17. «Σοῦ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου»

Μεταφορτώσεις

Θέμα για τους κυκλάρχες

 

Στίς προηγούμενες συμμελέτες μας μελετήσαμε ὁρισμένες βασικές ἀρετές, τίς ὁποῖες διακήρυξε ὁ Κύριος στήν «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλίαν» Του: ταπεινοφροσύνη, πραότητα, καθαρότητα, ἐλεημοσύνη, ἀγάπη κ.λπ. Ὁ Κύριος ὅμως ὡς καρδιογνώστης προχωρεῖ βαθύτερα στά ἐνδότερα τῆς ψυχῆς μας καί θέλει νά καθαρίσει τά ἐλατήρια τῆς καρδιᾶς μας ἔτσι, ὥστε τό καλό, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, νά γίνεται καλά, διότι διαφορετικά δέν θά εἶναι καλό.

Ἀναφέρει λοιπόν στή συνέχεια τρεῖς ἀρετές, τήν ἐλεημοσύνη, τή νηστεία καί τήν προσευχή καί τονίζει πῶς πρέπει νά τίς ἀσκοῦμε, γιά νά εὐαρεστοῦμε μέ τή συμπεριφορά μας στόν Θεό. Στήν παρούσα συμμελέτη μας θά δοῦμε τί διδάσκει ὁ Κύριος ὡς πρός τήν ἄσκηση τῆς ἐλεημοσύνης.

Μελέτη περικοπῆς· Ματθ. ς´ 1-4.

1. Γιατί ἄραγε ἄρχισε ὁ Κύριος τόν λόγο Του ἐδῶ μέ τή λέξη «προσέχετε»; Τί θέλει νά τονίσει μέ αὐτή τή λέξη; «Τό προσέχετε προτασσόμενον δεικνύει πόσον μέγας εἶναι ὁ κίνδυνος. Τά ἐλατήρια καί διά τάς καλυτέρας μας πράξεις δύνανται νά νοθευθοῦν» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐκφράζεται ὁ Κύριος «μή ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων πρός τό θεαθῆναι αὐτοῖς», «μή σαλπίσῃς ἔμπροσθέν σου, ὥσπερ οἱ ὑποκριταί», γίνεται φανερό ὅτι ἀποδοκιμάζει τόν τρόπο, μέ τόν ὁποῖο ἔκαναν ἐλεημοσύνη οἱ Φαρισαῖοι, ἡ συμπεριφορά τῶν ὁποίων ἦταν γνωστή στούς ἀκροατές Του.

Πῶς, ποῦ καί γιατί ἔκαναν ἐλεημοσύνη οἱ Φαρισαῖοι; Τό ἀναφέρει ὁ 2ος στίχος. Τί σημαίνει τό «μή σαλπίσῃς»; Δέν ἐννοεῖ ὅτι σάλπιζαν, ἀλλά χρησιμοποιεῖ μεταφορικά τή λέξη γιά νά δείξει ὅτι ἔκαναν ὅ,τι μποροῦσαν γιά νά γνωστοποιήσουν τήν ἐλεημοσύνη πού θά ἔκαναν.

Ποῦ ἐπέλεγαν νά ἐκδηλώσουν τήν ἐλεημοσύνη τους; «ἐν ταῖς συναγωγαῖς καί ἐν ταῖς ρύμαις». Δηλαδή; Στούς «δημοσιωτέρους τόπους, ὅπου συνέτρεχε λαός πολύς» (π. Σεραφείμ). Στούς τόπους τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ, στούς δρόμους καί τίς πλατεῖες.

Καί γιατί τό ἔκαναν αὐτό; «Ὅπως δοξασθῶσιν ὑπό τῶν ἀνθρώπων». Γιά νά τούς δοῦν πολλοί καί νά τούς δοξάσουν, μή γνωρίζον­τας τά ἐσωτερικά ἐλατήριά τους.

