Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 26 Ἰουνίου 2022, Β΄ Ματθαίου (Ρωμ. β΄ 10-16)
Ἀδελφοί, δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι· οὐ γὰρ ἔστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ. ὅσοι γὰρ ἀνόμως ἥμαρτον, ἀνόμως καὶ ἀπολοῦνται· καὶ ὅσοι ἐν νόμῳ ἥμαρτον, διὰ νόμου κριθήσονται. οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται. ὅταν γὰρ ἔθνη τὰ μὴ νόμον ἔχοντα φύσει τὰ τοῦ νόμου ποιῇ, οὗτοι νόμον μὴ ἔχοντες ἑαυτοῖς εἰσι νόμος, οἵτινες ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, συμμαρτυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως καὶ μεταξὺ ἀλλήλων τῶν λογισμῶν κατηγορούντων ἢ καὶ ἀπολογουμένων — ἐν ἡμέρᾳ ὅτε κρινεῖ ὁ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τὸ ἀμερόληπτο δικαστήριο
Στὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ τῆς σημερινῆς Κυριακῆς ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο γιὰ τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ὁ δίκαιος Κριτὴς θὰ κρίνει τοὺς ἀνθρώπους ἀμερόληπτα, ἀνάλογα μὲ τὶς εὐκαιρίες ποὺ δόθηκαν στὸν καθένα γιὰ νὰ πράξει τὸ καλό, ἀλλὰ καὶ ἀνάλογα μὲ τὸ πῶς ἀξιοποίησε τὶς εὐκαιρίες αὐτές.
1. Ὁ δίκαιος Κριτὴς
Δόξα καὶ τιμὴ καὶ εἰρήνη, τονίζει ὁ Ἀπόστολος, θὰ ἀποδοθεῖ σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἐργάζεται τὸ καλό, εἴτε αὐτὸς εἶναι Ἰουδαῖος εἴτε εἰδωλολάτρης. «Οὐ γὰρ ἔστι προσωποληψία παρὰ τῷ Θεῷ». Ὁ Θεὸς δὲν κάνει διακρίσεις σὲ πρόσωπα. Γι᾿ αὐτὸ ὅσοι ἁμάρτησαν χωρὶς νὰ γνωρίσουν τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ, θὰ καταδικασθοῦν χωρὶς νὰ ληφθεῖ ὑπ᾿ ὄψη ὁ Νόμος. Ἐνῶ ὅσοι ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ, μὲ βάση τὸν Νόμο θὰ κριθοῦν. Διότι δίκαιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ὅσοι ἀκοῦν ἁπλῶς τὴν ἀνάγνωση τοῦ θείου Νόμου, ἀλλὰ ὅσοι παράλληλα τὸν ἐφαρμόζουν στὴ ζωή τους.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κατὰ καιροὺς πολλοὶ ἄνθρωποι ἀναρωτιοῦνται: Πῶς θὰ κρίνει ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ποὺ δὲν γνώρισε τὸν Χριστὸ καὶ δὲν ἄκουσε τὸ Εὐαγγέλιό του; Ἄδικο δὲν θὰ εἶναι νὰ κολασθοῦν τόσοι ἄνθρωποι ἐξαιτίας τῆς ἄγνοιάς τους; Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐδῶ μᾶς δίνει ξεκάθαρη τὴν ἀπάντηση. Μᾶς λέει ὅτι κανένας ἄνθρωπος δὲν πρόκειται νὰ ἀδικηθεῖ κατὰ τὴ μέλλουσα Κρίση. Ὁ Θεὸς εἶναι δίκαιος.
Πέρασαν ἀσφαλῶς ἀπὸ τὸν κόσμο μας ἄνθρωποι ποὺ δὲν γνώρισαν τὸ Εὐαγγέλιο. Ὑπάρχουν καὶ σήμερα λαοὶ ποὺ ἀγνοοῦν τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς λιγότερα θὰ ζητηθοῦν κατὰ τὴν Κρίση. Δὲν θὰ κριθοῦν μὲ βάση τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ ἀνάλογα μὲ τὸ ἂν ἔπραξαν τὸ ἀγαθὸ ἢ τὸ κακὸ στὴ ζωή τους.
