Μεταφορτώσεις
Θέμα για τους κυκλάρχες |
Μελετήσαμε ἤδη τό πρῶτο τμῆμα τῆς «Κυριακῆς προσευχῆς», πού ἀναφέρεται στόν Θεό καί εἴδαμε πόσο σπουδαῖα εἶναι τά μηνύματα, πού μεταδίδονται ἀπό αὐτό. Στήν παρούσα συμμελέτη θά δοῦμε τό δεύτερο τμῆμα τῆς θεοπαράδοτης αὐτῆς προσευχῆς, πού μᾶς ἀφορᾶ. Εἶναι πρακτικό καί περικλείει μεγάλα καί ὑψηλά νοήματα, πού σχετίζονται μέ τήν καθημερινή ζωή μας.
Μελέτη περικοπῆς. Ματθ. στ´ 11-15.
1. Τί ἐννοεῖ ὁ Κύριος, ὅταν λέει τόν «ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον;». Τί σημαίνει ἡ λέξη «ἄρτος»; Μόνο ἄρτο πρέπει νά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό; «Ἡ λέξις ἄρτος λέγεται γενικῶς εἰς δήλωσιν παντός ἀναγκαιοῦντος διά τήν συντήρησιν τῆς ζωῆς ἡμῶν» (Π. Ν. Τρεμπέλας).
Μήπως καί αὐτό τό αἴτημα πού ἀφορᾶ τήν ὑλική τροφή ἔχει καί πνευματικό περιεχόμενο; Ἀσφαλῶς, διότι διδάσκει ἔμμεσα τήν ὀλιγάρκεια, τό μέτρο καί τήν ἀποφυγή τῆς τρυφῆς καί τῶν σωματικῶν ἀπολαύσεων. «Σκόπει (=πρόσεξε) πῶς καί ἐν τοῖς σωματικοῖς πολύ τό πνευματικόν. Οὐδέ γάρ ὑπέρ χρημάτων, οὐδέ ὑπέρ τρυφῆς, οὐδέ ὑπέρ ἄλλου οὐδενός τῶν τοιούτων, ἀλλ᾿ ὑπέρ ἄρτου μόνον ἐκέλευσε τήν εὐχήν (=προσευχή) ποιεῖσθαι» (ἱερός Χρυσόστομος ΕΠΕ 9).
Ἡ τροφή εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή ζωή μας. Ἀντίθετα ἡ τρυφή, πού ὁδηγεῖ στήν κοιλιοδουλεία, ἀποδεικνύεται τελικά ἐχθρός τῆς ζωῆς μας, διότι ὑποσκάπτει τήν ὑγεία μας. Τό νά ἀρκεῖται κανείς στά ἀπαραίτητα εἶναι ἀρετή καί συμπεριφορά, τήν ὁποία συνιστᾶ ὁ ἀλάθητος λόγος τοῦ Θεοῦ (βλ. Γεν. κη´ 20, Παρ. κδ´ (λ´) 8, Α´ Τιμ. Ϛ´ 7-9, Ἑβρ. ιγ´ 5).
Νά προσέξουμε καί τίς λέξεις «ἡμῶν» καί «ἡμῖν» τοῦ 11ου στίχου, πού ὑπάρχουν καί στούς ἐν συνεχείᾳ στίχους. Τί σημαίνει ὁ πληθυντικός ἀριθμός; Γιατί δέν εἶπε: «Τόν ἄρτον μου… δός μοι»; Ὁ ἑνικός ἀριθμός στό αἴτημα αὐτό «εὐκόλως ἠδύνατο νά καταλήξῃ εἰς ἰδιοτέλειαν· τό δός ἡμῖν, ὅταν αἰσθάνηταί τις τοῦτο, ἀποτελεῖ ἐγγύησιν κατά τῆς φιλαυτίας» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Προσευχόμαστε ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἴμαστε μονάδες στόν κόσμο αὐτόν. Ἔχουμε καί ἀδελφούς δίπλα μας, οἱ ὁποῖοι καί αὐτοί εἶναι μέλη τοῦ ἴδιου σώματος, τοῦ μυστικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία.
