Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Ὅπως εἴδαμε στήν προηγούμενη συμμελέτη μας, ὁ Κύριος βεβαίωσε ὅτι δέν ἦλθε γιά νά καταργήσει τόν Νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλά γιά νά τόν συμπληρώσει, νά τόν τελειοποιήσει. Αὐτήν ἀκριβῶς τή συμπλήρωση καί τελειοποίηση καθεμιᾶς ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Δεκαλόγου κάνει στή συνέχεια τῆς «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλίας» Του. Στήν παρούσα συνάντησή μας θά ἀσχοληθοῦμε μέ τήν τελειοποίηση τῆς ἐντολῆς «οὐ φονεύσεις».
Μελέτη περικοπῆς· Ματθ. ε´ 21-26.
1. Ἡ παλαιά ἐντολή, τήν ὁποία εἶχαν ἀκούσει ἐπανειλημμένως οἱ ἀκροατές Του κατά τήν ἀνάγνωση τοῦ Νόμου στίς Συναγωγές τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, ἀπαγόρευε τόν φόνο γενικῶς. Ὅταν λέμε γενικῶς, ἐννοοῦμε κάθε εἴδους φόνο.
Καταργεῖται ἡ ἐντολή αὐτή, ἐπειδή εἶναι παλαιά; Ἀσφαλῶς ὄχι! Πάντοτε ὁ φόνος ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι κακό καί ὁ φονιᾶς ἔνοχος. Μπορεῖ νά ὑπάρχουν ἐλαφρυντικά τῆς ἐνοχῆς του, ἀλλ᾿ ἡ ἐνοχή παραμένει. Γιατί; Διότι ἀποκόπτει τό νῆμα τῆς ζωῆς τοῦ ἄλλου, τῆς ὁποίας κύριος ρυθμιστής εἶναι μόνο Αὐτός πού χαρίζει τή ζωή στόν ἄνθρωπο καί σέ ὅλα τά ἔμβια ὄντα. Ὁ φόνος εἶναι βίαιη ἐπέμβαση στή ζωή τοῦ συνανθρώπου προερχόμενη ἀπό ἔλλειψη ἀγάπης.
Τί κάνει λοιπόν ἐδῶ ὁ Κύριος, ὁ Νομοθέτης; Τί δείχνει τό κύρος Του; Τό «Ἐγώ δέ λέγω ὑμῖν», ἐνῶ οἱ Προφῆτες ἄρχιζαν τίς προφητεῖες τους μέ τό «Τάδε λέγει Κύριος». Ὁ Θεάνθρωπος μιλᾶ «ὡς ἐξουσίαν ἔχων, καί οὐχ ὡς οἱ Γραμματεῖς», ὅπως ἀναφέρει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Ματθαῖος (ζ´ 29) καί προχωρεῖ βαθύτερα, στή ρίζα τοῦ κακοῦ. Θέλει νά θεραπεύσει τή ρίζα, τήν ψυχή, γιά νά μήν προέλθουν ποτέ ἀπό αὐτήν οἱ πικρότατοι καρποί τῆς ἁμαρτίας, μεταξύ τῶν ὁποίων συγκαταλέγεται καί ὁ φόνος.
Ποιά εἶναι ἐν προκειμένῳ ἡ ρίζα τοῦ φόνου; Ὁ θυμός, ἡ ὀργή. Ἐδῶ ὑπονοεῖται «κάθε ἄνθρωπος πού ὀργίζεται· πού ἀφίνει νά διεγείρεται ἐλευθέρως εἰς τήν ψυχήν του ὁ θυμός καί ἡ συνοδεύουσα αὐτόν ὀργή πρός ἐκδίκησιν· πού ἐξαπολύει τήν ὀργήν, τό φονικόν τοῦτο αἴτιον, κατά τοῦ ἀδελφοῦ του — δηλαδή ἐναντίον παντός ἀνθρώπου, διότι ὅλοι ‘‘ἐξ ἑνός αἵματος’’ ἐγεννήθημεν καί ἀπό τήν αὐτήν κολυμβήθραν ἀνεγεννήθημεν καί τοῦ αὐτοῦ Πατρός τέκνα ἐγίναμεν» (π. Σεραφείμ).