Ἀντίθετα, σὲ ὅσους ὁ Θεὸς ἔδωσε πολλά, ἀπὸ αὐτοὺς θὰ ζητήσει περισσότερα. Στὴ δεύτερη αὐτὴ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων ἀνήκουμε κι ὅλοι ἐμεῖς, οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ποὺ ὁ ἀγαθὸς Κύριος ὄχι ἁπλῶς μᾶς ἔχει δώσει πολλά, ἀλλὰ μᾶς ἔχει χαρίσει τὰ πάντα! Διότι μᾶς ἔβαλε μέσα στὸν ἱερὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας του, ὅπου μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν ὀρθὴ γνώση τῆς ἀλήθειας του, μᾶς ἐξαγγέλλει τὸ Εὐαγγέλιό του, τὸ θεῖο καὶ σωτήριο θέλημά του· μετέχουμε στὴ Χάρι τῶν ἁγίων Μυστηρίων του, ἑνωνόμαστε μαζί Του. Πόσα μᾶς χαρίζει, ἀλήθεια, ὁ Θεός! Ἂς ἀναρωτηθοῦμε, λοιπόν: Ἀξιοποιοῦμε ὅλες αὐτὲς τὶς δωρεές του, γιὰ τὶς ὁποῖες θὰ μᾶς ζητηθεῖ λόγος κατὰ τὴ μέλλουσα Κρίση;
2. Μιὰ ἀσίγαστη φωνὴ μέσα μας
Στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς ὁ θεῖος Ἀπόστολος ἀναφέρεται πιὸ συγκεκριμένα στοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν γνώρισαν τὸν ἀληθινὸ Θεό. Μᾶς λέει ὅτι οἱ εἰδωλολάτρες, ποὺ δὲν ἔλαβαν γραπτὸ Νόμο, ἐφαρμόζουν ὅσα προστάζει ὁ θεῖος Νόμος, διότι «ἑαυτοῖς εἰσι νόμος». Ἔχουν, δηλαδή, ὡς «Νόμο» τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους, τὴ συνείδησή τους. Τὸ ἔργο ποὺ κάνει ὁ Νόμος, νὰ διαφωτίζει δηλαδὴ τοὺς ἀνθρώπους ὥστε νὰ διακρίνουν τὸ ἀγαθὸ ἀπὸ τὸ κακό, τὸ ἔχουν γραμμένο στὶς καρδιές τους. «Ἐνδείκνυνται τὸ ἔργον τοῦ νόμου γραπτὸν ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, συμμαρτυρούσης αὐτῶν τῆς συνειδήσεως», γράφει ὁ Ἀπόστολος. Ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως, ποὺ ὑπάρχει ἔμφυτη μέσα τους, δίνει μαρτυρία γιὰ κάθε πράξη τους, ἂν εἶναι καλὴ ἢ ὄχι. Ἡ συνείδηση γίνεται μάρτυρας ὑπερασπίσεως ἢ κατήγορος γιὰ τὶς ἐνέργειες τοῦ ἀνθρώπου. Τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ κρίνει ὁ Θεὸς τὶς κρυφὲς πράξεις τῶν ἀνθρώπων σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιό του, θὰ δικαιωθοῦν αὐτοὶ ποὺ ἐφάρμοσαν τὸν Νόμο του. Καὶ ἡ τελικὴ αὐτὴ Κρίση θὰ γίνει διὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος θὰ εἶναι ὁ ὑπέρτατος Κριτὴς ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ κάθε ἄνθρωπος, λοιπόν, κάθε ἐποχῆς, εἴτε εἶναι Χριστιανὸς εἴτε εἰδωλολάτρης, εἴτε γνώρισε τὴν ἀλήθεια, εἴτε ἔζησε μέσα στὴν πλάνη, εἴτε πιστεύει στὸν Θεό, εἴτε δηλώνει ὅτι εἶναι ἄθεος, ἀκούει στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του μιὰ ἀσίγαστη φωνή· εἶναι ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως, ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀντηχεῖ μέσα του. Ἡ συνείδηση: ἕνας μάρτυρας τῆς ἀλήθειας· ἕνας κριτής, ποὺ δὲν δωροδοκεῖται καὶ οἱ κρίσεις του δὲν ἐξαγοράζονται· μιὰ διαρκὴς βοή, πού, ὅσο κι ἂν κωφεύει ὁ ἄνθρωπος, αὐτὴ πάντοτε θὰ ἀντηχεῖ μυστικὰ μέσα του καὶ ἄλλοτε θὰ τὸν ἐλέγχει γιὰ τὶς ἄσχημες πράξεις καὶ διαθέσεις του, ἄλλοτε πάλι θὰ τὸν ἐπαινεῖ καὶ θὰ τὸν προτρέπει νὰ ἀγωνισθεῖ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἂς ἀκοῦμε τὴ φωνὴ αὐτή, τὴν ὁποία ὁ Θεὸς ἔθεσε μέσα μας, τὸ παράδοξο αὐτὸ «Εὐαγγέλιο», ποὺ εἶναι γραμμένο στὴν καρδιά μας, ὥστε νὰ προστατεύουμε τὴν ψυχή μας ἀπὸ κάθε πράξη ποὺ ἐναντιώνεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ λάβουμε τὸ ἔλεος τοῦ δικαιοκρίτη Κυρίου μας κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία του.