Ἡ ἄσκηση τῆς ἐλεημοσύνης κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπο δέν ἔχει μισθό ἀπό τόν Θεό, ἀναφέρει ὁ 1ος στίχος. Αὐτοί πού ἐλεοῦν ἔτσι «ἀπέχουσι τόν μισθόν αὐτῶν», προσθέτει στόν δεύτερο στίχο. Πῶς ἑρμηνεύεται ἡ φράση «ἀπέχουσι τόν μισθόν αὐτῶν»; Πῆραν ἐξ ὁλοκλήρου τήν ἀμοιβή τους, εἶναι δέ αὐτή ὁ ἔπαινος τῶν ἀνθρώπων πού ἐπιδίωξαν. Καί ἀφοῦ τούς θαύμασαν οἱ ἄνθρωποι, πληρώθηκαν μέ αὐτόν τόν θαυμασμό πού ἐπιδίωκαν. Δέν τούς ὀφείλει ἑπομένως στό μέλλον τίποτε ὁ Θεός. «Τά ἐπιδεικτικῶς γινόμενα», γράφει καί ὁ Μ. Βασίλειος, «οὐ πρός τόν αἰῶνα τόν μέλλοντα τόν καρπόν ἐκτείνει, ἀλλ᾿ εἰς τόν τῶν ἀνθρώπων ἔπαινον καταστρέφει» (ΕΠΕ 6, 26).

Ἄραγε αὐτός ὁ ἔπαινος τῶν ἀνθρώπων γεμίζει καί ἱκανοποιεῖ πλήρως τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πού ἐλεεῖ; Ἀσφαλῶς ὄχι! Διότι εἶναι μισθός «πτωχός καί μάταιος ὁ μισθός αὐτός. Καλά σέ εἶδαν, σέ ἐπῄνεσαν μέ τό στόμα, ἔγραψαν… Καί ἔπειτα; Τί μένει ἀπό αὐτά αὔριον; Τί τό οὐσιαστικόν ἐκέρδησες ἀπό αὐτά; Ἱκανοποίησιν ψυχικήν; Ὄχι διότι καί ἄν πρός στιγμήν τό πάθος ἱκανοποιῆται, αὔριον πάλιν τό ἴδιον κενόν, πάλιν ἡ ἰδία ἀπαιτητική ὁρμή, πάλιν θά ρίψῃς εἰς τό τρύπιο πιθάρι. Καί πουθενά ἡ εὐχάριστος καί εὐφραίνουσα ἐκείνη συναίσθησις, ὅτι ἔκαμες τό καθῆκον σου, ὅτι ἔδωκες χαράν εἰς τόν ἀδελφόν σου, ὅτι εὐηρέστησες εἰς τόν Θεόν» (π. Σεραφείμ).

Εἶναι δέ τραγική πράγματι κατάσταση νά κάνεις ἐλεημοσύνη, νά προσφέρεις χρήματα καί ἀγαθά σου κινούμενος ἀπό ἐγωιστικά κενόδοξα ἐλατήρια, ἐπιζητώντας τή δόξα τοῦ κόσμου. Γιατί; Διότι καί τά ἀγαθά σου χάνεις καί μισθό οὐσιαστικό ἀπό τόν Θεό δέν πρόκειται νά λάβεις. Θυμηθεῖτε τόν Φαρισαῖο τῆς Παραβολῆς. Ἦταν καθαρός ἀπό ἀδικίες καί ἀνηθικότητες. Δέν ἦταν ἅρπαγας καί μοιχός, ἀγωνιζόταν ἀσφαλῶς νά τό ἐπιτύχει αὐτό. Πρόσφερε τό ἕνα δέκατο ἀπό τά ἀγαθά του στόν Ναό γιά τίς ἀνάγκες τῆς Λατρείας καί τῶν πτωχῶν. Στεροῦνταν δηλαδή τό ἕνα δέκατο τῶν ἀγαθῶν Του. Καί ὅμως δέν δικαιώθηκε ἀπό τόν Θεό, διότι τά ἔκανε ὅλα «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις» (βλ. Λουκ. ιη´ 9-14).