Ποιά ὅμως ὀργή ἐννοεῖ ὁ Κύριος; Γιατί προσθέτει τή μικρή λέξη «εἰκῆ»; Πῶς τήν ἑρμηνεύει ὁ ἀείμνηστος Π. Ν. Τρεμπέλας; «Ἄνευ σοβαροῦ πνευματικοῦ λόγου». Ὁ Ἑρμηνευτής Ζιγαβηνός σημειώνει: «προσθείς τό εἰκῆ οὐκ ἀνεῖλε παντάπασι τήν ὀργήν, ἀλλά μόνην τήν ἄκαιρον ἐξέβαλεν» (Ὑπόμνημα Π. Ν. Τρεμπέλα). Ἡ ὀργή πού ἀπαγορεύεται εἶναι αὐτή πού προέρχεται ἀπό τόν ἐγωισμό μας, αὐτή «πού ἐκδηλώνει πεῖσμα καί ἰσχυρογνωμοσύνην, βιαιότητα καί ὁρμήν φιλόνεικον καί ἐκδικητικήν… Ὁ μέν ἔνοχος θυμός τόν ὁποῖον ἐδῶ ὁ Κύριος καταδικάζει ὡς ρίζαν τοῦ φόνου, εἶναι ἐκδήλωσις τοῦ ἐγωισμοῦ καί διεγείρεται δι᾿ ἐγωιστικούς σκοπούς καί ἀπό ἐγωιστικά ἐλατήρια· ἐνῶ ἡ ἱερά ἀγανάκτησις εἶναι ἀντίδρασις κατά τῆς ἁμαρτίας καί εἰλικρινές ἐνδιαφέρον διά τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ» (π. Σεραφείμ) (βλ. καί Μάρκ. γ´ 5, Ἰω. β´ 13-17, Πράξ. ζ´ 51-53, Ἐφ. δ´ 26).
2. Τί φανερώνει βασικά ἡ ὀργή ἐναντίον τοῦ ἄλλου; Ἔλλειψη ἀγάπης, ὕπαρξη μίσους. Ἐδῶ ἀκριβῶς ἑστιάζει τήν προσοχή τῶν ἀκροατῶν Του ὁ Κύριος. Χρησιμοποιεῖ δέ τρεῖς παραβολικές φράσεις γιά νά μᾶς βοηθήσει νά ἐννοήσουμε τή βαρύτητα καί σοβαρότητα τῆς ἀπουσίας αὐτῆς τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται μέ τήν ὀργή. Ἡ πρώτη μάλιστα εἶναι ἐκτός τῶν νομικῶν ἀπαγορεύσεων ἤ τῶν κρατικῶν νομοθεσιῶν, μέ τίς παραβάσεις τῶν ὁποίων ἀσχολοῦνται οἱ δικαστές. Ποιά ἡ πρώτη; «Ὁ ὀργιζόμενος… εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει». Αὐτόν πού ἁπλῶς ὀργίζεται, χωρίς νά προχωρεῖ σέ λόγους ἤ πράξεις ἐναντίον τοῦ ἄλλου, δέν τόν τιμωρεῖ βεβαίως ὁ ἀνθρώπινος νόμος. Ἐδῶ ὅμως ὁ Κύριος λέει ὅτι εἶναι ἔνοχος καί, ὅπως ἀναφέρει ἡ ἑρμηνεία, «διαπράττει ἔγκλημα ἀνάλογον πρός ἐκεῖνο, τό ὁποῖον ἐδικάζετο ἄλλοτε ἀπό τό τοπικόν ἑπταμελές δικαστήριον». Αὐτό σημαίνει ἡ λέξη «κρίσις». Μέ αὐτό ἐννοεῖ ὅτι «ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ὀργίζεται εἶναι ἤδη ἔνοχος ἐν τῇ πνευματικῇ τάξει» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Εἶναι ὑπόλογος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, διότι στρέφεται ἡ ψυχή του μέ διαθέσεις ἐχθρικές ἐναντίον τοῦ ἄλλου, τίς ὁποῖες γνωρίζει ὁ Καρδιογνώστης. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ πρέπει νά διατηρεῖ καί τό ἐσωτερικό του, τήν ψυχή του, ἀνέπαφη ἀπό τόν θυμό.