Ἄς δοῦμε καί τήν ἔννοια τῆς λέξεως «ἐπιούσιον». Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύει τή λέξη «ἐπιούσιον» μέ τή λέξη «ἐφήμερον» (=καθημερινό) (ΕΠΕ 9, 676). Ὁ ἑρμηνευτής Ζιγαβηνός γράφει ὅτι «ἐπιούσιον προσηγόρευσε τόν ἐπί τῇ οὐσίᾳ καί ὑπάρξει καί συστάσει τοῦ σώματος ἐπιτήδειον» (=κατάλληλο, ἀπαραίτητο) (Ὑπ. Π. Ν. Τρεμπέλα).
Πρωτίστως βεβαίως ἡ λέξη αὐτή ἀφορᾶ τή σωματική μας διατροφή. Μήπως ὅμως ὑπάρχει καί βαθύτερο πνευματικό νόημα στή λέξη «ἐπιούσιος»; Μάλιστα, διότι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματική ὀντότητα. Καί ὅπως ἔχει ἀνάγκη τροφῆς τό σῶμα γιά τή συντήρησή του, παρόμοια ἔχει ἀνάγκη τροφῆς καί ἡ ψυχή μας. Ποιός εἶναι ὁ ἄρτος, ἡ τροφή τῆς ψυχῆς; Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ἡ Θεία Κοινωνία. Τόσο ἀπαραίτητη δέ εἶναι αὐτή ἡ τροφή, ὥστε ὁ Θεός ἀπειλεῖ μέ τιμωρία ὅτι θά ἐπιτρέψει νά συμβεῖ στέρηση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ γιά τούς ἀσεβεῖς, πράγμα πού ὁδηγεῖ στήν ψυχική ξηρασία. «Ἰδού ἡμέραι ἔρχονται… καί ἐξαποστελῶ λιμόν (πεῖναν) ἐπί τήν γῆν, οὐ λιμόν ἄρτων, οὐδέ δίψαν ὕδατος, ἀλλά λιμόν τοῦ ἀκοῦσαι τόν λόγον Κυρίου» (Ἀμώς η´ 11). Ἔχουμε ἄφθονο τό κήρυγμα τοῦ θείου λόγου τοῦ Θεοῦ προφορικά καί γραπτά καί δέν ἀντιλαμβανόμαστε ἴσως τήν ἀξία του καί τί σημαίνει γιά τήν ψυχή ἡ ἔλλειψη αὐτῆς τῆς τροφῆς. Ἄς σκεφθοῦμε τί γινόταν πρό ἐτῶν στήν γειτονική μας Ἀλβανία, ὅπου ἀπαγορευόταν ἐντελῶς ἡ διάδοση καί κυκλοφορία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Σέ ποιά κατάσταση βρίσκονταν οἱ ἄνθρωποι τό εἴδαμε ὅταν ἄνοιξαν τά σύνορα.
Ὡς πρός δέ τήν ἀναγκαιότητα τῆς τροφῆς τῆς Θείας Κοινωνίας, ἀρκοῦν οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου: «Ἀμήν ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἐάν μή φάγητε τήν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί πίητε αὐτοῦ τό αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς» (Ἰω. Ϛ´ 53). Αὐτή τήν ἀναφορά καί στήν πνευματική ἔννοια τῆς λέξεως «ἐπιούσιος» δέχεται στήν πράξη καί ἡ Ἐκκλησία μας, γι᾿ αὐτό καί καθόρισε νά ἀπαγγέλλεται στή Θεία Λειτουργία τό «Πάτερ ἡμῶν» λίγο πρίν τή θεία Μετάληψη.
Ἄς δοῦμε καί τή λέξη «δός». Τί σημαίνει; Τήν ἐξάρτηση ἀπό τήν πανάγαθη πατρική πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος εἶναι ἡ πηγή παντός ἀγαθοῦ, ὁ Τροφοδότης τοῦ σύμπαντος. «Πάντα πρός σέ προσδοκῶσι δοῦναι τήν τροφήν αὐτῶν εἰς εὔκαιρον, δόντος σου αὐτοῖς συλλέξουσιν, ἀνοίξαντός σου τήν χεῖρα τά σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος», γράφει ὁ θεόπνευστος Ψαλμωδός (Ψαλ. ργ´ [103] 27-28). Ἀπό Ἐκεῖνον ἔχουμε καί τίς σωματικές καί διανοητικές μας δυνάμεις, μέ τίς ὁποῖες ἐξασφαλίζουμε τή διατροφή μας.
