν καταβεβλημένοι ἀπό τή νηστεία καί νά τούς ἐπαινοῦν οἱ ἄλλοι γιά τήν ἄσκηση καί ἐγκράτειά τους.
Νήστευαν πράγματι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί; Νήστευαν. Στεροῦσαν τόν ἑαυτό τους ἀπό τά διάφορα φαγητά πού ὅριζε ὁ Νόμος. Τούς χρησίμευε ὅμως σέ κάτι οὐσιαστικό ἡ ταλαιπωρία αὐτή; Ὄχι, μόνο γιά τήν ἐπίδειξή τους καί γιά νά τούς ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι. Τίποτε βαθύτερο. Ἦταν ἄκαρπη ἡ νηστεία τους. Ἦταν αὐτοσκοπός ἤ μᾶλλον μέσο γιά ἐξυπηρέτηση ὀλέθριου σκοποῦ. Διαστροφή τέλεια τῆς ἔννοιας τῆς ἐντολῆς τῆς νηστείας. Γι᾿ αὐτό καί δέν θά εἶχαν καμία ἀμοιβή ἀπό τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος γνώριζε τά βαθύτερα ἐλατήριά τους γιά τή νηστεία τους. Ἡ μόνη ἀμοιβή τους, ἀμοιβή πτωχή, πρόσκαιρη καί ἀνούσια, τά «εὖγε» τῶν ἀνθρώπων. Ταλαιπωροῦσαν τόν ἑαυτό τους γιά τά πτωχά «εὖγε» τῶν ἀνθρώπων καί δέν σκέφτονταν τή γνώμη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος θεωρεῖ «ἀκάθαρτον πάντα ὑψηλοκάρδιον» (Παρ. ις΄ 5).
3. Τί παραγγέλλει ὁ Κύριος γιά τή διόρθωση τῆς τραγικῆς αὐτῆς καταστάσεως ὡς πρός τή νηστεία; Τό ἀκριβῶς ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού ἔκαναν οἱ Φαρισαῖοι. Τί ἐννοεῖ ὁ Κύριος ὅταν λέει «ἄλειψαί σου τήν κεφαλήν καί τό πρόσωπόν σου νίψαι;». Στήν ἀρχαιότητα ἀλείφονταν καί περιποιοῦνταν τό πρόσωπό τους, «ὅταν ἐπρόκειτο νά μεταβῶσιν εἰς χαρμόσυνόν τι συμπόσιον». (Ὑπόμνημα Π. Ν. Τρεμπέλα). Νά παρουσιάζεσαι, μᾶς λέει, χαρούμενος, ὅταν νηστεύεις. Ἡ νηστεία δέν εἶναι ἀφορμή θλίψεως ἀλλά χαρᾶς, διότι μέ αὐτήν βοηθούμαστε στήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἡ Ἐκκλησία μας κατά τήν ἀρχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μᾶς παρακινεῖ νά ἀρχίσουμε «φαιδρῶς», μέ εὐχάριστη διάθεση τόν ἀγώνα τοῦ δρόμου τῆς νηστείας. «Τόν τῆς Νηστείας καιρόν φαιδρῶς ἀπαρξώμεθα, πρός ἀγῶνας πνευματικούς ἑαυτούς ὑποβάλλοντες· ἁγνίσωμεν τήν ψυχήν, τήν σάρκα καθάρωμεν· νηστεύσωμεν ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν ἐκ παντός πάθους…». Καί ἄλλο τροπάριο προσθέτει: «Ὁ χρόνος ὁ μακάριος τῆς νηστείας, ἀκτῖνας ἀποστίλβων τῆς μετανοίας, ἀνέτειλε· προσέλθωμεν φιλοτίμως ἐκτιναξάμενοι σκότος βαθύτατον ραθυμίας ἅπαντες ἀγαλλόμενοι».
Μήπως εἶναι καί βαθύτερο τό νόημα τῆς προτροπῆς τοῦ Κυρίου; Μάλιστα. Δέν παραγγέλλει, σημειώνει ὁ ἑρμηνευτής Ζιγαβηνός, νά ἀλειφόμαστε ὁπωσδήποτε ὅταν νηστεύουμε, διότι καί ὁ Ἴδιος δέν τό ἔκανε αὐτό «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα· ἀλλά διά τούτων ἕτερόν τι παρακινεῖ (=κάτι ἄλλο συνιστᾶ)… τό συγκαλύπτειν τήν ἀπό νηστείας στυγνότητα ἐν τῷ φαίνεσθαι φαιδρόν καί χαρίεντα» (Ὑπόμνημα Π. Ν. Τρεμπέλα). Ἐκεῖνο πού τονίζει ὁ Κύριος μέ ὅσα λέει ἐδῶ, γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι νά «σπουδάζωμεν (=νά φροντίζουμε) μετά ἀκριβείας πολλῆς κρύπτειν τό κτῆμα τοῦτο (τήν νηστείαν)» (ΕΠΕ 9, 700). Νά νηστεύουμε δηλαδή κατενώπιον Θεοῦ. Νά μᾶς ἐνδιαφέρει ὄχι τί θά ποῦν οἱ ἄνθρωποι, πού βλέπουν μόνο τήν ἐπιφάνεια, ἀλλά τί λέει ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος γνωρίζει καί τά κρύφιά μας. Διότι Ἐκεῖνος θά κρίνει τελικά τή ζωή μας.
ΣΥΝΘΗΜΑ: «Ὅταν νηστεύητε, μή γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταί σκυθρωποί» (Ματθ. ς΄ 16).