Ἡ δεύτερη φράση τοῦ Κυρίου ἀφορᾶ αὐτόν, ὁ ὁποῖος δέν συγκρατεῖται, δέν νικᾶ τόν θυμό του, ἀλλ᾿ ἐκφράζεται ὑποτιμητικά σέ βάρος τοῦ ἄλλου χρησιμοποιώντας τή λέξη «ρακά». Πῶς τήν ἑρμηνεύει ὁ ἀείμνηστος Π. Ν. Τρεμπέλας; «Ἀνόητε», δηλαδή «ἄμυαλε, κουφιοκέφαλε». Γιατί εἶναι βαρύτερη ἡ κατάσταση αὐτή ἀπό ὅσο ἡ πρώτη; Διότι εἶναι ἐκδήλωση ἐγωισμοῦ, ἡ ὁποία συνοδεύεται ἀπό περιφρόνηση καί ὑποτιμητική ἐκδήλωση πρός τόν ἄλλον. Γι᾿ αὐτό καί ἡ ἐνοχή του εἶναι ἀνάλογη μέ ἔγκλημα μεγαλύτερο, τό ὁποῖο ἐκδικαζόταν ἀπό ἀνώτερο Δικαστήριο, τό συνέδριο πού βρισκόταν στά Ἱεροσόλυμα καί δίκαζε βαρύτερα ἐγκλήματα.
Ποιά εἶναι ἡ τρίτη φράση τοῦ Κυρίου, πού παρουσιάζει ἀκόμη βαρύτερη μορφή ὀργῆς; Αὐτή πού ἀναφέρεται σ᾿ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζει τόν ἄλλον μέ τή λέξη «μωρέ», δηλαδή «βλάκα». Ἐδῶ πλέον ἔχουμε ὕβρη, ἡ ὁποία δέν ἀπευθύνεται πρός κάποιον, ὁ ὁποῖος πιθανῶς νά εἶναι διανοητικῶς καθυστερημένος ἤ λίγων ἱκανοτήτων ἄνθρωπος, ἀλλά στρέφεται πρός κάποιον τόν ὁποῖο βλέπει ὁ ὀργισμένος ὡς ἐχθρό του. «Εἶναι ἐκχείλισμα καρδίας γεμάτης ἀπό διαρκές μῖσος καί φθόνον… ἡ λέξις αὐτή (μωρέ) εἶναι ἀντιπροσωπευτική πάσης ἄλλης λέξεως πού ἐκχειλίζει ἀπό καρδίαν ἐστερημένην ἀγάπης» (π. Σεραφείμ). Πῶς παρουσιάζει ὁ Κύριος τήν ἐνοχή του; Ὅτι εἶναι τόσο βαριά σάν τήν ἐνοχή ἐκείνου, ὁ ὁποῖος ἁμαρτάνει ἀσύστολα καί πωρώθηκε καί κατά συνέπεια τόν ἀναμένει ἡ «γέεννα τοῦ πυρός». Ἡ φράση «γέεννα τοῦ πυρός» εἶναι μεταφορική καί σύμβολο τῆς αἰώνιας Κολάσεως. Ἡ κοιλάδα Ἐνόμ νότια τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅπου καίγονταν διαρκῶς τά ἀπορρίμματα τῆς πόλεως, τά λείμματα τῶν θυσιῶν κ.λπ., λεγόταν «γέεννα τοῦ πυρός» καί ἦταν τόπος πού συμβόλιζε τή φρίκη τοῦ πυρός τῆς Κολάσεως.