Τί σημαίνει καί ἡ λέξη «σήμερον»; Πρῶτον, τήν καθημερινή ἀνανέωση τῆς σχέσεώς μας μέ τόν Θεό γιά τή ζωή μας. Καί δεύτερον, τό νά ἀποφεύγουμε «τήν ἐπικίνδυνον ἐκείνην πλεονεκτικήν τάσιν… τήν βασανιστικήν ἐκείνην μέριμναν πού δέν ἀρκεῖται εἰς τό τῆς σήμερον, ἀλλά ζητεῖ πάντοτε τά περισσότερα διά τό μέλλον» (π. Σεραφείμ). Τό σήμερα εἶναι δικό μας καί μάλιστα ὄχι ὁλόκληρο. Τό αὔριο, τό μέλλον, πρόσκαιρο καί αἰώνιο, ἀνήκουν στόν Θεό.
2. Ἄς ἔλθουμε καί στά ὑπόλοιπα θέματα τῆς προσευχῆς. Στόν 12ο στίχο ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό νά συγχωρήσει τά ἁμαρτήματά μας. Γιατί τά ὀνομάζει «ὀφειλήματα»; Ὁ ἑρμηνευτής Ζιγαβηνός γράφει ὅτι κάθε ἁμάρτημα «ποιεῖ ὑπεύθυνον τόν ἄνθρωπον, ὥσπερ καί τό χρέος» (Ὑπόμν. Π. Ν. Τρεμπέλα). Λόγῳ δέ τῶν πολλῶν ἁμαρτημάτων μας τά ὀφειλήματα, τά χρέη μας, εἶναι ὑπέρογκα. Καί ὅμως ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριος, ὁ Ὁποῖος μέ τή σταυρική θυσία τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ Του ἐξάλειψε καί ἔσχισε τό χειρόγραφο ὅπου ἦταν τά χρέη τῶν ἁμαρτιῶν ὅλων μας, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Κολασ. β´ 14), εἶναι ἕτοιμος νά συγχωρήσει τόν καθένα πού ζητεῖ τό ἔλεός Του.
Ὑπό ἕνα ὅμως ὅρο. Ποιός εἶναι ὁ ἀπαραίτητος ὅρος τῆς ἀφέσεως τῶν «ὀφειλημάτων» μας; Ἡ ἐκ μέρους μας συγχώρηση τῶν εἰς βάρος μας παραπτωμάτων τῶν ἄλλων. Τό τονίζει αὐτό καί στόν 12ο στίχο καί στούς στίχους 14-15. Βεβαιώνουμε τόν Θεό ὅτι συγχωροῦμε καί ἐμεῖς αὐτούς πού μέ ὁποιονδήποτε τρόπο μᾶς ἀδίκησαν. Ἐάν δέν ὑπάρχει αὐτός ὁ ὅρος, δέν μᾶς συγχωρεῖ ὁ Κύριος. Μέ τίς φράσεις τῶν ἀνωτέρω στίχων εἶναι σάν νά μᾶς λέει ὁ Κύριος: «Ἡ συγχώρησις πού θά δώσετε εἰς τόν ὀφειλέτην σας, εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητος ὅρος καί συνθήκη διά νά λάβετε ἀπό τόν Πατέρα τήν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτημάτων σας» (π. Σεραφείμ).
Ὁ Θεός γνωρίζει καί παρακολουθεῖ τά πάντα καί αὐτά τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας. Καί βλέπει ἐάν ἔχει ἐξαλειφθεῖ ἀπό ἐκεῖ κάθε ἴχνος μνησικακίας μας σέ βάρος τοῦ ἄλλου. Τό συμφέρον μας τό αἰώνιο τό ἐπιβάλλει. Γι᾿ αὐτό, ὅσο δύσκολο καί ἄν μᾶς φαίνεται αὐτό, πρέπει νά γίνει. Μέ τή Χάρη βεβαίως Ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος ἵδρυσε πρός τοῦτο τήν Ἐκκλησία μέ τά ἁγιαστικά της Μυστήρια. Ἡ ἀγάπη Του μᾶς δίνει καί τή δύναμη νά ὑπερβοῦμε τίς τυχόν δυσκολίες, διότι θέλει ὁπωσδήποτε νά μᾶς συγχωρήσει. Ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε καί ἐμεῖς.
