Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 3 Ἰουλίου 2022, Γ΄ Ματθαίου (Ρωμ. ε΄ 1-10)
Ἀδελφοί, δικαιωθέντες ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ᾿ ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν. ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε. μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι᾿ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
Μὲ ἐλπίδα στὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι στὴ ζωή μας συχνὰ ἐρχόμαστε ἀντιμέτωποι μὲ τὶς θλίψεις. Οἱ μεγαλύτεροι στὴν ἡλικία μποροῦν νὰ ἐπιβεβαιώσουν ὅτι εἶναι κοιλάδα κλαυθμῶνος ὁ ἐπίγειος βίος, καθὼς μαζὶ μὲ τὶς χαρὲς ποὺ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο πολὺ συχνὰ ἐπιφυλάσσει πόνους, δάκρυα καὶ ἀναστεναγμούς. Ὁπωσδήποτε οἱ θλίψεις δὲν εἶναι εὐχάριστες γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι ὅμως εὐεργετικὲς γιὰ τὴν ψυχή του, ὅπως μᾶς τόνισε ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα ἀπὸ τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολή.
1. Ἡ ἐλπίδα μέσα στὶς θλίψεις
Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ἀναφέρει, ἔχουμε συμφιλιωθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ εἰρηνεύουμε μαζί Του μέσῳ τῆς πίστεώς μας στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἐκεῖνος μᾶς ἔχει στερεώσει στὴν κατάσταση τῆς Χάριτος. Καυχώμαστε δὲ ἔχοντας τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἀπολαύσουμε καὶ τὴν οὐράνια δόξα τοῦ Θεοῦ. Καὶ καυχώμαστε, παρ᾿ ὅλο ποὺ βρισκόμαστε μέσα στὶς θλίψεις, διότι γνωρίζουμε καλὰ ὅτι εἶναι εὐεργετικὲς οἱ θλίψεις γιὰ τὴν ψυχή μας. «Ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει», τονίζει ὁ Ἀπόστολος. Οἱ θλίψεις μᾶς ἀσκοῦν στὴν ὑπομονή.
Ἡ ὑπομονὴ κατόπιν καλλιεργεῖ τὴ δοκιμασμένη, τὴν τέλεια ἀρετή, καὶ ἡ ἀρετὴ αὐτὴ αὐξάνει τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό. Αὐτὴ ἡ ἐλπίδα δὲν ντροπιάζει, οὔτε διαψεύδει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει, ἀφοῦ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἐλπίζουμε, ἔχει ἤδη πλημμυρίσει τὶς καρδιές μας μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖο μᾶς δόθηκε ὡς ἀρραβώνας τῆς ἐλπίδας μας.
Αὐτὴ ἡ ἐλπίδα ὅτι θὰ ἀπολαύσουμε τὴν οὐράνια δόξα τοῦ Θεοῦ, τὴ Βασιλεία του δηλαδή, εἶναι ποὺ δίνει φτερὰ στὴν ψυχή μας. Αὐτὴ ἡ ἐλπίδα μᾶς χαρίζει τὴ δύναμη νὰ ὑπομένουμε τὶς θλίψεις, νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὶς δυσκολίες, νὰ μὴ φοβόμαστε τοὺς κόπους, νὰ παλεύουμε στοὺς πειρασμούς. Ἀποβλέποντας στὴν οὐράνια μακαριότητα τοῦ Παραδείσου ξεπερνοῦμε τὶς δυσκολίες τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ἐλπίδα μᾶς ἐνισχύει στὸν πνευματικό μας ἀγώνα, μᾶς ἀνδρειώνει στὸν ἀόρατο πόλεμο μὲ τὰ πάθη μας, μᾶς ὑψώνει τελικὰ στὸν οὐρανό, μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης.
2. Ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ
Γιὰ νὰ στερεώσει ἀκόμη περισσότερο τὴν ἐλπίδα μας αὐτὴ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς προβάλλει μὲ μοναδικὸ τρόπο τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἐλπίζουμε. Εἶναι ἀξιοθαύμαστη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, σημειώνει, διότι «ἔτι Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε». Τόσο πολὺ ὁ Χριστὸς μᾶς ἀγάπησε, ὥστε, ἐνῶ ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη ἀσθενεῖς πνευματικὰ καὶ δὲν μπορούσαμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε μόνοι μας ἀπὸ τὴν καταδίκη τῆς ἁμαρτίας, Αὐτὸς θυσιάσθηκε γιὰ νὰ σώσει ἐμᾶς τοὺς ἀσεβεῖς.
Ἐδῶ μόλις καὶ μετὰ βίας μπορεῖ νὰ βρεθεῖ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος νὰ πεθάνει γιὰ κάποιον δίκαιο. Γιὰ ἕναν ἀγαθὸ ἄνθρωπο ἴσως νὰ ἔκανε κάποιος τὴν τόλμη αὐτή. Ὁ Θεὸς ὅμως δείχνει περίτρανα τὴν ἄπειρη ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς, διότι «ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε». Θυσιάσθηκε, δηλαδή, γιὰ χάρη μας ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἐνῶ ἐμεῖς ἤμασταν γεμάτοι ἁμαρτίες.
Πολὺ περισσότερο λοιπόν, τώρα ποὺ δικαιωθήκαμε μὲ τὴ θυσία τοῦ Κυρίου, θὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν αἰώνια κόλαση. Διότι, ἐὰν συμφιλιωθήκαμε μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὸν θάνατο τοῦ Υἱοῦ του, πολὺ περισσότερο θὰ σωθοῦμε τώρα διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ζεῖ ἔνδοξος στοὺς οὐρανοὺς καὶ μεσιτεύει γιὰ ἐμᾶς.
Σαλεύει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς ἀναλογιζόμενος τὴν ἀσύλληπτη θεία ἀγάπη. Τί Θεὸ ἔχουμε! Προτιμᾶ τὴ δική μας ζωὴ ἀπὸ τὴ δική του. Θανατώνεται Ἐκεῖνος γιὰ νὰ ζήσουμε ἐμεῖς. Πόση ἀξία ἔχουμε ἐνώπιόν Του οἱ μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι ἄνθρωποι, ἀφοῦ γιὰ χάρη μας παραδίνεται σὲ θάνατο σταυρικό, ὀδυνηρὸ καὶ ἐπονείδιστο καὶ μάλιστα γιὰ νὰ σώσει ὄχι κάποιον δίκαιο, ἀλλὰ ἐμᾶς τοὺς ἀγνώμονες καὶ ἀποστάτες, ποὺ Τὸν ἀρνηθήκαμε καὶ συνεχίζουμε δυστυχῶς νὰ Τὸν ἀρνούμαστε μὲ τὰ ἔργα μας.
Ἂς ἐπαναφέρουμε τακτικὰ στὴ σκέψη μας τὴν ἀτίμητη θυσία τοῦ Κυρίου μας μὲ εὐγνωμοσύνη γιὰ ὅσα ἔπραξε γιὰ ἐμᾶς καὶ ἂς Τοῦ ἀντιπροσφέρουμε τὴ δική μας ἀγάπη. Ἂς παραμερίσουμε ὅ,τι μᾶς χωρίζει ἀπὸ Αὐτὸν κι ἂς Τὸν ἀγαπήσουμε μὲ ὁποιοδήποτε κόστος, μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις καὶ μὲ σταθερὴ τὴν ἀπόφαση νὰ τηροῦμε τὶς θεῖες ἐντολές του, διότι τότε ἡ ἀγάπη μας θὰ ἀποδεικνύεται ὅτι εἶναι γνήσια καὶ εἰλικρινής.