3. Πῶς διορθώνει ὁ Κύριος στή συνέχεια τή ρίζα αὐτή τοῦ φόνου, δηλαδή τήν ὀργή καί τόν θυμό; Μέ τήν προτροπή τῆς ταχείας συμφιλιώσεως μέ ὅσους τυχόν ἔχουμε ψυχρανθεῖ καί διακόψαμε τίς σχέσεις μας, διότι μᾶς ἀδίκησαν πιθανόν, μᾶς ἔβλαψαν κ.λπ. Ἡ συμφιλίωση σβήνει τό πῦρ τῆς ὀργῆς. Ἀπό τόν τρόπο μάλιστα μέ τόν ὁποῖο συνιστᾶ ὁ Κύριος αὐτή τή συμφιλίωση φαίνεται ὅτι «ἡ συνδιαλλαγή παρουσιάζεται ἐπιβαλλομένη ὑπό τῆς ἀγάπης (ἀλλά καί διά τήν) ἀποφυγήν βαρυτέρας δυστυχίας» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Εἶναι δέ ἀξιοσημείωτο τό ὅτι ὁ Κύριος προτρέπει νά σπεύσει νά συμφιλιωθεὶ αὐτός πού θά θυμήθηκε ὅτι ἔχει τυχόν ὁ ἄλλος κάτι σέ βάρος του. Αὐτό εἶναι ἀκόμη βαθύτερο καί πνευματικότερο.
Πῶς φαίνεται ἡ σημασία τῆς συμφιλιώσεως ἀπό ὅσα λέει ὁ Κύριος; Ἀπό τό ὅτι χωρίς τή συμφιλίωση, δέν γίνεται δεκτή ἀπό τόν Κύριο ἡ προσφορά τῆς λατρείας μας. Ἐάν θυμηθεῖς, λέει, τήν ὥρα πού βρίσκεσαι στόν Ναό γιά νά προσφέρεις τό δῶρο σου, ὅτι ὁ ἄλλος ἔχει κάτι σέ βάρος σου, μήν προχωρᾶς στή λατρεία (διότι αὐτή δέν γίνεται δεκτή). Ἄφησε τό δῶρο σου καί σπεῦσε νά συμφιλιωθεῖς μέ αὐτόν, μέ τόν ὁποῖο ἔχεις ψυχρανθεῖ καί κατόπιν ἔλα νά λατρεύσεις τόν Θεό. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος σχολιάζοντας τόν λόγο αὐτόν, ἀναφωνεῖ μέ θαυμασμό: «Ὤ, τῆς ἀγαθότητος! ὤ, τῆς φιλανθρωπίας τῆς ὑπερβαλλούσης! Τῆς εἰς αὐτόν καταφρονεῖ τιμῆς ὑπέρ τῆς εἰς τόν πλησίον ἀγάπης… Ἐγκοπτέσθω, φησίν, ἡ ἐμή λατρεία, ἵνα ἡ σή ἀγάπη μένῃ· ἐπεί καί τοῦτο θυσία, ἡ πρός τόν ἀδελφόν καταλλαγή» (ΕΠΕ 9, 566).
Πῶς ἐννοεῖτε τήν προτροπή γιά ταχεία συνδιαλλαγή; Ὅπως ὅταν ὑπάρχουν δύο ἀντίδικοι καί πρόκειται νά καταφύγουν στά Δικαστήρια γιά τή λύση τῆς διαφορᾶς τους, σπεύδουν συνήθως νά συμβιβασθοῦν πρίν φθάσουν στόν Δικαστή, παρόμοια καί ἐδῶ χρειάζεται σπουδή πρός συμφιλίωση, ἐφόσον ἀκόμη εἴμαστε «ἐν τῇ ὁδῷ» πρός τήν Κρίση. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι πρέπει νά τακτοποιήσουμε τίς διαφορές μας καί νά συμφιλιωθοῦμε μέ τούς τυχόν ἐχθρούς μας ὅσο ζοῦμε στόν παρόντα κόσμο. Ἐάν ἐπέλθει ἐν τῷ μεταξύ ὁ θάνατος καί φύγουμε ἀσυμφιλίωτοι, χωρίς ἔλεος πρός τούς ἄλλους, μᾶς ἀναμένει «κρίσις ἀνέλεος» (Ἰακ. β´ 13). Καί ἐπειδή εἶναι ἄγνωστη ἡ ὥρα τοῦ θανάτου, εἶναι ἐπείγουσα ἡ συμφιλίωση μέ τούς συνανθρώπους μας καί ἡ ἐξάλειψη τοῦ πάθους τῆς ὀργῆς.
ΣΥΝΘΗΜΑ: «Πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει» (Ματθ. ε΄ 22).