3. Ἄς ἔλθουμε καί στό τελευταῖο αἴτημα τῆς προσευχῆς. Ποιό εἶναι αὐτό; Ἡ λύτρωση ἀπό τούς πειρασμούς καί τόν Πονηρό. Ὅταν λέει «μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν», μήπως ἐννοεῖ ὅτι ὁ Θεός μᾶς ρίχνει σέ πειρασμούς καί δοκιμασίες; Τήν ἀπάντηση σαφέστατη, μᾶς τήν δίνει ὁ θεόπνευστος Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, ὁ ὁποῖος γράφει: «Μηδείς πειραζόμενος λεγέτω ὅτι ἀπό τοῦ Θεοῦ πειράζομαι· ὁ γάρ Θεός ἀπείραστός ἐστι κακῶν, πειράζει δέ αὐτός οὐδένα. ἕκαστος δέ πειράζεται ὑπό τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας ἐξελκόμενος καί δελεαζόμενος» (Ἰακ. α´ 13-14).
Ὑπάρχουν πειρασμοί ἑκούσιοι, τούς ὁποίους δημιουργοῦμε ἐμεῖς μέ τήν ἀπερισκεψία μας καί ἀκούσιοι, τούς ὁποίους παραχωρεῖ καί ἐπιτρέπει ὁ Θεός (θλίψεις κ.λπ.). Οἱ πρῶτοι μποροῦν νά γίνουν αἰτία ἁμαρτημάτων. Οἱ δεύτεροι μποροῦν νά γίνουν αἰτία κατορθωμάτων ἀρετῆς. Ἐπειδή ὅμως σπουδαῖο ρόλο παίζει σ᾿ αὐτά ἡ θέλησή μας καί ἐξαιτίας αὐτοῦ εἶναι «ἀμφίβολος ἡ ἔκβασις πάσης δοκιμασίας» (Π. Ν. Τρεμπέλας), γι᾿ αὐτό πρέπει νά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό νά μήν ἐπιτρέπει νά πέσουμε σέ πειρασμούς. Βρίσκει ἄλλωστε ὁ Διάβολος ὡς εὐκαιρία κατάλληλη γιά τό ἀνθρωποκτόνο ἔργο του, τήν ὥρα τῆς δοκιμασίας μας καί ἐπιτίθεται μέ μανία ἐναντίον μας, γιά νά μειώσει τήν ἐμπιστοσύνη μας στόν Θεό καί νά μᾶς σύρει δέσμιούς του.
Πίσω ἀπό τή λέξη «πονηρός», πού χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος ἐδῶ, ὑπονοεῖται ὁ παμπόνηρος Διάβολος. «Πονηρόν ἐνταῦθα τόν διάβολον καλεῖ κελεύων ἡμᾶς ἄσπονδον πρός αὐτόν ἔχειν πόλεμον» (ἱερός Χρυσόστομος, ΕΠΕ 9, 680). Ὁ Διάβολος «ὡς πνεῦμα ἄσαρκον δύναται νά ἐπικοινωνῇ μέ τόν νοῦν μας κατ᾿ εὐθεῖαν… νά ὑποβάλλῃ σκέψεις καί φαντασίας καί ἐπινοήσεις ποικίλας καί εἰς πᾶν εἶδος ἁμαρτίας ἀναφερομένας» (π. Σεραφείμ). Χρειάζεται λοιπόν μεγάλη ἐγρήγορση ἀπό μέρους μας. Πρέπει δέ νά ζητοῦμε ταπεινά ἀπό τόν Θεό τή βοήθειά Του, ὥστε νά μᾶς λυτρώνει ἀπό τά πεπυρωμένα βέλη του. Ὁ Κύριος εἶναι «μείζων», ἀσύγκριτα δυνατότερος τοῦ Σατανᾶ (Α´ Ἰω. δ´ 4).
Αὐτό δέν σημαίνει καί ἡ δοξολογία, μέ τήν ὁποία τελειώνει ἡ προσευχή; Τί τονίζει; Τή δύναμη τοῦ Παντοκράτορος Κυρίου. Μιλώντας γιά τούς πειρασμούς καί τόν Πονηρό, γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἔφερε κάποια ἀγωνία. Προσθέτει λοιπόν τή δοξολογία τοῦ Παντοκράτορος καί ἔτσι «πάλιν θαρρύνει καί ἀνίστησι τά φρονήματα, τοῦ βασιλέως ἀναμνήσας, ὑφ᾿ ᾧ ταττόμεθα (στόν Ὁποῖο ἔχουμε ὑποταγεῖ) καί δείξας πάντων αὐτόν ὄντα δυνατώτερον» (ΕΠΕ 9).
ΣΥΝΘΗΜΑ: «Ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ» (Ματθ. ς΄ 13).