2. Τί ἀντίθετα παραγγέλλει ὁ Κύριος; Τήν κρυφή καί ταπεινή ἐλεημοσύνη. Ἀποκλείει νά γίνεται ἡ ἐλεημοσύνη φανερά; Ὄχι. Ἀλλά τί ἀποκλείει; Τό εἶπε ἤδη στόν πρῶτο στίχο· ἡ φράση «πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις» εἶναι ἡ φράση – κλειδί τῆς ὅλης περικοπῆς. Μέ αὐτήν, ὅπως σχολιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «τό τυραννικώτερον πάντων ἐξορίζει πάθος, τήν λύσσαν καί τήν μανίαν, τήν περί τήν κενήν δόξαν ἐγγινομένην τοῖς κατορθοῦσιν» (ΕΠΕ 9, 652). Ἡ τάση πρός ἐπίδειξη, ἡ κενοδοξία, λέει καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἶναι «βαρύς δεσπότης (=σκληρός τύραννος) καί χαλεπόν ἀρρώστημα» (ΕΠΕ 6, 394).

Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὅπως εἴδαμε σέ προηγούμενη συμμελέτη μας, μᾶς εἶπε νά λάμπουν τά ἔργα μας «ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων». Θυμάστε πῶς τό εἶπε ἀκριβῶς; «Οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. ε´ 16). Μήπως ὑπάρχει κάποια ἀντίθεση ἐδῶ; Ὄχι. Γιατί; Διότι δέν ἀπαγορεύει ὁ Κύριος τή φανερή φιλανθρωπία, ἀλλά αὐτήν πού γίνεται γιά ἐπίδειξη. Ὅπως οἱ ἁμαρτίες, γράφει ὁ ἀπ. Παῦλος, παρομοίως «καί τά καλά ἔργα πρόδηλά ἐστι, καί τά ἄλλως ἔχοντα κρυβῆναι οὐ δύνανται» (Α´ Τιμ. ε´ 24-25). Εἶναι ὁλοφάνερα καί τά καλά ἔργα καί ὅσα δέν εἶναι ὁλοφάνερα δέν μποροῦν νά κρυφτοῦν. Δέν εἶναι δυνατόν π.χ. νά κρυφτοῦν ὁρισμένα φιλανθρωπικά Ἱδρύματα, τά ὁποῖα ἀνηγέρθηκαν μέ δαπάνη εὔσπλαχνων ἀνθρώπων. Ἐκεῖνο πού ἐπαινεῖ ἤ κατακρίνει ὁ Κύριος δέν εἶναι ἡ πράξη, ἀλλ᾿ ἡ ψυχική διάθεση, ὁ σκοπός τοῦ ἐλεήμονος καί φιλανθρώπου. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἑρμηνευτής Ζιγαβηνός, εἶναι δυνατόν «καί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ποιοῦντα, μή ποιεῖν πρός ἐπίδειξιν, ὅταν τις διά μόνην ποιῇ συμπάθειαν» (Ὑπόμνημα Π. Ν. Τρεμπέλα).

Πῶς ἀντιλαμβάνεσθε τόν λόγον τοῦ Κυρίου «σοῦ δέ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου»; Τί ἀκριβῶς ἐννοεῖ μέ αὐτό; Μήπως εἶναι σχῆμα ὑπερβολῆς, πού σημαίνει κάτι βαθύτερο; Ὁ ἱερός Χρυσόστομος σημειώνει ὅτι «ἐνταῦθα οὐ χεῖρας αἰνίττεται, ἀλλ᾿ ὑπερβολικῶς αὐτό τέθεικεν» (ΕΠΕ 9, 656). Δέν ἐννοεῖ τά χέρια μας, διότι πῶς εἶναι δυνατόν νά μή γνωρίζει τό ἕνα χέρι τί κάνει τό ἄλλο; Ἀλλά τί ἐννοεῖ; «Συνήθως τήν ἐλεημοσύνην δίδομεν διά τῆς δεξιᾶς. Χρησιμοποιεῖ λοιπόν ὁ Σωτήρ προσφυεστάτην εἰκόνα, καθ᾿ ἥν μόνον τό ἀπαραίτητον τῆς ἐλεημοσύνης ὄργανον, οἵα ἐστίν ἡ δεξιά χείρ, ὀφείλει γινώσκειν μεθ᾿ ἡμῶν ὅ,τι ἐποιήσαμεν» (Ὑπόμνημα Π. Ν. Τρεμπέλα). Τό νόημα εἶναι νά λαμβάνουμε τά μέτρα μας ὥστε, εἰ δυνατόν, νά μήν γνωρίζουμε οὔτε οἱ στενότεροι συγγενεῖς μας τήν ἐλεημοσύνη μας, γιά νά μήν μᾶς ἐπαινέσουν καί μᾶς διεγείρουν σέ αὐτοθαυμασμό. Ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς, νά ἔχουμε κρυφή ἀπό τούς ἄλλους τήν ἐλεημοσύνη μας.

Ἐκεῖνο πού πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι πῶς βλέπει τήν ἐλεημοσύνη μας ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος βλέπει τά πάντα καί αὐτά τά βαθύτερα κίνητρα καί ἐλατήρια τῶν πράξεών μας. Γιατί πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει κυρίως τό βλέμμα τοῦ Θεοῦ; Διότι Αὐτός θά μᾶς κρίνει τελικά καί θά βραβεύσει ἤ θά ἀποδοκιμάσει τήν ἀρετή μας «ἐν τῷ φανερῷ», δημοσίως. Ὅταν δέ ζεῖ κανείς κατενώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἐπιδιώκει νά εὐαρεστεῖ πλήρως σ᾿ Ἐκεῖνον, δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τά φρονήματα τοῦ κόσμου καί εἶναι πράγματι πνευματικός ἄνθρωπος.

Ποιός πράγματι κερδίζει τή δόξα καί τόν ἔπαινο καί αὐτῶν ἀκόμη τῶν ἀνθρώπων; Αὐτός πού ἐνδιαφέρεται νά δοῦν τήν ἐλεημοσύνη του οἱ ἄνθρωποι ἤ αὐτός πού φροντίζει νά τήν ἀποκρύπτει, ὥστε νά εἶναι ἀμόλυντος ἀπό τόν μολυσμό τῆς ἐπιδείξεως; Ὁ δεύτερος. Γιατί; Ὡραῖα ἀπαντᾶ ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὅτι κατά τή Δευτέρα Παρουσία θά δημοσιευθεῖ ἡ ἀρετή τοῦ εὐσεβοῦς ἀνθρώπου ἐνώπιον ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ἀγγέλων καί θά δοξασθεῖ τότε μέ ἀσύγκριτη δόξα. Σ᾿ αὐτή τή ζωή, λέει, σέ «δέκα καί εἴκοσιν ἤ καί ἑκατόν ἀνθρώποις ἐπιδείξασθαι δυνήσῃ μόνοις· ἄν δέ σπουδάζῃς νῦν λαθεῖν (=ἄν φροντίζεις νά μένει τώρα κρυφή ἡ ἀρετή σου), τότε σε αὐτός ὁ Θεός ἀνακηρύξει, τῆς οἰκουμένης παρούσης ἁπάσης» (ΕΠΕ 9, 658). Οἱ ἐνάρετοι θά λάμψουν τότε «ὡς ὁ ἥλιος» (βλ. Ματθ. ιγ´ 43).

ΣΥΝΘΗΜΑ: «Σοῦ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. ς΄ 3).